Τρίτη 29 Δεκεμβρίου 2020

Γλωσσοφάγος

Δέν τρῶν ὅλη μέρα ὅταν δουλεύουν, μόνο τή νύχτα, καί πιό πολύ φασόλια καί τροφές ἀπό κονσέρβες πού τίς προμηθεύονται πρίν ν’ἀρχίσει τό ἑξάμηνο ταξίδι. Καπνίζουν ὅλη μέρα ἀντί νά τρῶνε. Οἱ βουτηχτές πᾶνε μέχρι ἑξῆντα μέτρα βάθος καί μένουν κάτω ἀπ’τό νερό γιά μισή ὧρα ἤ ἀκόμα καί σαράντα λεπτά. Ὁ καπετάνιος -ἕνας τραχύς στήν ὄψη ἄνθρωπος- 58 μέ 65. Τό τραχύτερο εἶδος καπετάνιου πού μπορεῖς νά φανταστεῖς γιά νά’σουν στή δούλεψή του. Οὔτε ὕφος χαζό, οὔτε βλέμμα τρελλό, οὔτε ὁλοφάνερη χρυσή καρδιά. Βγάζει τά λέπια ἀπό τά βράγχια, φτιάχνει τούς σπόνδυλους ἀπό μακροχρόνιες φιλίες, τά μάτια ἀπό πίστη, τά πτερύγια ἀπό ὑπομονή, ζαρώνει τή γλῶσσα σέ σχῆμα φωλιᾶς γιά τίς λέξεις ὧστε νά προφυλλάσονται ἀπό τό κρύο τοῦ βυθοῦ. Ἔτσι φτιάχνει τά ψάρια καί τά καμαρώνει καθισμένος στήν προβλῆτα νά ἀποκτοῦν σταδιακά τό τεφρῶδες χρῶμα τους καθώς κολυμποῦν ἐνάντια στό ρεῦμα. Ὅταν τό βράδυ γυρίζει στό σπίτι μέ ἄδεια χέρια καί τόν ρωτοῦν: Λοιπόν πού εἶναι τά ψάρια; ἐκεῖνος ἀπαντᾶ χωρίς δυσαρέσκεια, χωρίς φθόνο: Τά ψάρια; Τά ψάρια εἶναι στή θάλασσα. 

Οἱ καπεταναῖοι τῆς καταστροφῆς -τά παράσιτα Cymothoa exigua- εἰσέρχονται στό στόμα τῶν ψαριῶν χρησιμοποιώντας τά βράγχιά τους, προσκολλῶνται στή βάση τῆς γλῶσσας τῶν ψαριῶν ἀπό ὅπου καί ἀντλοῦν τήν τροφή τους θηλάζοντας τό αἷμα τῶν ψαριῶν μέ ἀποτέλεσμα τήν ὁλική συρρίκνωση τῆς γλῶσσας τους. Τά παράσιτα συνδέονται μέ τό ὑπόλοιπο στέλεχος τῆς γλῶσσας καί μετά ἀπό χρόνια ἀπώλεια αἵματος γίνονται ἡ νέα γλῶσσα των ψαριῶν. 

Ὁ ἀκρωτηριασμός τῆς γλώσσης ἀρχίζει άπό τήν πρωτοβάθμια ἐκπαίδευση, συνεχίζεται στήν δευτεροβάθμια ἐκπαίδευση καί ἡ πλήρης ἀφαίμαξις περατοῦται μέ τήν ὁλοκλήρωση τῶν σπουδῶν στήν ἀνώτατη παιδεία. Ἡ ἀκρίβεια τῶν ἀπανωτῶν ἐγχειρήσεων μέχρι τῆς τελικῆς συνθλίψεως καί ἀντικαταστάσεως τῆς γλώσσης πιστοποιεῖται ἀπό τά μέσα μαζικῆς ἐνημερώσεως τά ὁποῖα ἐπικυρώνουν τήν ὀρθή χρήση λέξεων. Οἱ ἀκρωτηριασμένοι ἀπολαμβάνουν εὐνοϊκότερη μεταχείριση στήν ἀνεύρεση ἐργασίας, αὐξάνουν τά εἰσοδήματά τους καί τόν ἀριθμό τῶν online φίλων τους. Οἱ ἐπιζῶντες τοῦ ἀκρωτηριασμοῦ καί τῆς ἀντικαταστάσεως τῆς γλώσσης ἀναφέρουν ἀπώλειες κοινωνικῆς ἀποδοχῆς ὡς τίμημα διατηρήσεως τοῦ τεφρώδους χρώματός τους. Τά Cymothoa exigua τώρα ὁμιλοῦν γιά τήν ἀντιμετώπιση τῆς πανδημίας ἀφοῦ πρῶτα τήν κατέστησαν ἀναπόφευκτη, ὁριοθετοῦν τίς θάλασσες καί νομοθετοῦν τήν ἀλιεία. 

Βαστᾶτε γερά...

Τετάρτη 18 Νοεμβρίου 2020

Οἱ πραιτωριανοὶ τοῦ Μητσοτάκη ἐπὶ τὸ ἔργον...


Τὸ βίντεο παρουσιάζει μιὰ παράνομη σύλληψη ἑνὸς ἀνθρώπου  μέσα στὴ αὐλὴ τῆς πολυκατοικίας του - φαίνεται πεντακάθαρα,  μόνον ὅποιος φοράει χουντικὰ γυαλιὰ δὲν τὸ βλέπει - καὶ περιγράφει ἀνάγλυφα τὴν δράση τοῦ πιὸ διεφθαρμένου καὶ παρακμιακοῦ σώματος τοῦ ἑλλαδικοῦ κράτους, τῆς ἀστυνομίας. Μιᾶς ἀστυνομίας  ποὺ καμιὰ σχέση δὲν ἔχει μὲ τὴν προστασία τοῦ πολίτη. Ἀρκετοὶ ποὺ ἐπιτίθενται στοὺς δημοσίους ὑπαλλήλους μὲ διάφορες ἀφορμὲς,  γιὰ ἀστυνομικοὺς στάζουν μέλι...Γιὰ νὰ τὸ κάνει αὐτὀ κάποιος πρέπει νὰ εἶναι ἤ πολὺ βλάκας,  ἤ πολὺ λαμόγιο...

Κάποιοι ἀνακαλύπτουν παρανομίες τοῦ ΚΚΕ γιὰ νὰ δικαιολογήσουν τὰ ἀδικαιολόγητα ποινικὰ ἐγκλήματα τῆς ἑλληνικῆς ἀστυνομίας. Μιᾶς ἀστυνομίας χωμένης στὰ παράνομα κυκλώματα ἠλεκτρονικοῦ ἐγκλήματος, πορνείας, ναρκωτικῶν ,  καὶ κυρίως ὡς μηχανισμοῦ προβοκάτσιας...
.
Φυσικὰ γι αὐτὸ ποὺ εἴδαμε,  τὴν ἐντελῶς παράνομη καὶ τραμπούκικη σύλληψη, δὲν εἶναι ὑπεύθυνα τὰ ροτβάϊλερ τῆς ΔΙΑΣ,  πῶς μπορεῖς νὰ ζητήσεις εὐθύνες ἀπὸ ἕνα ἀφιονισμένο ροτβάϊλερ. Υπεύθυνοι εἶναι οἱ ἐντολεῖς τους Χρυσοχοίδης καὶ Μητσοτάκης...

Στὴν ὑπηρεσία τοῦ ἑκάστοτε Μητσοτάκη βρίσκονται τὰ παραπάνω ροτβάϊλερ. Στὴν σημερινὴ κυβέρνηση -τὴν χειρότερη ὅλων - ἀκόμα καὶ ἀπὸ τὴν χούντα τοῦ 67 - δὲν κρατιοῦνται οὔτε τὰ στοιχεώδη προσχήματα. Εἰσβολὲς σὲ κινηματογράφους,  σπίτια, ξυλοδαρμοὶ...γίνονται δημοκρατικὰ...

Σὲ λίγο θὰ μᾶς συλλαμβάνουν ἐπειδὴ δὲν εἴμαστε ὄμορφοι...

Κυριακή 1 Νοεμβρίου 2020

Ἀκηδία

Κάποτε μποροῦσε νά ταξιδεύει γιά μέρες καί νά παραμένει ἀκμαῖος γιά πολύ καιρό μετά τό ταξίδι ἀκόμα καί γιά δυό βδομάδες χωρίς νά τόν ἐπηρρεάζουν οἱ μεταβολές τῆς ὧρας. Ἀλλά τώρα ἀποπροσανατολίζεται εὔκολα. Ἔφτασε στό λιμάνι μετά τό σούρουπο. Ἔριχνε μιά ψιλή βροχή καί αὐτό δυσκόλευε ἀκόμα περισσότερο τήν προσπάθειά του νά βρεῖ τά κατατόπια. Εἶχε σχεδιάσει ἀπό τὀ λιμάνι νά ἀκολουθήσει τήν Ἀκτή Κουντουριώτη πού θά τόν ὁδηγοῦσε στήν πλατεῖα μέ τά δελφίνια καί τό συντριβάνι καί μετά θά μποροῦσε εὔκολα ἀπό κεῖ νά βρεῖ τήν Μπουμπουλίνας. Ὅμως μετά βίας θά ἔλεγε πώς ἦταν στό ἴδιο λιμάνι στόν τόπο πού εἶχε ζήσει στό παρελθόν. Δέν ὑπάρχει τίποτα πού νά μπορεῖ νά ἀναγνωρίσει. Χάθηκε στήν Βασιλέως Παύλου καί βρέθηκε νά περπατᾶ σέ ἐλικοειδεῖς μισοφωτισμένους δρόμους πού τόν ὁδήγησαν πίσω ἀπό τά κτίρια πού ἐκεῖνα τά χρόνια στέγαζαν τά γραφεῖα τῆς Ὀλυμπιακῆς καί μετά στήν πλατεῖα τοῦ σταθμοῦ τῶν ΚΤΕΛ ὅπου τώρα ὑπῆρχαν πολλά σπίτια καί ἀπό τίς δυό πλευρές τοῦ δρόμου. Ἐπέμεινε νά προχωρᾶ σκοντάφτοντας συχνά στό σκοτάδι ἐλπίζοντας κάποια στιγμή πώς θά γύριζε στήν κεντρική πλατεῖα τῆς ἀγορᾶς μέ τό τζαμί ὅπου θά μποροῦσε νά προσανατολιστεῖ εὐκολότερα ἤ θά συναντοῦσε κάποιον νά τόν βοηθήσει. Ὅταν πιά κουράστηκε θεώρησε πώς ἡ καλύτερη λύση θά ἦταν νά ἐπιλέξει τυχαῖα ἕνα ἀπό τά φωτισμένα σπίτια νά χτυπήσει τήν πόρτα καί ἐκεῖνοι πού θά ἄνοιγαν μπορεῖ νά τόν θυμόντουσαν.

Σταμάτησε τυχαῖα μπροστά ἀπό μιά ξεχαρβαλωμένη πόρτα. Ἀκτῖνες φωτός δραπέτευαν ἀπό τίς χαραμάδες τῆς πόρτας καί ἀπό μέσα μποροῦσε νά ἀκούσει φωνές καί γέλια. Κτύπησε δυνατά γιά νά σιγουρευτεῖ πώς θά τόν ἄκουγαν παρά τίς ἠχηρές τους συζητήσεις. Ἀλλά ἐκείνη τή στιγμή ἄκουσε πίσω του μιά γυναικεῖα φωνή νά λέει “Γειά σου”.
Γύρισε νά δεῖ ποιά ἦταν. Μιά γυναῖκα γύρω στά εἴκοσι πέντε πού φοροῦσε τριμένα μπλουτζήν καί μιά σχισμένη μπλοῦζα, στεκόταν στό σκοτάδι λίγο μακρύτερα.
“Νωρίτερα μέ προσπέρασες χωρίς νά σταματήσεις” εἶπε, “παρόλο πού σέ φώναξα”.
“Ἀλήθεια; Συγγνώμη, δέν σᾶς ἄκουσα.”
“Εἶσαι ὁ Κώστας ἔτσι δέν εἶναι;”
“Ναί” ἀπάντησε κάπως ἔκπληκτος.
“Ἡ Φύλλια, σέ ἀναγνώρισε καθώς περνοῦσες μποστά ἀπό τόν σταθμό τῶν ΚΤΕΛ. Ἤσουν σέ κείνη τήν παρέα δέν εἶναι ἔτσι; Μέ τόν Γιάννη, τόν Μανώλη καί τήν Ἀμαλία, τήν Νίτσα καί τούς ἄλλους.”
“Ναί,” ἀπάντησε. Ἀνέφερε μερικά ὀνόματα τόν Ἀλέκο, τήν Βάσω, τόν Γρηγόρη, τόν Σταμάτη, τήν Καιτούλα γιά νά διαπιστώσει ἄν τό κορίτσι θά ἀναγνώριζε κανένα ἀπό ἐκεῖνα τά πρόσωπα. “Ἔχω τήν ἐντύπωση ὅμως πώς ὅλα αὐτά ἔγιναν ὅταν ἤσασταν πολύ μικρή ἴσως καί νά μήν εἴχατε γεννηθεῖ τότε” εἶπε. “Ἐκπλήσομαι μέ τό γεγονός πώς γνωρίζετε αὐτά τά πράγματα.”
“Ναί αὐτά συνέβησαν πολύ πρίν γεννηθῶ ἀλλά ἡ μητέρα τῆς Φύλλιας, ἡ Χριστίνα, μᾶς ἔχει μιλήσει μέ λεπτομέρειες γιά ὅλους σας. Ἔτσι γνωρίζουμε περισσότερα ἀκόμα καί ἀπό τούς γηραιότερους πού ἔμεναν τότε ἐδῶ. Ἡ Φύλλια σέ ἀναγνώρισε ἀμἐσως ἀπό τίς φωτογραφίες.”
“Δέν εἶχα ἰδέα πώς οἱ νέοι ἐπιδεικνύουν τέτοιο ἐνδιαφέρον γιά τό παρελθόν μας. Συγγνώμη πού σᾶς προσπέρασα προηγουμένως, καταλαβαίνετε σ’αὐτή τήν ἡλικία κανείς ἀποπροσανατολίζεται εὔκολα μετά ἀπό ἕνα μακρύ ταξίδι μέ τό καράβι.”

Ξανακτύπησε πάλι τήν πόρτα, αὐτή τή φορά μᾶλλον ἀνυπόμονα, ἄν καί δέν ἤθελε νά φέρει σέ πέρας τή συζήτηση μέ τό κορίτσι. Ἐκείνη τόν κοίταξε γιά μιά στιγμή, καί μετά ἀπό λίγο τόν εἶπε, “Ὅλοι σας ἀπό ἐκείνη τήν ἐποχή εἶστε ἔτσι. Ἡ Χριστίνα γύρισε πρίν λίγα χρόνια. Τό ‘13, ἤ μπορεῖ τό ‘14. Ἦταν ἔτσι ὅταν πρωτοῆρθε, λίγο ἀόριστη καί ἀσαφής. Φαίνεται πώς μένει αὐτό τό κουσούρι μετά ἀπό τά συνεχῆ ταξίδια.”

Μερικές φορές συμβαίνει νά εἶσαι μέ τούς φίλους σου καί μετά νά μήν ἔχεις φίλους. Καί ἡ φιλία ἔχει περάσει. Καί ὅλες οἱ παλιές μέρες ἔχουν χαθεῖ καί ἐν τῶ μεταξύ τό νερό στό συντριβάνι μέ τά δελφίνια νά ἔχει ἀδειάσει. Μερικές φορές νομίζεις πώς ἀγαπήθηκες, πώς οἱ ἄνθρωποι σέ συμπαθοῦσαν καί μετά διαπιστώνεις πώς αὐτό δέν συνέβη ποτέ. Δέν ἀγαπήθηκες καί ἡ ἀγάπη εἶναι παρελθόν. Καί ὁλόκληρες χαμένες μέρες καί ἐν τῶ μεταξύ τό νερό στό συντριβάνι μέ τα δελφίνια ἄδειασε ὅλο στό δρόμο. Καί μερικές φορές θέλεις νά ἐξηγήσεις καί μετά δέν θέλεις νά μιλήσεις σέ κανένα. Καί ὕστερα ἡ εὐκαιρία νά δώσεις ἐξηγήσεις ἔχει χαθεῖ. Καί μετά συμβαίνει πώς δέν ἔχεις νά πᾶς πουθενά. Καί κατόπιν ἐλπίζεις πώς ὑπάρχει ἕνα μέρος πού θά μποροῦσες νά πᾶς καί νά φιλοξενηθεῖς ἐκεῖ ὅπως ἐκεῖνα τά χρόνια τά περασμένα. Μετά διαπιστώνεις πώς ἡ εὐκαιρία ἐχάθη. Ἀναρωτιέσαι ἄν ὅλα αὐτά ἔχουν σημασία καί μόλις ἡ σκέψη αὐτή σέ κατακλύζει σταματοῦν τά πάντα νά ἔχουν σημασία. Τό συντριβάνι ὅμως μέ τά δελφίνια ἐξακολουθεῖ νά παραμένει ἐκεῖ στεγνό.

“Ὧστε ἔτσι λοιπόν. Ἡ Χριστίνα εἶναι ἐδῶ. Ξέρετε, δέν ἦταν τίποτα σημαντικό. Εἶναι σαφές πώς κανείς δέν ἔχει πρόσβαση σέ ὁλόκληρη τήν ἀναπτυξιακή διαδικασία ἑνός ἀτόμου καθώς στίς κοινωνικές μας ἀλληλεπιδράσεις ἔχουμε τή δυνατότητα νά βλέπουμε σύντομα στιγμιότυπα τῆς ζωῆς ἑνός ἀτόμου, καί στήν εἰκόνα πού σχηματίζουμε γιά κάποιον εἶναι ἀδύνατο νά συμπεριλάβουμε τά πάντα λαμβάνοντας ὑπόψη τόν μετασχηματισμό ἑνός ἀτόμου ἀπό τή γέννησή του μέχρι τήν τελική του ἐξάχνωση. Ἔτσι εἶναι εὔκολο κανείς συχνά νά φτάνει σέ λανθασμένα συμπεράσματα.”
“Παρεμπιπτόντως μήπως ξέρετε ποιός μένει σ’αὐτό τό σπίτι;” Κτύπησε ξανά τήν πόρτα.
“Οἱ Ἀμπατζόγλου” ἀπάντησε τό κορίτσι.
“Τό σπίτι τους εἶναι παλιό. Πιθανόν νά σέ θυμοῦνται.”
“Οἱ Ἀμπατζόγλου” ἐπανέλαβε, ἀλλά τό ὄνομα δέν τόν θύμιζε πολλά.
“Γιατί δέν ἔρχεσαι στό σπίτι μας; Ὅλοι μας θά τό θέλαμε πολύ. Θά ἦταν μιά καλή εὐκαιρία γιά μᾶς νά μιλήσουμε σέ κάποιον γιά ἐκεῖνες τίς ἡμέρες.”
“Θά ἤθελα πολύ νά ἔρθω ἀλλά πρῶτα καλύτερα νά τακτοποιηθῶ ἐδῶ. Οἱ Ἀμπατζόγλου εἴπατε.”
Κτύπησε πάλι τήν πόρτα αὐτή τή φορά δυνατότερα.Τελικά ἡ πόρτα ἄνοιξε ρίχνοντας φῶς στόν δρόμο. Ἕνας ἡλικιωμένος κύριος στάθηκε στήν πόρτα. Τόν ἐξέτασε προσεκτικά γιά μερικά λεπτά, καί κατόπιν ρώτησε “Εἶσαι ὁ Κώστας ἔτσι δέν εἶναι;”
“Ναί, μόλις ἔφτασα, τό ταξίδι μέ τό καράβι εἶναι μακρύ καί πιάνει σέ ὅλα τά νησιά πρίν φτάσει ἐδῶ.”
Ὁ ἡλικιωμένος κύριος σκέφτηκε γιά λίγο καί εἶπε, “Καλά πέρασε μέσα.”

Τό δωμάτιο ἦταν μικρό, ἀκατάστατο, τασάκια γεμᾶτα ἀποτσίγαρα, καπνός, ἕνα ραδιόφωνο, βιβλία, μερικά σπασμένα ἔπιπλα. Μιά λάμπα δίπλα στό τραπέζι ἦταν ἡ μοναδική πηγή φωτός, πού τόν ἔδωσε τήν δυνατότητα νά μετρήσει μερικές καμπουριαστές φιγοῦρες νά κάθονται γύρω-γύρω στό μικρό δωμάτιο. Ὁ ἡλικιωμένος κύριος τόν ὁδήγησε σέ μιά καρέκλα δίπλα στή λάμπα. Φωνές γύρω του ρωτοῦσαν ἐάν εἶναι καλά, ἄν ἔρχεται ἀπό μακρυά, ἄν πεινάει. Κάποια στιγμή οἱ ἐρωτήσεις τελείωσαν καί μιά σιωπή ἄρχισε νά κρυσταλοποιεῖ πράγματα καί σκέψεις. Γύρισε στήν καρέκλα του προσπαθῶντας νά διαπιστώσει τί γνώριζαν γιά τήν παλιά παρέα οἱ ἄνθρωποι πού βρίσκονταν μέσα σέ κεῖνο τό δωμάτιο. Καθώς ἔκανε αὐτές τίς σκέψεις ξαφνικά κάποια ἔντονη αἴσθηση ἀναγνώρισης ἄρχισε νά τόν διακατέχει. Εἶχε ἐπιλέξει τυχαῖα νά κτυπήσει τήν πόρτα αὐτοῦ τοῦ σπιτιοῦ, ἀλλά τώρα μποροῦσε νά δεῖ καθαρά ὅλα τά πολύτιμα τεμάχια τοῦ παρελθόντος του. Στό δωμάτιο αὐτό εἶχε περάσει ἐκεῖνα τά χρόνια πού ἔμενε ἐδῶ. Ἔβλεπε τό σημεῖο πού καθόταν τίς περισσότερες ὧρες τῆς ἡμέρας, τίς μακρές περιόδους ἡρεμίας πού βυθιζόταν στά βιβλία, τήν καρέκλα, τό κρεβάτι, τό στρῶμα, τό ψυγειάκι, τήν πόρτα, τό παράθυρο πού ἄφηνε ἀνοιχτό τίς καλοκαιρινές μέρες γιά νά μπαίνει φρέσκο ἀεράκι καί ἦταν σίγουρος πώς ἄκουγε τώρα τίς φωνές τῶν φίλων του νά διαπληκτίζονται στήν ταράτσα γιά τήν πολιτική, τήν μουσική, ἤ τήν ποίηση.

Εἶναι βράδυα πού τά ὄνειρα καρφώνονται στή σκέψη καί σέ κατακλύζουν. Ἔτσι καί τώρα στό ὄνειρο ὑπῆρχε μιά συνεχής ἐπίμονη ἐπανάληψη πώς ἀπό τώρα καί στό ἐξῆς θά πρέπει νά φοράω μάσκα. Τί εἴδους μάσκα ρωτῶ τό ὄνειρο. Τή μάσκα τῶν νεανικῶν σου χρόνων, ἀπαντᾶ τό ὄνειρο. Μά τήν ἔχω φορέσει ἤδη αὐτή τή μάσκα, ἀπαντῶ, τήν ἔχω ἐξαντλήσει. Τότε βάλε τή μάσκα τῆς Θεσσαλονίκης, χρησιμοποίησε αὐτή τή μάσκα. Τή μάσκα αὐτή τήν ἔχω χρησιμοποιήσει πολύ, ἀπαντῶ. Ἀνοησίες, λέει τό ὄνειρο, τότε βάλε τή μάσκα τῶν Δωδεκανήσων αὐτή εἶναι ἡ μάσκα πού θά σέ δώσει τήν αἴσθηση τοῦ παραδείσου. Εἶναι πολύ σφικτή, ἀπαντῶ στό ὄνειρο, καί ὅταν τή φορῶ νοιώθω σάν μυρμήγκια νά περπατοῦν πάνω στό πρόσωπό μου. Τότε φόρεσε τή μάσκα τοῦ στρατοῦ τοῦ Xi’an τῆς Κίνας, εἶπε τό ὄνειρο. Τήν φόραγα κι αὐτήν γιά πολύ καιρό, ἀπάντησα στό ὄνειρο, καί τήν Σκωτσέζικη κι ἐκείνη τοῦ Λίβερπουλ, πολλά χρόνια, ὅλες τους εἶναι τόσο δημοφιλεῖς καί κοινότυπες καί ἐφαρμόζουν τόσο εὔκολα. Ἀκόμα κι ἐκείνη τῆς βιβλιοθήκης τοῦ Mahidol ἔχει πιά γίνει σάν τά καλλοπισμένα πρόσωπα πού μιλοῦν στήν ὀθόνη τῆς τηλεόρασης. Τό ὄνειρο ἔχασε τήν ὑπομονή του καί ἄρχισε νά κραυγάζει. Πάρτο ἀπόφαση δέν θά ξαναφορέσεις τό πραγματικό σου πρόσωπο, πᾶνε αὐτά πού γνώρισες στό παρελθόν. Θά πρέπει νά φορᾶς μάσκα στό ἐξῆς γιά νά προστατευθοῦν ἄγνωστοι, γνωστοί καί φίλοι ἀπό τίς μολυσμένες λέξεις πού παράγει τό στόμα, ἀπό τίς ἐκφραστικές κινήσεις τοῦ προσώπου πού μαρτυροῦν αἰσθήματα, πού δείχνουν δυσαρέσκεια καί ἀπόρριψη ὑγειῶν προθέσεων αἱ ὁποῖαι ἔχουν ἐγκριθεῖ ἀπό τάς μή κυβερνητικάς ὀργανώσεις. Πρέπει ὅλα νά καλύπτονται γιά νά ὑπάρχει τάξη.

“Τά εἶπα” λέει τό κορίτσι μέ τό τριμένο μπλουτζήν. “Ἔλα στό σπίτι. Θά μπορέσουμε νά μιλήσουμε γιά τήν ἐποχή ἐκείνη τήν παλιά ἐκείνη πού μᾶς ἀποκάλυψε ἡ Χριστίνα. Τήν χωρίς μάσκες ἐποχή. Ἔλα πρίν εἶναι ἀργά, πρίν ὅλα ξεχαστοῦν, πρίν ἡ ἀκηδία ἐγκαθιδρυθεῖ ὡς τό μόνο παρελθόν καί μέλλον.”
 


Κυριακή 4 Οκτωβρίου 2020

Κάμπια



 

Ἡ ἀλλαγή τῆς φυσικῆς ἐμφάνισης ἑνός ἐμβίου ὅντος δέν εἶναι πουθενά πιό ἀξιοπρόσεκτη παρά σέ ἐκεῖνα τά ζωϊκά εἴδη ὅπως ἡ κάμπια ἤ ὁ βάτραχος τά ὁποῖα ὑφίστανται τή διαδικασία τῆς μεταμόρφωσης. Κάμπια ὀνομάζεται ἡ προνύμφη τῶν λεπιδοπτέρων ἐντόμων καί εἶναι τό στάδιο τῆς μεταμόρφωσης πού προηγεῖται τῆς χρυσαλίδας καί τῆς πεταλούδας. Ἡ κάμπια ζεῖ μοναχικά τρώγωντας μέ λαιμαργία φύλλα ὥσπου κλείνεται στό κουκούλι καί σταδιακά μεταμορφώνεται  σέ χρυσαλίδα. Εἶναι προφανές ὅτι ἕνας παρατηρητής, λόγω τῶν ἀξιοσημείωτων διαφορῶν μεταξύ τῶν διαφορετικῶν σταδίων τῆς ἀνάπτυξής της, δέν θά εἶχε ἰδέα πώς ἡ κάμπια μετασχηματίζεται σέ πεταλούδα, ἐλλείψει κάποιας γενετικῆς ἐπιβεβαιώσεως.

 

Τό παράδοξο αὐτῶν τῶν παρατηρήσεων εἶναι πώς εἶναι ἀδύνατο νά εἰπωθεῖ ὅτι ἡ πεταλούδα καί ἡ κάμπια εἶναι τό ἴδιο καί τό αὐτό πράγμα, παρά τό γεγονός πώς εἶναι γνωστό ὅτι οἱ δύο αὐτές μορφές ζωῆς ἀντιστοιχοῦν σέ ἕνα ἐνιαῖο εἶδος. Ἡ ἐρώτηση πού προκύπτει ἐάν λάβουμε ὑπόψη αὐτό τό δεδομένο παράδειγμα εἶναι πώς ἄν καί ξέρουμε ὅτι τό ἀνθρώπινο ὡάριο καί τό σπέρμα ὅταν συνδυάζονται, παράγουν ἕναν ὀργανισμό ὁ ὁποῖος μιά μέρα θά γίνει ἕνας ἡλικιωμένος ἄνδρας ἤ μιά γυναίκα, μποροῦμε νά θεωρήσουμε ὅτι ὁ παραγώμενος ὀργανισμός θά παραμείνει ἀμετάβλητος μέσω ὅλων τῶν μεταβατικῶν σταδίων μέχρι τήν ἐνηλικίωσή του; Μέ ἄλλα λόγια, εἶναι δυνατό κάποιος πού δέν ἔχει πρόσβαση στήν ἱστορία τῆς ἐξέλιξης κάποιου συνανθρώπου του νά συνδέσει ἕνα νεογέννητο μέ τήν ἐνήλικη μορφή του/της; Ὅλοι ἀλλάζουμε τόσο πολύ πού ἡ ὁπτική σύνδεση τῶν πρώϊμων μέ τά μετέπειτα στάδια τῆς ἐξέλιξής μας εἶναι δύσκολη. Πόσο ἀνθεκτικός εἶναι λοιπόν κανείς στό χρόνο;


Τό πρῶτο πράγμα πού θά μποροῦσε νά ἀπαντήσει κανείς εἶναι πώς κατά μῆκος ὅλων αὐτῶν τῶν μεταβάσεων, ἡ ὑλική σύνθεση ἑνός ἀτόμου ἔχει ἐντελῶς ἀλλάξει. Τό πιθανότερο εἶναι πώς κανένα ἀπό τά μόρια πού ὑπῆρχαν στό ὡάριο δέν διατηροῦνται στό ἐνήλικο ἄτομο. Ὁ φυσικός καί χημκός χαρακτήρας ἑνός ἀτόμου ἀλλάζει μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου. Οἱ ἐκτιμήσεις αὐτές ὁδηγοῦν στό συμπέρασμα ὅτι ἕνα ἄτομο δέν παραμένει τό ἴδιο κατά τή διάρκεια ὁλόκληρου τοῦ κύκλου τῆς ζωῆς του. Ἀντ’αὐτοῦ ὑποβάλλεται σέ διαδοχικούς μετασχηματισμούς πού ἀλλάζουν βαθιά τήν ταυτότητα καί τή φύση τοῦ ἐαυτοῦ. Κατά κάποιο τρόπο λοιπόν ἡ ἔννοια τοῦ ἐαυτοῦ θά πρέπει νά περιλαμβάνει ὅλα τά στάδια τοῦ μετασχηματισμοῦ ἑνός ἀτόμου ἀπό τή γέννησή του μέχρι τήν τελική του ἐξαφάνιση. Ἐντούτοις εἶναι ἀρκετά σαφές ὅτι κανείς δέν ἔχει πρόσβαση σέ ὁλόκληρη τήν ἀναπτυξιακή διαδικασία κάποιου ἀπό τούς συνανθρώπους του. Στίς κοινωνικές μας ἀλληλεπιδράσεις ἀσχολούμαστε λίγο πολύ μέ τήν ἐναλλαγή σύντομων στιγμιοτύπων κάποιου ἀτόμου. Δεδομένου λοιπόν πώς ὁ καθένας μας εἶναι αὐτό πού οἱ ἄλλοι θεωροῦν γιά μᾶς, τό ἐρώτημα εἶναι ἐάν ἡ ὕπαρξή μας εἶναι συνεχής γιά ἐβδομῆντα ἤ παραπάνω χρόνια ἤ ἡ ἀλήθεια εἶναι πώς ὑπάρχουμε μόνο γιά μιά στιγμή.


Τά σώματά μας ἀποτελοῦνται ἀπό ὕλη ἀλλά ἐμεῖς δέν εἴμαστε ἀποκλειστικά ὕλη. Ὑπάρχει καί ἡ διανοητική μας διάσταση. Ὅλο μας τό εἶναι δέν ἀποτελεῖται ἀπό κύτταρα, μόρια ἤ ἄτομα, ἀλλά καί ἀπό μνῆμες καί ὄνειρα. Ἀλλά ἀκὀμα κι ἄν κατορθώσουμε νά ἀντλήσουμε μερικές ἀπό τίς γενικότερες καί θεμελιώδεις ἰδιότητές μας ἀπό τίς ἀναμνήσεις μας ἡ εἰκόνα θά ἐξακολουθήσει νά εἶναι ἀποσπασματική. Τί θά μποροῦσε λοιπόν νά μᾶς καταστήσει ἀνθεκτικούς στό χρόνο; Ἀπό τί συνίσταται αὐτό πού θά μποροῦσε νά μᾶς καταστήσει ἀνθεκτικούς στό χρόνο; Εἶναι κάποιες οὐσιαστικές ἤ τυχαῖες ἰδιότητές μας;  


Στήν περίπτωση τῆς κάμπιας ὁ μετασχηματισμός ἀπό προνύμφη σέ χρυσαλίδα περιλαμβάνει μιά διαδικασία πού ξεκινᾶ ἀπό τή λαιμαργία της καί τήν μετασχηματίζει σέ μιά ὑψηλότερη μορφή πού δέν ἔχει καμμιά σχέση μέ τόν θάνατο, τήν κατάπτωση ἤ τόν ἐκφυλισμό. Ἡ ἔννοια τῆς πεταλούδας δέν εἶναι αὐτή μιᾶς ἐκφυλίσμένης κάμπιας. Ἡ διαφορά τῆς λαιμαργίας τῆς κάμπιας μέ ἐκείνης τοῦ ἀνθρώπου εἶναι πώς ἡ ἀνθρώπινη λαιμαργία παίρνει ἄλλη κατεύθυνση καί καταλήγει στήν ὑποβάθμιση.


Σάββατο 1 Αυγούστου 2020

Ἡ ἀξιοπρέπεια


Ὁ ἄνθρωπος κινεῖται ἀπό ἄκρη σέ ἄκρη σέ μιά πορεία πού χαράζεται ἀπό τήν ἀνηλεή ἀναζήτηση τῆς ἐπάρκειας. Κάθε φορά πού κανείς ἀποκτᾶ τήν αἴσθηση τῆς βεβαιότητος πώς ἔχει ἐξασφαλίσει τήν ἐπάρκεια μιά νέα ἀνεπάρκεια ἐμφανίζεται. Μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου κάθε ἐπάρκεια ἀποδεικνύεται ὡς μιά νέα παραίσθηση ἐπιβεβαιώνοντας τήν ἀδυναμία τοῦ ἀνθρώπου νά χειραφετηθεῖ ἀπό τήν ἀνεπάρκεια. Ἡ ἀνθρωπότητα συντήρησε τόν φόβο πού δημιουργεῖ ἡ ἀνεπάρκεια καί ἐντατικοποίησε τήν ἀπεγνωσμένη ἀναζήτηση τῆς ἐπάρκειας μέσω τῆς κυνικῆς ἔννοιας τῆς ἔνδειας, ἡ ὁποῖα μεταστρέφεται σέ πανικό ὅταν κανείς βρεθεῖ σέ κατάσταση κινδύνου ἤ στέρησης.

Στίς σύγχρονες κοινωνίες ἡ χειραφέτηση ἀπό τήν ἀνεπάρκεια θεωρεῖται ἐπιτεύξιμη μέ τήν συνεχή παραγωγή. Ἡ συνεχής παραγωγή ὅμως ἀπαιτεῖ τήν ἐξασφάλιση ἐπαρκῶν πόρων. Ἔτσι στό παιχνίδι τῆς ἀκατάπαυστης παραγωγῆς ἔγινε ἀναγκαῖα ἡ ἀναζήτηση νέων πόρων πού δέν θά πρέπει νά εἶναι μόνο ἰσχυρότεροι καί παραγωγικότεροι ἀπό τούς ὑπάρχοντες ἀλλά θά πρέπει νά ἀποτελοῦν τήν ἀρχή ἄλλων μορφῶν ἐνέργειας καί κατά συνέπεια παραγωγῆς. Στό παιχνίδι τῆς ἀκατάπαυστης παραγωγῆς τό ἄπειρο ἀντικαταστάθηκε ἀπό κάτι ἀόριστο, αὐτό πού εἶναι ἀστείρευτο, δέν τελειώνει ποτέ, αὐτό πού δέν εἶναι πεπερασμένο. Ἔτσι ἡ άνθρωπότητα ἐφηύρε τήν αὐτοπαραγωγή ὡς ἐνιαῖο πρότυπο πολιτισμοῦ. Ἡ ἐπάρκεια δέν ἐξασφαλίζεται πλέον μέ τήν συσσώρευση ἀλλά μέ τήν ἐπένδυση ἡ ὁποῖα παράγει περισσότερους πόρους πού σημαίνει στήν πραγματικότητα αὐτοπαραγωγή πόρων.

Ὑπό αὐτή τήν ὁπτική γωνία, δέν ἀποτελεῖ ἔκπληξη τό πόσο γρήγορα μίκρυνε ἡ ἀπόσταση μεταξύ ἀνθρωπισμοῦ καί ἀνθρωπο-οἰκονομισμοῦ καί πόσο εὔκολα ἀντικαταστάθηκε ἡ θεώρηση τῆς ἀξιοπρέπειας ὡς μορφῆς αὐτονομίας ἀπό τήν θεώρηση τῆς αὐτοσυντήρησης μέσω τῆς συνεχοῦς παραγωγῆς ὡς αὐτονομίας. Καθώς ὅμως ἡ αὐτονομία μέσω τῆς αὐτοσυντήρησης δέν προέρχεται ἀπό τήν ὁμοιογενή σφαῖρα πού ἀποκαλοῦμε ἐαυτός ἀλλά καθορίζεται ἀπό ἐξωτερικούς παράγοντες, τό βασικό χαρακτηριστικό γνώρισμα τῆς ταυτότητας πού λέγεται ἀξιοπρέπεια ἐξωστρακίστηκε σέ ἐκεῖνα πού προσδίδονται σέ ἕνα ἄτομο ἐκ τῶν ἔξω. Σέ ἕνα περιβάλλον ὅπου τά γνωρίσματα τῆς ταυτότητας ὑπαγορεύονται ἀπό τόν ἐξωτερικό κόσμο ἡ ἀβεβαιότητα μπορεῖ εὔκολα νά καταστήσει τήν ταυτότητα τοῦ ὑποκειμένου εὔθραυστη καί νά ἐξαφανίσει ὁτιδήποτε προέρχεται ἀπό τόν ἐσωτερικό κόσμο καί μάλιστα ὅταν αὐτό πού τίθεται σέ κίνδυνο εἶναι ἡ ἐπιβίωση. Στό σύστημα ἀνηλεοῦς ἀναζητήσεως τῆς αὐτοσυντήρησης (πολύ συχνά εἰς βάρος τῆς αὐτοσυντήρησης ἄλλων) καί καθώς ἡ κοινωνική λειτουργία τοῦ πλούτου μηδενίστηκε, οἱ κοινωνικές σχέσεις προσέλαβαν ἀνταγωνιστικό χαρακτήρα σέ σημεῖο πού ἡ ἀδυναμία αὐτοσυντήρησης καταστρέφει, ταπεινώνει καί συντρίβει τήν ἀξιοπρέπεια ὁποιασδήποτε ὕπαρξης πού δέν ὑποκύπτει στήν θέληση τῆς ἀκατάπαυστης παραγωγῆς. Τό χειρότερο εἶναι πώς ἡ ἀκατάπαυστη παραγωγή εἶναι κάτι πολύ ἀόριστο, δέν εἶναι μιά συγκεκριμένη δύναμη ἤ ἐξουσία στήν ὁποῖα πρέπει κανείς νά ὑποταχθεῖ ἤ νά ἐναποθέσει τήν ἐμπιστοσύνη του. Πρέπει ἁπλῶς νά ὑπακούει ἀδιαμαρτύρητα στήν ἀνάγκη της.

Καθώς ἡ ἔλλειψη ἐπάρκειας (οἰκονομική σύλληψη τοῦ ἀτόμου) ὁδηγεῖ στήν ἀπώλεια τῆς ἀξιοπρέπειας τό ἐρώτημα τῆς διατήρησής της στρέφει τήν προσοχή στήν πληρότητα τοῦ ἐαυτοῦ. Πληρότητα σημαίνει ὅτι τό ἄτομο ἔχει τόν συνολικό ἔλεγχο καί τήν κυριότητα τῆς ἐσωτερικῆς του ζωῆς, ἔχει φτάσει στήν συνειδητοποίηση τῆς αὐτάρκειας. Ἐάν δέν άσχοληθεῖ κανείς μέ τήν συνειδητοποίηση τῆς αὐτάρκειας τό μόνο πού θά ὑπάρξει δέν θά εἶναι τίποτα ἄλλο παρά παραλλαγές τῆς παραγωγῆς μέ τελική κατάληξη τήν παραγωγή ἀνυπαρξίας. Δέν ὑφίσταται καμιά ἀνάγκη, ἡ ἄρνηση τῆς ὕπαρξης ὁποιασδήποτε ἀνεπάρκειας ἤ ἀγκαιότητος, ἡ ζωή πέρα ἀπό τήν ἀναγκαιότητα εἶναι ἡ περιοχή τῆς ἀξιοπρέπειας.

Οἱ μποέμικες δραστηριότητες, ἐκεῖνες τῶν ὁποίων ἡ χρησιμότητα δέν λογαριάζεται στήν ἐπιβίωση, καί μόνον αὐτές, συνεισφέρουν στήν ἐλευθερία, δηλαδή τήν ἀνθρώπινη άξιοπρεπή ὑπόσταση.

Κυριακή 5 Ιουλίου 2020

Ἐξουσία

Ἐξουσία εἶναι ἡ δυνατότητα πραγματοποίησης ἀποφάσεων μέ βάση τόν νόμο καί τίς παραδόσεις. Πολιτική εἶναι ἡ δυνατότητα καθορισμοῦ τοῦ τί πρέπει νά πραγματοποιηθεῖ. Ἡ συνύπαρξη ἐξουσίας καί πολιτικῆς ἦταν στό παρελθόν ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο τά πράγματα λειτουργοῦσαν μέ σχετική ἐπιτυχία. Ἐξουσία καί πολιτική λειτουργοῦσαν στό ἴδιο ἐπίπεδο καί συνυπῆρχαν στά πλαίσια τοῦ ἴδιου χώρου, τοῦ κυρίαρχου ἔθνους κράτους. Οἱ δύο πλευρές τοῦ διπόλου, ἀπό τήν μιά μεριά ἐξουσία-πολιτική καί ἀπό τήν ἄλλη οἱ πολίτες, γνώριζαν ὅτι ἡ μιά καθόριζε τήν ἄλλη καί ὑπῆρχε μιά ἀμοιβαία ἐξάρτηση. Αὐτή ἡ ἀμοιβαιότητα δέν ὑφίσταται πλέον.

Ἡ ὑπονόμευση τῆς ἰδέας τοῦ κυρίαρχου ἔθνους κράτους καί ἡ διεθνοποίηση τῶν οἰκονομικῶν ἐξουσιῶν διέρρηξαν  τήν συνύπαρξη ἐξουσίας-πολιτικῆς. Ἡ πολιτική ἀπομονωμένη πλέον ἀδυνατεῖ νά ἐξασφαλίσει τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο τά πράγματα ὁφείλουν νά πραγματοποιηθοῦν. Οἱ πολιτικοί εἶναι ἀνίκανοι νά τηρήσουν τίς ὑποσχέσεις τους πώς θά ὑπερασπιστοῦν τά συμφέροντα τῆς χώρας τους, ἐπειδή ὑπάρχουν πιέσεις πού εἶναι ἀπολύτως ἀδιάφορες γιά τά συμφέροντα, τίς ἐπιθυμίες καί τίς προτιμήσεις τῶν πολιτῶν κυρίαρχων χωρῶν. Ἀπό τήν ἄλλη ἡ διεθνοποίηση τῆς οἰκονομικῆς ἐξουσίας τήν ἀπάλλαξε ἀπό τόν πολιτικό ἔλεγχο. Μᾶλλον συμβαίνει τό παράδοξο ἡ διεθνοποιημένη οἰκονομική ἐξουσία νά ἀσκεῖ ἔλεγχο στήν πολιτική κυρίαρχων ἐθνῶν κρατῶν. Ἐάν οἱ πολιτικοί ἀποφασίσουν κάτι τό ὁποῖο δέν εἶναι ἀρεστό στούς ρυθμιστές τῶν διεθνῶν χρηματιστηρίων αὐτό πιθανῶς θά εἶναι καί τό τέλος αὐτῶν τῶν πολιτικῶν ἀλλά καί τῆς χώρας τους.

Ἀκούγεται συχνά πώς οἱ αὐξανόμενες ἀνισότητες καί ἀδικίες πού ἔγιναν ἀνεκτές ἀπό διεφθαρμένα κοινωνικά συστήματα πού λειτούργησαν πρός ὄφελος μειοψηφιῶν συνεισέφεραν στήν μεταστροφή τῶν πληθυσμῶν ἀπό ἀριστερές πρός δεξιές θέσεις. Δέν ὑπάρχει καμμιά τέτοια τάση. Αὐτό πού κατεξοχήν συμβαίνει εἶναι πώς ὁ καθένας μας ἔχει ἀφεθεῖ μόνος νά ἀντιμετωπίσει τήν κυρίαρχη ἰδεολογία μέ τούς μεμονωμένους πόρους του, τό περιορισμένο ταλέντο του καί τήν περιορισμένη εὐφυΐα του γιά νά βρεῖ λύσεις στά ἰδιωτικά του προβλήματα ἀδιαφορώντας γιά τά προβλήματα τῶν ἄλλων. Τἀ ὄρια μεταξύ τοῦ ἰδιωτικοῦ καί τοῦ συνόλου ἔχουν διευρυνθεῖ σέ τεράστιο βαθμό. Ἡ σημασία τοῦ ἰδιωτικοῦ συμφέροντος ἔχει ἐνισχυθεῖ καί συγχρόνως ἐκείνη τοῦ δημοσίου ἔχει δαιμονοποιηθεῖ ὡς ἀντίπαλο δέος καί ξένο. Τό ὁποῖο στήν πράξη σημαίνει ὅτι κανείς δέν ἐνδιαφέρεται γιά μιά καλή καί δίκαιη κοινωνία, ἀλλά ὁ καθένας μας κοιτᾶ νά βρεῖ μιά μικρή ἥσυχη γωνιά στόν σκληρό τοῦτο κόσμο. Οἱ ἀλλαγές ἀπό δεξιές σέ ἀριστερές θέσεις λοιπόν δέν ὑπαγορεύονται ἀπό μεταβαλλόμενες ἰδεολογίες τοῦ πληθυσμοῦ, ἀλλά ἀπό μιά διαφορετική δυναμική. Καθώς ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀτόμου νά ἐνεργεῖ δέν προέρχεται ἀπό τήν ἐλευθερία καθεαυτή ἀλλά ἀπό τήν ἀσφάλεια πού κανείς νοιώθει νά ἐνεργεῖ, ἡ πεποίθηση πώς ἡ ἀσφάλεια αὐτή παρέχεται ἀπό δεξιούς κύκλους ἔχει πείσει πολλούς.

Τό πρόβλημα πού ἀντιμετωπίζει ἡ πολιτική στήν τρέχουσα περίοδο εἶναι πώς ἀδυνατεῖ νά βρεῖ τρόπο νά ἀρθεῖ στό ἐπίπεδο τῆς ἐξουσίας καί νά ἀναπτύξει πολιτικά ὄργανα ἰσοδύναμα ἐκείνων πού λειτούργησαν ἐπιτυχῶς στό πλαίσιο τοῦ ἔθνους κράτους. Τό ζήτημα εἶναι ποιά εἶναι ἡ ἐπιλογή πού θά ὑπερισχύσει. Ἡ ἐπιστροφή στό κυρίαρχο ἔθνος κράτος ἤ ἡ ἐξακολούθηση πρός τήν κατεύθυνση τῆς διεθνοποίησης τῶν πάντων.   



Σάββατο 20 Ιουνίου 2020

Ἡ ἀφή


Ἕνα ἄγγιγμα, ἕνα χάδι, τά δάχτυλα ὅταν μπλέκονται στήν ἀναρχία τῶν μαλλιῶν, μιά ἀγκαλιά, ἡ χειραψία. Ἡ ἀφή διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στήν ἐξωτερίκευση συναισθημάτων τά ὁποῖα ἐκφραζόμενα μέ ἄλλες αἰσθήσεις συνήθως προσλαμβάνουν τόν χαρακτῆρα τοῦ ζωώδους. Ἡ ἀφή παρέχει ἕνα εἶδος μοναδικῆς ἀντίληψης τῆς ἐπαφῆς μας μέ τόν κόσμο. Τά παιδιά ψηλαφοῦν, σηκώνουν, ζυγίζουν, μετροῦν κι ἔτσι μαθαίνουν πρωταρχικές ἔννοιες ὅπως μορφές, μεγέθη, σχήματα, διαστήματα, ἀποστάσεις, συλλέγοντας ἐμπειρίες μέ τήν ἀφή.

Ἕνα σύνολο σημάτων πού προσλαμβάνουμε ἀπό τόν κόσμο πού μᾶς περιβάλλει μᾶς δίνει τό αἴσθημα ὅτι εἴμαστε ἀσφαλεῖς ἤ ἐπισφαλεῖς. Τό φυσικό, στοργικό, ἐνθαρρυντικό ἄγγιγμα, εἶναι θεμελιῶδες σῆμα πώς εἴμαστε ἀσφαλεῖς, καθώς ὑπάρχει κάποιος πού νοιάζεται γιά μᾶς. Τό συναίσθημα τῆς ἀσφάλειας πού δίνεται ὅταν κάποιος κρατᾶ τό χέρι μας ἤ μᾶς ἀγκαλιάζει σφιχτά, συντελεῖ στήν ἔκκριση ὀρμονῶν καί βιοχημικῶν μορίων στό σῶμα καί τόν ἐγκέφαλο πού βοηθοῦν στήν ἀντιμετώπιση καταπονήσεων. Αὐτές οἱ βιοχημικές οὐσίες ρυθμίζουν αὐτόματα τό ἀνοσοποιητικό σύστημα, τήν ἀναπνοή, τήν πίεση τοῦ αἵματος καί τόν καρδιακό παλμό. Τό στοργικό χάδι κάνει τόν ὕπνο καλύτερο, χαμηλώνει τήν ἔκκριση νευροδιαβιβαστῶν, ἀπαλύνει τόν πόνο.

Οἱ ἄνθρωποι χρησιμοποιοῦν τίς αἰσθήσεις τους γιά νά ἀντιληφθοῦν τόν κόσμο. Ἡ ὅραση εἶναι πρωταρχική σ’αὐτή τή διαδικασία, ὡς ἡ αἴσθησις τῆς ἀληθείας. Πιστεύει κανείς μόνο αὐτό πού μπορεῖ νά δεῖ μέ τά μάτια του, τά μάτια δέν σέ ξεγελοῦν ποτέ. Ἡ ὅραση δίνει τήν δυνατότητα νά ἀντιληφθεῖ κανείς τό φῶς καί τό φῶς συμβολίζει τήν ἐπιστημονική πραγματικότητα καί τήν φιλοσοφική ἀλήθεια. Μετά τήν ὅραση ἀκολουθεῖ ἡ ἀκοή ἡ ὁποῖα διαχωρίζεται ἀπό τίς ὑπόλοιπες, τίς ἀποκαλούμενες κατώτερες αἰσθήσεις, τήν ὁσμή, τή γεύση καί τήν ἀφή. Οἱ ἀντιλήψεις αὐτές εἶναι παγιωμένες γιά αἰῶνες καί ἀναθεωρήσεις, ἐάν ποτέ ὑπῆρξαν, συνέβαιναν μέ πολύ ἀργό ρυθμό.

Ὁ κοροναϊός σέ ἕνα διάστημα πολύ λίγων ἐβδομάδων ἐπέφερε ραγδαῖες μεταβολές. Τά μάτια πού κάποτε ἐμπιστευόμασταν δέν εἶναι σέ θέση νά δοῦν τόν ἀόρατο ἐχθρό. Ἐνῶ κάποιοι ἄνθρωποι φαίνονται ἀπόλυτα ὑγιεῖς μποροῦν νά μεταδίδουν τήν ἀσθένεια ἐν ἀγνοία τους. Ἀσυμπτωματικοί φορεῖς εἶναι δυνάμει διασπορεῖς τῆς ἀσθένειας τοῦ ἰοῦ καί γιά τόν λόγο αὐτό συχνά περιγράφονται ὡς “σιωπηλοί”. Ὁ κοροναϊός δέν περιορίστηκε στήν ὅραση καί τήν ἀκοή ἀλλά κτύπησε σκληρά τήν ὁσμή καί τή γεύση. Ἡ ἀοσμία καί ἡ ἀπουσία τῆς γεύσης εἶναι πρώϊμα δείγματα τῆς μόλυνσης. Τά ζεστά φαγητά τῶν ἐστιατορίων ἔχουν τώρα ἀντικατασταθεῖ ἀπό τά κρύα καί ἄνοστα τῶν ντελιβεράδων.

Ἡ αἴσθηση πού ἐπλήγη περισσότερο ἀπό τόν κοροναϊό ὅμως εἶναι ἡ ἀφή. Κοινωνική ἀπόσταση, ἀποφυγή “μή ἀναγκαίων” ἐπαφῶν μέ πρόσωπα καί πράγματα, συχνό πλύσιμο τῶν χεριῶν μετά ἀπό κάθε ἄγγιγμα μέ ὁτιδήποτε. Εἶναι γνωστό πώς ἡ τιμή τῆς ἐλευθερίας εἶναι ἡ μοναχικότητα. Ἡ διαδικτυωμένη μοναξιά πού μᾶς ἐπέβαλε ὅμως ὁ ἰός ἔχει καταστήσει δύσκολη τήν ἀπόλαυση τῶν ὠφελειῶν της. Ὁ κοροναϊός ἀναδεικνύοντας τή σημασία τῆς ἀφῆς τήν ἴδια στιγμή τήν ἐξουθένωσε ποικιλοτρόπως. Δέν εἶναι ὅμως μόνος του σ’αὐτό. Παλιότερα ἡ ἔκθεση στήν ὑπεριώδη ἀκτινοβολία τοῦ ἥλιου ἀλλά καί ὁ HIV μᾶς περιόρισαν -σέ μικρότερη βέβαια κλίμακα- στό κλείσιμο στό σπίτι. Μοιάζει σάν μιά συνωμοτική συντονισμένη ἐπιχείρηση τῶν ἀσθενειῶν νά ἐξοντώσουν τήν ἀφή...


Κυριακή 19 Απριλίου 2020

Λαμπρή



Ἀνάσταση
«Δέ σ’ ἀκολουθῶ πιά» φώναξα, μά ἐκείνος μ’ ἔσπρωξε, τό ἁμάξι κατρακύλησε μές στή νύχτα, πού πηγαίναμε; στίς γωνιές, μέ μεγάλα κάτωχρα πρόσωπα, στέκανε οἱ Σιωπηλοί, μόλις προφταίναμε νά παραμερίσουμε γιά νά μή μᾶς γκρεμίσουν,

κι οἱ ὀργανοπαῖχτες πού ἀκολουθοῦσαν, μισομεθυσμένοι, μέ τήν ψυχή τους ἀπροστάτευτη ἀπ’ τή βροχή, φοροῦσαν κάτι σταχτιά, στραπατσαρισμένα καπέλα, ἀπ’ αὐτά πού βρίσκονται στόν οὐρανό, μαζί μέ τά παιδιά καί τούς σαστισμένους,

κι αὐτό τό κάθαρμα ὁ ἁμαξᾶς προσπαθοῦσε νά κρύψει μ’ ἕνα σάλι τό βρόμικο μοῦτρο του, ἐνῶ ἐγώ ἤξερα πώς ἦταν ἐκεῖνος ὁ ἀλήτης, πού μιά νύχτα ἀρνήθηκα νά πιῶ ἕνα ποτήρι μαζί του,

ἔπρεπε νά ξεφύγω, γλίστρησα κρυφά καί νοίκιασα ἕνα δωμάτιο σ’ ἕνα ἀπόμερο ξενοδοχεῖο, μά ὅπως ἐκείνη τή νύχτα μέ μαστίγωνε ἡ πόρνη, κι ἄκουγα τή θεία ἐκμυστήρευση, ἦρθε καί γονάτισε δίπλα μου,

τότε τόν ἀκολούθησα, κι ὅπως βαδίζαμε, εἴδαμε ἄυπνο καί χλωμό τόν Σίμωνα τόν Κυρηναῖο, «πλαγιάζω στον τάφο καί τρέμω, πώς κάθε τόσο θά μέ ξανασηκώσουν» εἶπε λυπημένος,

γιατί ἄν χρειάζονταν κάποιον νά βοηθήσει γιά τό σταυρό, πάλι αὐτόν θά συναντοῦσαν στό δρόμο.

Τάσος Λειβαδίτης,
Ἀπό τή Συλλογή Νυχτερινός ἐπισκέπτης


Ὁ νεκρός ποιητής

Δέν εἶμ' ἐδῶ πού ψάχνεις.

Τί γυρεύω ἐγώ μές στά λουλούδια
στ' ἀβάσταχτο φῶς τοῦ φεγγαριοῦ.

Στίς αἴθουσες πού οἱ ρήτορες
ἐκπολιτίζουν τό κοινό
μέ τά φαντάσματά μας.

Τί γυρεύω.

Πᾶνος Θασίτης


μέ τί βιασύνη προχωρεῖ ὁ Ἰησοῦς
ἐφέτος
Πρός τήν Ἀνάσταση...
Παραμερίζει πανέρια τεράστια
γιομάτα βιολέτες
σπρώχνει τούς ἀέναους
παπάδες
τινάζει νευρικά πρός τά πίσω
τή μαλλοῦρα του
τό γεγονός εἶν' ὁλοφάνερο:
βαρέθηκε

Νῖκος Καροῦζος


Παρασκευή 10 Απριλίου 2020

Καλόγερος


Ὁ καλόγερος (πτηνό τῆς οἰκογένειας τῶν Παριδῶν μέ τήν ἐπιστημονική ὀνομασία Parus major) ἐμφανίζεται συχνά στά χαμηλά κλαδιά τῶν δένδρων τοῦ κήπου κάνοντας ἀκροβατικές κινήσεις πού ὑποστηρίζονται ἀπό τά χτυπήματα τῶν φτερῶν του. Ὁ καλόγερος φημίζεται γιά τό φωνητικό του ρεπερτόριο καί γιά περισσότερο ἀπό μιά πεντηκονταετία ἀποτελεῖ τό πρότυπο εἶδος οἰκολογικῶν καί συμπεριφοριστικῶν ἐρευνῶν.

Ἡ δύναμη τῆς γλῶσσας ἔγκειται στήν δυνατότητα σχηματισμοῦ ἠχητικῶν νοημάτων –λέξεων- πού εἶναι τό ἀποτέλεσμα συνδυασμοῦ ἤχων πού ἀπό μόνοι τους δέν ἔχουν κανένα νόημα. Ἡ ἱκανότητα συνδυασμοῦ ἤχων ἄνευ νοήματος σέ ἠχητικές λέξεις” ἔχει ἐπιβεβαιωθεῖ ἀπό ἔρευνες σέ πτηνά, πιθήκους καί ἄλλα ζῶα. Τό ἐπόμενο στάδιο μετά τίς λέξεις εἶναι ἡ σύνταξη προτάσεων, ὁ συνδυασμός συγκεκριμένων λέξεων γιά νά δημιουργηθοῦν ἐκφράσεις μέ πιό πολύπλοκο νόημα. Ἡ σύνταξη προτάσεων ἀποτελεῖ τή βάση τῆς ἀνθρώπινης ἐπικοινωνίας καί μέχρι πρότινος ἐθεωρεῖτο μοναδικό χαρακτηριστικό τῆς ἀνθρώπινης γλῶσσας καί κατά συνέπεια ἀποκλειστικό προνόμιο τοῦ ἀνθρώπου. Πρόσφατα διαπιστώθηκε πώς ὁ καλόγερος ἔχει ἀναπτύξει τό χαρακτηριστικό τῆς σύνταξης προτάσεων καί ἔχει τή δυνατότητα νά σχηματίζει ἐκφράσεις μέ νόημα.

Αὐτές τίς μέρες τῆς κατ’οἶκον ἀπόσυρσης ἀπό τή συνηθισμένη καθημερινότητα ὁ καλόγερος κάθε πρωϊ κτυπᾶ τό τζάμι τοῦ παράθυρου πού βλέπει στόν κῆπο. Τό πτηνό καλόγερος ὅπως καί ὁ ἀντίστοιχος ἄνθρωπος καλόγερος χρειάζονται ἕναν συνομιλητή ἀπόμακρο καί ἄγνωστο ἐπειδή μόνο κατά αὐτόν τόν τρόπο μποροῦν  νά ἐπικοινωνοῦν χωρίς νά καθορίζονται ἀπό τόν συνομιλητή τους. Οἱ καθιερωμένοι κώδικες περιορίζουν τό λεξιλόγιο σέ λίγες συγκεκριμένες λέξεις. Ἡ ἐπικοινωνία μειώνεται στήν ἀποκρυπτογράφηση κάποιου κώδικα καί ὄχι στήν κατανόηση τοῦ νοήματος τῶν λέξεων. Ὁ καλόγερος ἔχει ἀνάγκη ἀπό ἀπελευθερωμένες λέξεις προκειμένου νά ἐπιτύχει τό στόχο του. Ὁ στόχος τοῦ καλόγερου εἶναι νά παραδώσει τό σύνολο τῆς ποίησης πού ἔχει λάβει ἐκ τῶν προτέρων στό συνομιλητή του. Ἡ ὑποχρέωση τοῦ συνομιλητῆ εἶναι νά ἀκούει πάρα πολύ προσεκτικά ὧστε νά μπορέσει νά κατανοήσει τόν κτύπο τῶν προφορικῶν λέξεων ὁ ὁποῖος τοῦ προσφέρεται σέ ἀφθονία νοημάτων.

Στό τέλος τοῦ ποιήματος, ὁ ἀκροατής παραμένει μόνος μέσα σέ μιά σκοτεινή εὔγλωττη θάλασσα. Ὁ καλόγερος λαχανιασμένος ἀπό εὐχαρίστηση, κυματίζει τά φτερά του, ἀκροβατεῖ ἀπό κλαδί σέ κλαδί καί μυημένος στά μυστικά τῆς Ἑλληνικῆς γραμματικῆς, τραγουδᾶ “πεπαιδευκώς” δηλώνοντας τήν ἀδυναμία του νά συνεχίσει τή διδασκαλία διά τό ὑπόλοιπον τῆς ἡμέρας. Συνεπαρμένος ἀπό τήν ποίηση τοῦ καλόγερου τίς ἐγκλίσεις, τόν παρακείμενο, τόν ὑπερσυντέλικο, τήν εὐκτική, τά ἐπιρρήματα καί τίς ἀντωνυμίες φωταγωγῶ τό ἐσωτερικό σκοτάδι.



Κυριακή 22 Μαρτίου 2020

Κάθομαι σπίτι, ἀλλὰ σκέφτομαι...

     

Κάθομαι σπίτι ἀλλὰ δὲν χειροκροτῶ, σκέφτομαι. Δὲν κάθομαι σπίτι γιὰ νὰ ἀκούσω μουσικὴ, νὰ δῶ ταινία, ἤ νὰ διαβάσω, ὅπως μὲ προτρέπουν διάφοροι τυχάρπαστοι στὸν δημόσιο λόγο. Δὲν κάθομαι σπίτι ἐπειδὴ μὲ παροτρύνουν ἀπειλῶντας, εἴτε μὲ ἀπειλοῦν παροτρύνοντας. Μένω σπίτι γιατὶ ἀνησυχῶ καὶ φοβᾶμαι γιὰ τοὺς δικοὺς μου ἀνθρώπους, καὶ ὄχι γιατὶ μοῦ τὸ ἐπιβάλλει ἡ κυβέρνηση. Μένω σπίτι καὶ σκέφτομαι ὅτι αὐτοὶ ποὺ σήμερα - εἴτε λόγῳ ἀνικανότητας, εἴτε σκοπίμως - μοιράζουν ἁπλόχερα τὸν φόβο ἀντὶ νὰ διενεργοῦν τὰ διαγνωστικὰ τέστ γιὰ τὸν covid19, αὔριο, μετὰ τὸ τέλος τῆς καταστροφικῆς πανδημίας θὰ ἐμπορευθοῦν τὴν ἐλπίδα,  ὁδηγῶντας μας ἐκ νέου στὴν " ἀνάπτυξη". Γιατὶ, πάντα, μετὰ τὶς μεγάλες ἀλλαγὲς, ὁ συνδυασμὸς ἐλπίδας, "ἀνάπτυξης", καὶ τοῦ ἀφθόνου χρήματος ποὺ εἰσρέει, σὲ τριτοκοσμικὲς σὰν τὴν νεοαιωνία Ἑλλάδα χῶρες, εἶναι ἐγγύηση ὑπανάπτυξης καὶ διασπάθισης τοῦ χρήματος ἀπὸ τοὺς λίγους. Ἰδίως ὅταν κυβερνᾶ κάθε μορφῆς Δεξιὰ. Ἁπτὰ παραδείγματα: Μικρασιατικὴ Καταστροφὴ, Σχέδιο Μάρσαλ, εἴσοδος στὴν ΟΝΕ.

Πέμπτη 12 Μαρτίου 2020

Κοροναϊός


Ἀπό μέλος τοῦ συμβουλίου τοῦ Πανεπιστημιακοῦ νοσοκομείου τοῦ Stanford.
Γιά πολλές ἡμέρες μετά τήν μόλυνση ἀπό τόν κοροναϊό (COVID-19) μπορεῖ νά μήν ὑπάρχουν ἐνδείξεις μολύνσεως. Μέχρι τή στιγμή πού θά ἀρχίσουν τά συμπτώματα (πυρετός καί/ἤ βήχας) οἱ πνεύμονες ἔχουν ὑποστεῖ 50% ἴνωση καί ἴσως νά εἶναι ἀργά. Ἓνας ἁπλός τρόπος ἐλέγχου τοῦ ἐάν κανείς εἶναι μολυσμένος ἤ ὄχι εἶναι αὐτός πού προτείνουν ἐμπειρογνώμονες ἀπό τήν Ταϊβάν καί μπορεῖ νά ἐφαρμόζεται κάθε πρωϊ. Πάρτε μιά βαθιά ἀνάσα καί κρατῆστε τήν ἀναπνοή σας γιά περισσότερο ἀπό 10 δευτερόλεπτα. Έάν ὁλοκληρώσετε τή διαδικασία μέ ἐπιτυχία (χωρίς βήχα, χωρίς δυσφορία, ἤ σφίξιμο) εἶναι ἀπόδειξη πώς δέν ὑπάρχει ἴνωση στούς πνεύμονες καί κατά συνέπεια δέν ὑπάρχει λοίμωξη. Ἐπαναλαμβάνετε τή διαδικασία κάθε πρωϊ σέ χώρους καλά ἀεριζόμενους μέ καθαρό ἀέρα.  




Κυριακή 26 Ιανουαρίου 2020

Ἰσονομία



Ὁ ὄρος ἰσονομία γίνεται ἀντιληπτός μέ διάφορες παραλλαγές πού περιλαμβάνουν τίς ἔννοιες δημοκρατία, κράτος δικαίου, ἰσότητα ἔναντι τοῦ νόμου γιά νά ἀναφερθοῦν μερικές. Οἱ νόμοι ὅμως θεσπίζονται μέ τρόπους πού θά πρέπει νά ἱκανοποιοῦν τίς ἐπιθυμίες τῆς πλειοψηφίας καί καθώς κανένας νόμος δέν πρέπει νά ἀποκλίνει ἀπό τίς ἐπιθυμίες τῆς πλειοψηφίας ἡ κοινοβουλευτική δημοκρατία ὡς νόμος τῆς πλειοψηφίας λειτουργεῖ ἐντός τῆς δυναμικῆς τῶν κυβερνώντων ἐναντίον τῶν κυβερνωμένων. Ὁ νόμος τῆς πλειοψηφίας περιορίζει τήν ἀνθρώπινη ὕπαρξη σέ ἑνα σύστημα ἐκτυφλωτικῶν λάμψεων καί ἀποθαρρυντικῶν ἐπιθέσεων κενῆς περιεχομένου πολυλογίας πού ἀπειλεῖ νά συντρίψει ἤ νά καταστήσει τά ἄτομα κατοικίδια φυτά. Θά ἦταν λοιπόν προτιμότερο ἡ ἔννοια τῆς ἰσονομίας νά γίνεται ἀντιληπτή ὡς παντελής ἀπουσία νόμων παρά ὡς ἰσότητα ἔναντι τῶν νόμων. Ἡ ἀνομία ἔχει νόημα στό πλαίσιο ἑνός ἤθους στό ὁποῖο ἡ ἀρχή εἶναι ἔμφυτη, ἡ ἀνάγκη θέσπισης νόμων δέν ὑφίσταται καί ἔτσι ἡ διάκριση μεταξύ κυβερνήτη καί κυβερνωμένου ἤ ἄρχουσας τάξης καί ὑπάκουων ὑπηκόων εἶναι ἀχρείαστη.