Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Νίτσε. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Νίτσε. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 4 Δεκεμβρίου 2010

Ὁ Νίτσε ὡς κριτικός τῆς κοινωνίας τοῦ χρήματος καί τοῦ κράτους

Τό παρακάτω ἄρθρο προέρχεται ἀπό τό ἱστολόγιο τοῦ Σπύρου Κουτρούλη(http://www.koutroulis-spyros.blogspot.com/)Μέ ἔντονα πλάγια γράμματα εἶναι τά ἀποσπάσματα ἀπό τό ἔργο τοῦ Νίτσε ἤ ἀπόψεις ἄλλων γιά τόν ἴδιο καί τό ἔργο του, γιά τά ὁποῖα ὑπάρχει ἐκτενής κατάλογος παραπομπῶν στό προαναφερθέν ἱστολόγιο.



Ὁ Νίτσε ὡς κριτικός τῆς κοινωνίας τοῦ χρήματος καὶ τοῦ κράτους

«Ὁ ἐκδικητικὸς τὸν λέει Νόμο,
κι ὁ τρελὸς Παιχνίδι,
Ἐπιτακτικὸ, τὸ Παιχνίδι τοῦ κόσμου,
Ἀναδύει τὸ ὂν καὶ τὴν ἐπίφαση»
Φ.ΝΙΤΣΕ

Ὁ τρόπος ποὺ ἀντιμετωπίζει ὁ Φ.Νίτσε τὴν ἀστικὴ κοινωνία, τὴν κοινωνία ποὺ θέτει ὡς ἀξιακὴ προτεραιότητα τὸ χρῆμα, καθορίζεται ἀπὸ τὴν ποιητικότητα τῆς γραφῆς του καὶ τὴν ἀπουσία συστηματικότητας στὴν σκέψη του.

Ἂν ἀναμένουμε ἀπ’ αὐτὸν τὶς ἐκτενεῖς ἀναλύσεις τῆς ἀστικῆς κοινωνίας, ποὺ συνδυάζουν διαφορετικοὺς ἐπιστημονικοὺς χώρους (ὅπως οἰκονομία, δίκαιο, ἱστορία,φιλοσοφία καὶ συχνὰ θεολογία ), σὰν αὐτὲς ποὺ συναντοῦμε στὰ ἔργα τοῦ Μὰρξ ἢ τοῦ Μ.Βέμπερ, θὰ ἀπογοητευτοῦμε. Ὁ λόγος τοῦ Νίτσε, ὑπαινικτικὸς ἢ ἀποφθεγματικὸς, περισσότερο χρησιμεύει ὡς ἔναρξη παρὰ ὡς κλείσιμο συζητήσεων. Ἡ κριτικὴ του κατευθύνεται πρὸς τὶς ἀξίες, ἀποθεμελιώνοντας τὶς ἀξιακὲς προυποθέσεις τοῦ πρώϊμου καπιταλισμοῦ, ἰδιαίτερα δὲ τὴν ἐγκόσμια ἀσκητική του δυτικοῦ χριστιανισμοῦ.



Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου 2009

Δουλειά, ἀνία, ἀνιδιοτέλεια


Νά ψάχνεις γιά δουλειά προκειμένου νά πληρωθεῖς: σ’αὐτό μοιάζουν ὅλοι σχεδόν οἱ ἄνθρωποι σήμερα στίς πολιτισμένες χῶρες. Γιά ὅλους ἡ δουλειά εἶναι ἕνα μέσο καί ὄχι ὁ σκοπός. Γι’ αὐτό καί δέν εἶναι δύσκολοι στήν ἐπιλογή τῆς ἐργασίας: ἀρκεῖ νά πληρώνονται καλά. Ὑπάρχουν ὅμως ἄνθρωποι ( ἄν καί λίγοι) πού θά προτιμοῦσαν νά πεθάνουν παρά νά δουλεύουν δίχως καμιά εὐχαρίστηση. Εἶναι ἐπιλεκτικοί, ἱκανοποιοῦνται δύσκολα, καί δέν νοιάζονται γιά μεγάλες ἀμοιβές ἄν ἡ δουλειά δέν εἶναι ἡ ἀμοιβή τῶν ἀμοιβῶν. Σ’αὐτό τό σπάνιο εἶδος ἀνθρώπων ἀνήκουν οἱ καλλιτέχνες καί οἱ στοχαστικοί ἄνθρωποι, ὅπως κι ἐκεῖνοι οἱ ἀργόσχολοι, πού περνοῦν τή ζωή τους μέ τό κυνήγι, τά ταξίδια, τίς ἐρωτοδουλειές καί τίς περιπέτειες. Ὅλοι αὐτοί θέλουν τήν δουλειά καί τόν μόχθο, ἀκόμη καί τήν σκληρότερη δουλειά ἄν χρειάζεται, μόνο ἄν εἶναι συνδεδεμένη μέ τήν εὐχαρίστηση. Σέ ἄλλη περίπτωση, ἡ τεμπελιά τους εἶναι κατηγορηματική, ἀκόμη κι ἄν μπορεῖ νά τούς φέρει τήν φτώχεια, τήν ἀτίμωση, τήν ἀρρώστια ἤ τόν θάνατο. Δέν φοβοῦνται τήν ἀνία τόσο ὅσο φοβοῦνται τήν δουλειά χωρίς εὐχαρίστηση, καί μάλιστα χρειάζονται πολλή ἀνία προκειμένου νά πετύχει ἡ δουλειά τους. Γιά τούς στοχαστές καί ὅλα τά εὐαίσθητα πνεύματα ἡ ἀνία εἶναι ἐκείνη ἡ δυσάρεστη «ἄπνοια» τῆς ψυχῆς, πού ὑπάρχει πρίν ἀπό τό εὐτυχισμένο ταξίδι καί τούς χαρούμενους ἀνέμους. Εἶναι ὑποχρεωμένοι νά τήν ὑποφέρουν καί νά περιμένουν μέσα τους τά ἀποτελέματά της.