Πολλὰ
χρόνια πέρασαν καταμετρῶντας ἀπώλειες, σιγὰ σιγά, λίγο λίγο, ὥρα μὲ τὴν ὥρα,
μέρα μὲ τὴ μέρα, βιβλία, γράμματα, ἱστολόγια, ἱστορίες, παραστάσεις, ποιήματα.
Οἱ ἀπώλειες εἶναι πάντοτε σαφεῖς, ἀνεξέλεγκτες κι ὁλοένα καὶ πιὸ καταστροφικῆς
ποιότητας. Τί εἶναι λοιπὸν αὐτὸ πού δίνει στὶς ἀπώλειες αὐτὴ τὴν καταστροφικὴ ἰσχύ;
Ὁ πόνος πού καθίσταται σταδιακὰ διαφορετικῆς φύσεως σά μία γρήγορη μαχαιριά, ἢ ὁ
ἔλεγχος πού διαχωρίζει τὴν ἀπώλεια ἀπὸ τὴν ἐγκατάλειψη; Ἐγκαταλείπω κάτι, ἔχω τὸν
ἔλεγχο. Τὸ χάνω, μαζί του χάνω καὶ τὸν ἔλεγχο. Σὲ ποιὰ κατηγορία λοιπὸν ἐμπίπτουν
τὰ καταμετρηθέντα; Στὶς ἀπώλειες ἢ στὰ ἐγκαταλελειμένα;