Τετάρτη 29 Απριλίου 2015

Ὁ ἀρτιμελής μέ τό ἀσανσέρ ἡ πατερίτσα μέ τίς σκάλες...






Μασκαρᾶ γκρέκο μασκαρᾶ...( Γιάννης Μηλιώκας)
Ζούγκλα δὲν σημαίνει ἀναγκαστικὰ τίγρεις, λιοντάρια, ὀργιώδης βλάστηση, καὶ « ἀπολίτιστοι» - σύμφωνα μὲ τὴν δυτικοευρωπαϊκὴ ὑπεροψία καί ὑποκρισία - ἄγριοι. Ἡ κατ’ ἐξοχὴν ζούγκλα δὲν βρίσκεται στὴν Ἀφρική. Ἐνυπάρχει στὶς σύγχρονες μεγαλουπόλεις ὡς κοινωνικὴ ἀποξένωση πού τροφοδοτεῖ τὴν «ἀνάπτυξη» καὶ τὴν «προόδο». Ὡς ἀντίβαρο αὐτοῦ του συνειδητοῦ ἀτομισμοῦ ὑπάρχει ὅμως μία διατήρηση τῆς κοινωνικότητος σὲ ἀλλά  ἐπίπεδα: ἡ προθυμία τοῦ πωλητοῦ ἑνὸς καταστήματος ἡ ἑνὸς γκαρσονιοῦ ἀπέναντι στὸν πελάτη ἤ ὁ σεβασμός καί ἡ εὐγένεια στήν συναναστροφή τῆς καθημερινότητος εἶναι μερικά ἀπό αὐτά.

Ἡ κοινωνικὴ ζούγκλα στὴν Ἑλλάδα εἶναι τρισχειρότερη ἀπὸ ὅτι σὲ μία δυτικοευρωπαϊκὴ μεγαλούπολη. Τὶς ὅποιες ἀμφιβολίες εἶχε στεριώσει τὸ νεοελληνικὸ παραμύθι μέσα μου, τίς γκρέμισε ἡ ἐμπειρία πού ὡς συνοδὸς ἀπέκτησα τὸν τελευταῖο μῆνα σὲ διαδρόμους καὶ θαλάμους νοσοκομείων. Δέν στοχεύω τό προσωπικό τοῦ συστήματος ὑγείας ἀλλά τόν «λαό». Σὲ ἀσανσὲρ 10 ἀτόμων νὰ μπουκάρουν 15, ἀδιαφορῶντας, χαζογελῶντας ἡ καθησυχάζοντας ὑποτιμητικὰ ἐμένα τὸν φοβιτσιάρη παράξενο « μὴ φοβᾶσαι φίλε δὲν χαλάει... ἔχω ἀνεβοκατέβει χιλιάδες φορές…» Νὰ στριμώχνονται στὴν πόρτα καὶ νὰ ἀφήνουν ἔξω τὸ καροτσάκι μὲ τὸν τραυματία. Στὸν θάλαμο τριῶν,  ἤ καὶ πραπάνω ἀσθενῶν, τὸ σόϊ τοῦ ἑνὸς νὰ καταλαμβάνει ὅτι καρέκλα ὑπάρχει καὶ νὰ δημιουργεῖ τὴν γνωστὴ ψευτοεγκάρδια ἀτμόσφαιρα καφενείου. Στοὺς προθαλάμους τῶν ὀρόφων ὅσοι ἄτυχοι τραυματίες μὲ πατερίτσες δὲν βροῦν κάθισμα εἶναι ὄχι μόνον ἀναγκασμένοι νὰ στηρίζονται στὸν τοῖχο, ἀλλὰ καὶ νὰ ἀνέχονται κινητὰ καὶ ζωντανὲς ρωμέϊκες συνομιλίες τέτοιας ἔντασης, πού ὧρες ὧρες θυμίζει τὰ ἀποδυτήρια τοῦ γηπέδου Καραϊσκάκη. Δέν στοχεύω τό ἐπί μέρους ἀλλά τήν γενικώτερη νοοτροπία πού τό γεννᾶ καί τό ἀνέχεται.


Παρασκευή 17 Απριλίου 2015

Ἐξορία


Ἡ Εὐριδίκη ἐπέταξε ὅλη της τήν ἔνδυσιν στούς βράχους. Δέν ἔχω τίποτα περισσότερο νά πῶ ἐφώναζε καθώς ἀπομακρυνόταν. Ὁμολογουμένως, τήν ἐγνώρισε καλά τήν ἐξορία. Πρέπει ὅμως νά γίνει κάτι σαφές. Ἡ “ἐξορία” γιά τήν ὁποῖα συζητοῦμε ἐδῶ δέν εἶναι ἀπαραίτητα μιά περίπτωσις φυσικῆς ἤ σωματικῆς κινητικότητος. Δέν συνεπάγεται τήν ἔξοδο ἀπό μιά χῶρα μέ προορισμό κάποιαν ἄλλη. Ἡ διάκρισις αὐτῆς τῆς ἐξορίας ἀπό τά ἄλλα εἴδη ἐξορίας εἶναι ἡ συχνά ἐπώδυνος καί ἀγωνιώδης ἄρνησις τῆς ἐνσωματώσεως παρά τάς συντριπτικάς πιέσεις.

Τό ραδιόφωνο ἐξακολουθοῦσε μανιωδῶς νά μεταδίδει ἀντικομμουνιστικά μηνύματα. Ζῶντας ἀνάμεσα σέ ἕνα πλῆθος ἀνταγωνιστικῶν ἀξιῶν, προτύπων καί τρόπων ζωῆς, χωρίς μιά σταθερή καί ἀξιόπιστη ἐγγύηση γιά τό τί ἀντιπροσωπεύει στήν πραγματικότητα τό δίκαιο, ἡ ὑπεράσπισις ἑνός τρόπου ζωῆς ποῦ ἀποκλίνει ἀπό τήν κοινωνικά ἀποδεκτή φυσιολογικότητα εἶναι μιά πολύ ἐπικίνδυνη τακτική καί ἐλλοχεύει ὑψηλό ψυχολογικό ἀντίτιμο. Ἡ “καλλυντική ψυχοφαρμακολογία” παρέχει πλέον τόν ὁρισμό τοῦ φυσιολογικοῦ.  Ἡ ἐξέγερσις ἔπαψε νά ἀποτελεῖ λογική ἐπιλογή.