Tό παρακάτω κείμενο τοῦ Ἠλία Πετρόπουλου γράφτηκε στὸ Παρίσι στὶς 20-4-1993. Δημοσιεύτηκε, μαζὶ μὲ τὴν ἀφήγηση τοῦ Λάκη Σάντα, στήν ἐφημερίδα Ἐλευθεροτυπία στὶς 31-5-1993. Ἡ ἀφήγηση τοῦ Λάκη Σάντα εἶναι ξεσηκωμένη ἀπὸ ἕνα δακτυλογράφο τοῦ συγγραφέα τους (μὲ αὐτόγραφες διορθώσεις καὶ συμπληρώσεις), πού χρονολογεῖται ἀπὸ τὸ φθινόπωρο τοῦ 1944.
Ὁ Ἐθνικὸς Ἥρωας Λάκης Σάντας.
Γράφω μὲ δέος γιὰ τὸν Σάντα.
Κάθε φορά πού μὲ ἐπισκέπτεται ἕνας ἄγνωστός μου φοιτητής, τὸν ρωτάω ἂν ξέρει τὸν Λάκη Σάντα. Ἡ ἀπάντηση εἶναι πάντα
ἀρνητική. Ἡ ἔλλειψη ἱστορικῆς μνήμης, πού τόσο χαρακτηρίζει τὸν νεοέλληνα, ἀποδεικνύει ὅτι ὁ λαὸς μας πῆρε τὸ κακὸ μονοπάτι. Ὁ Σάντας, μαζὶ μὲ τὸν Γλέζο, ἐπιτέλεσαν μίαν ἐθνικὴ ἡρωϊκὴ πράξη. Καὶ πιὸ συγκεκριμένα, ὁ Σάντας καὶ ὁ Γλέζος εἶναι οἱ πρῶτοι ἀγωνιστές, πού ξεκίνησαν τὴν Ἀντίσταση κατὰ τῶν χιτλερικῶν, ἀνὰ τὴν Εὐρώπη. Αὐτὸ ἔγινε τὴν νύχτα 30/31 Μαῒου 1941 — δηλαδή, τότε ἀκριβῶς πού ἔπεσε καὶ ἡ Κρήτη στὰ νύχια τῆς Βέρμαχτ. Ἡ ἱστορικὴ στιγμὴ ἦταν τόσον εὐνοϊκὴ γιὰ τὴν νατσιστικὴ Γερμανία, ὥστε τὸ κουράγιο (ἤ, μᾶλλον, τὸ θράσος) τῶν δύο πατριωτῶν μοῦ προξενοῦσε ἀνέκαθεν ἕναν ἱερὸ σεβασμό. Δὲν προτίθεμαι νὰ περιγράψω τὸ γεγονός. Ἁπλῶς, θέλησα νὰ πῶ δυὸ ἐγκάρδιες φράσεις γιὰ τὸν Ἐθνικὸ Ἥρωα Λάκη Σάντα, πού συμβαίνει νὰ εἶναι καὶ ἀγαπημένος μου φίλος. Γνωρίζω, βέβαια, καὶ τὸν Μανόλη Γλέζο ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῆς Χούντας, ὅποτε πέρναγα συχνὰ ἀπὸ τὸ βιβλιοπωλεῖο του (— ἐκεῖ, μάλιστα, συνάντησα μιὰ φορὰ καὶ τὸν Παρτσαλίδη). Ὡστόσο, σήμερα τὸ θέμα μου εἶναι ὁ Σάντας.
Ὁ Ἐθνικὸς Ἥρωας Λάκης Σάντας.
Γράφω μὲ δέος γιὰ τὸν Σάντα.
![]() |
1985, ὁ Λάκης Σάντας καί ὁ Μανώλης Γλέζος |
ἀρνητική. Ἡ ἔλλειψη ἱστορικῆς μνήμης, πού τόσο χαρακτηρίζει τὸν νεοέλληνα, ἀποδεικνύει ὅτι ὁ λαὸς μας πῆρε τὸ κακὸ μονοπάτι. Ὁ Σάντας, μαζὶ μὲ τὸν Γλέζο, ἐπιτέλεσαν μίαν ἐθνικὴ ἡρωϊκὴ πράξη. Καὶ πιὸ συγκεκριμένα, ὁ Σάντας καὶ ὁ Γλέζος εἶναι οἱ πρῶτοι ἀγωνιστές, πού ξεκίνησαν τὴν Ἀντίσταση κατὰ τῶν χιτλερικῶν, ἀνὰ τὴν Εὐρώπη. Αὐτὸ ἔγινε τὴν νύχτα 30/31 Μαῒου 1941 — δηλαδή, τότε ἀκριβῶς πού ἔπεσε καὶ ἡ Κρήτη στὰ νύχια τῆς Βέρμαχτ. Ἡ ἱστορικὴ στιγμὴ ἦταν τόσον εὐνοϊκὴ γιὰ τὴν νατσιστικὴ Γερμανία, ὥστε τὸ κουράγιο (ἤ, μᾶλλον, τὸ θράσος) τῶν δύο πατριωτῶν μοῦ προξενοῦσε ἀνέκαθεν ἕναν ἱερὸ σεβασμό. Δὲν προτίθεμαι νὰ περιγράψω τὸ γεγονός. Ἁπλῶς, θέλησα νὰ πῶ δυὸ ἐγκάρδιες φράσεις γιὰ τὸν Ἐθνικὸ Ἥρωα Λάκη Σάντα, πού συμβαίνει νὰ εἶναι καὶ ἀγαπημένος μου φίλος. Γνωρίζω, βέβαια, καὶ τὸν Μανόλη Γλέζο ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῆς Χούντας, ὅποτε πέρναγα συχνὰ ἀπὸ τὸ βιβλιοπωλεῖο του (— ἐκεῖ, μάλιστα, συνάντησα μιὰ φορὰ καὶ τὸν Παρτσαλίδη). Ὡστόσο, σήμερα τὸ θέμα μου εἶναι ὁ Σάντας.