Ἡ ἀρνητική κριτική κατά τῶν λεγομένων «εὐρωπαϊκῶν»
ἀξιῶν, τό ἐνδεχόμενο ἀποχώρησης ἀπό τήν ἴδια τήν ΕΕ, ἡ συζήτηση καί μόνον γιά
καθιέρωση ἐθνικοῦ νομίσματος, ὅλα αὐτά εἶναι
ἐπαρκεῖς λόγοι, ἄν κρίνουμε ἀπό τόν πρόσφατο ἀντιπολιτευτικό λόγο τοῦ κ.
Μητσοτάκη, ἀλλά κυρίως ἀπό τόν ὀρυμαγδό ἁπάντων τῶν τηλεοπτικῶν δελτίων,
κυβερνητικῶν καί μή, γιά νά χαρακτηρισθεῖ ὁ προβληματιζόμενος πολίτης, πόσῳ μᾶλλον
ὁ φανατικός ὑποστηρικτής τέτοιων θέσεων, ὡς λαϊκιστής. Ἀνάλογη ἰσοπέδωση ἰσχύει
– μέ τίς εὐλογίες τῶν εὐρωπαϊκῶν ἀρχῶν -
γιά ὅσους στέκονται κριτικά ἕως ἀρνητικά
ἀπέναντι στήν προπαγάνδα τῶν «ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων». Δηλαδή ἀρκεῖ νά ἐκφρασθεῖ μιά ἀντίθετη πρός τό κρατοῦν σύστημα ἄποψη ὥστε
νά ἀπαξιωθεῖ στό ἄψε σβῆσε καί πρός δόξαν
τῆς δημοκρατίας, χαρακτηριζόμενη μέ περισσή εὐκολία ὡς λαϊκιστική. Πρόκειται ὅμως
ὄντως περί τοῦ λαϊκισμοῦ ὡς ἐχθροῦ τῆς δημοκρατίας;