Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ἠλίας Πετρόπουλος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ἠλίας Πετρόπουλος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2011

Ἡ μουχλιασμένη πάστα, δηλαδή "Ἑλλάς" τέλος...

(1) Τὸ κείμενο πού ἀκολουθεῖ στό δεύτερο μέρος τῆς ἀνάρτησης καί ἔχει τίτλο "ΤΟ ΕΠΟΣ" εἶναι ἀπόσπασμα ἀπὸ ἄρθρο δημοσιευμένο στὴν ἐφημερίδα Λευκαδίτικος λόγος, στὶς 30/10/1995. Ἀφιερώνεται στὶς γαλιάντρες τῆς "ἐθνικῆς κυριαρχίας". Πολιτικές, ἐπιχειρηματικὲς καὶ κυρίως τῆς «διανόησης». Σὲ αὐτὲς ποὺ μεταπολεμικὰ καὶ μετεμφυλιακὰ μετέτρεψαν τὰ συντρίμμια τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ σὲ πολτὸ καὶ σήμερα οἱ ιδεολογικοί τους ἀπόγονοι ἔχουν τὸ θράσος νὰ φουσκώνουν σὰν γαλιὰ ἀπὸ θιγμένη ὑπερηφάνια. Πού ἀνάγοντας τὴν «ἐθνικὴ» ἰδεολογία καὶ τὴν ἐθνικοφροσύνη σὲ συστατικό τοῦ ἑλληνισμοῦ, βύθισαν τόν νεοέλληνα στὸ σκοτάδι καί τὸν ὁδήγησαν στὴν κατάσταση διαρκοῦς ὑποζυγίου. Καὶ πιὸ πολὺ ἀφιερώνεται σέ ὅποιον νεοέλληνα, κουτοπόνηρα, ἀρέσκεται νὰ τὸ παίζει πάντα θῦμα, διστακτικός νὰ ἀναλάβει τὴν εὐθύνη τῆς ἀνατροπῆς.

Ὅταν βλέπω γριές νὰ μασουλᾶνε πάστες, οἱ πάστες μοῦ μοιάζουν γιὰ μουχλιασμένες, ἔγραψε ὁ Κνοὺτ Χάμσουν.

Ὑπάρχουν κάποιες ἔννοιες πού, σὰν ἱερές, ἐλάχιστα προφέρονται. Στὴν Ἑλλάδα οἱ λέξεις «ἔθνος», «πατρίδα», οἱ ἐν πολέμῳ νεκροί, κ.λπ. ἔχουν καταντήσει ἀπὸ τὴν συντριπτικὴ πλειονότητα τῶν νεοελλήνων πρόσχημα καθημερινῆς συναλλαγῆς, λοβιτούρας, μέσο προβολῆς καί πάσης φύσεως κομπίνας καὶ ἐργολαβίας. Καί ἔτσι μουχλιάζουν. Κυρίως ἀπὸ τὶς προαναφερθεῖσες γαλιάντρες. 

Τρίτη 5 Απριλίου 2011

Ὁ Δωδεκάλογος τοῦ Καρούζου

( γραμμένο ἀπό τόν Ἠλία Πετρόπουλο στίς 31/8/1994. Δημοσιευμένο στήν Ἐλευθεροτυπία στίς 19/12/1994)


Μὲ τὸν ἀξέχαστο Νῖκο Καροῦζο εἴμασταν φιλαράκια. Ὁ Καροῦζος μίλαγε (ἤ, μᾶλλον ἀγόρευε) ὑπέροχα. Ὅταν ἤθελα νὰ τὸν ἀκούσω, κατηφόριζα ὡς τοῦ Λουμίδη, ὅπου ἦταν βέβαιο πώς θὰ τὸν εὕρισκα πάντα ἐκεῖ. Κάποτε-κάποτε, καταλήγαμε σὲ καμιὰ ταβέρνα. Ὁ Καροῦζος, πρὶν ἀρχίσει νὰ πίνει, ἔτρωγε στὰ γεμάτα. Ἔτρωγε σιωπηλός. Μετὰ ζήταγε ἂπ' τὸ γκαρσόνι νὰ μάσει τὰ μπάζα, δηλαδὴ τὰ ἄδεια πιάτα καὶ τὰ πιρούνια. Καί, τότε, μόνον τότε, ξεκίναγε νὰ πίνει καὶ νὰ μιλάει. Ὁ Καροῦζος ἦταν ὡραῖος ἄντρας, ἀλλὰ δὲν τόξερε. Εἶχε μεγάλη μόρφωση καὶ ἀκόμη μεγαλύτερη πνευματικότητα. Μίλαγε ἐπὶ παντὸς θέματος: ἀπὸ τὰ ποιήματα τοῦ Καβάφη μέχρι τὴν ζωγραφική τοῦ Δέρπαπα. Καὶ ὅταν μίλαγε, ἦταν σχεδὸν γοητευτικός.


Παρασκευή 14 Ιανουαρίου 2011

Λάκης Σάντας

Tό παρακάτω κείμενο τοῦ Ἠλία Πετρόπουλου γράφτηκε στὸ Παρίσι στὶς 20-4-1993. Δημοσιεύτηκε, μαζὶ μὲ τὴν ἀφήγηση τοῦ Λάκη Σάντα, στήν ἐφημερίδα Ἐλευθεροτυπία στὶς 31-5-1993. Ἡ ἀφήγηση τοῦ Λάκη Σάντα εἶναι ξεσηκωμένη ἀπὸ ἕνα δακτυλογράφο τοῦ συγγραφέα τους (μὲ αὐτόγραφες διορθώσεις καὶ συμπληρώσεις), πού χρονολογεῖται ἀπὸ τὸ φθινόπωρο τοῦ 1944.

Ὁ Ἐθνικὸς Ἥρωας Λάκης Σάντας.


Γράφω μὲ δέος γιὰ τὸν Σάντα.

1985, ὁ Λάκης Σάντας καί ὁ Μανώλης Γλέζος
Κάθε φορά πού μὲ ἐπισκέπτεται ἕνας ἄγνωστός μου φοιτητής, τὸν ρωτάω ἂν ξέρει τὸν Λάκη Σάντα. Ἡ ἀπάντηση εἶναι πάντα
ἀρνητική. Ἡ ἔλλειψη ἱστορικῆς μνήμης, πού τόσο χαρακτηρίζει τὸν νεοέλληνα, ἀποδεικνύει ὅτι ὁ λαὸς μας πῆρε τὸ κακὸ μονοπάτι. Ὁ Σάντας, μαζὶ μὲ τὸν Γλέζο, ἐπιτέλεσαν μίαν ἐθνικὴ ἡρωϊκὴ πράξη. Καὶ πιὸ συγκεκριμένα, ὁ Σάντας καὶ ὁ Γλέζος εἶναι οἱ πρῶτοι ἀγωνιστές, πού ξεκίνησαν τὴν Ἀντίσταση κατὰ τῶν χιτλερικῶν, ἀνὰ τὴν Εὐρώπη. Αὐτὸ ἔγινε τὴν νύχτα 30/31 Μαῒου 1941 — δηλαδή, τότε ἀκριβῶς πού ἔπεσε καὶ ἡ Κρήτη στὰ νύχια τῆς Βέρμαχτ. Ἡ ἱστορικὴ στιγμὴ ἦταν τόσον εὐνοϊκὴ γιὰ τὴν νατσιστικὴ Γερμανία, ὥστε τὸ κουράγιο (ἤ, μᾶλλον, τὸ θράσος) τῶν δύο πατριωτῶν μοῦ προξενοῦσε ἀνέκαθεν ἕναν ἱερὸ σεβασμό. Δὲν προτίθεμαι νὰ περιγράψω τὸ γεγονός. Ἁπλῶς, θέλησα νὰ πῶ δυὸ ἐγκάρδιες φράσεις γιὰ τὸν Ἐθνικὸ Ἥρωα Λάκη Σάντα, πού συμβαίνει νὰ εἶναι καὶ ἀγαπημένος μου φίλος. Γνωρίζω, βέβαια, καὶ τὸν Μανόλη Γλέζο ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῆς Χούντας, ὅποτε πέρναγα συχνὰ ἀπὸ τὸ βιβλιοπωλεῖο του (— ἐκεῖ, μάλιστα, συνάντησα μιὰ φορὰ καὶ τὸν Παρτσαλίδη). Ὡστόσο, σήμερα τὸ θέμα μου εἶναι ὁ Σάντας.



Τρίτη 14 Σεπτεμβρίου 2010

Ὑπόκοσμος καί καραγκιόζης ( Ἠλίας Πετρόπουλος)

Πόσο μπουκωμένος μὲ «ἀναλύσεις» τηλεοπτικῶν δημοσιοκάφρων πρέπει νὰ εἶναι ὁ σημερινός νεοέλληνας, ὥστε νὰ ἀφιερώνει τὴν λίγη φαιὰ οὐσία πού τοῦ ἔχει ἀπομείνει, ἀνάγοντας σέ «ἐθνικά» ζητήματα καί ἐμβαθύνοντας, στὸ ἂν ὁ μπακλαβὰς εἶναι τούρκικο ἢ ἑλληνικὸ γλυκό, ἢ ἂν ὁ καραγκιόζης ἀνήκει στὴν ἑλληνικὴ ἢ τουρκικὴ πολιτιστικὴ παράδοση; Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι τὰ παραπάνω, (ὅπως καὶ ὁ καφές, ποὺ πρὶν πολλὰ χρόνια τόνωσε καὶ αὐτὸς τὰ πατριωτικὰ ἀντανακλαστικὰ τῶν νεοελλήνων, οἱ ὁποῖοι ἀντικατέστησαν τὸ ἐνοχλητικό ἐπίθετο «τούρκικος» μὲ τὸ «ἑλληνικός»), ἀποτελοῦσαν στοιχεῖα τῆς καθημερινότητας τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας καί, λίγο πολύ, ὡς τέτοια ἀνήκουν σὲ ὅλους τους λαοὺς ποὺ τὴν συναποτελοῦσαν. Οἱ ἔχοντες τὰ μυαλά, μὲ προγονικὰ μεγαλεῖα φουσκωμένα, νεοέλληνες, ἀπὸ τὴν μία ἀπεκδύονται τῶν πολιτιστικῶν ἐπιρροῶν ποὺ δέχτηκαν ἀπὸ ἄλλους λαοὺς τῆς Ἀνατολῆς, καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη βαφτίζουν τὶς συνήθειες ποὺ κληρονόμησαν ἑλληνικές. Ἡ ἀναγωγὴ τους ὅμως σὲ ζητήματα «ἐθνικῶν διεκδικήσεων», περισσότερο σὲ ἀνυπαρξία «ἐθνικῆς» συνείδησης παραπέμπει.


Κυριακή 5 Σεπτεμβρίου 2010

Χορτιάτης - 2 Σεπτεμβρίου 1944 (2)

Τό Ὁλοκαύτωμα τοῦ Χορτιάτη -μέρος ΑΤό ὁλοκαύτωμα τοῦ Χορτιάτη -μέρος Β


(συνέχεια ἀπό τήν προηγούμενη ἀνάρτηση http://katotokerdos.blogspot.com/2010/09/2-1944-1.html τοῦ ἄρθρου τοῦ Ἠλία Πετρόπουλου)

Ἐδῶ τελειώνει ἡ ἀφήγηση τοῦ Κορνάρου.
Δὲν μπορῶ νὰ ξέρω τὶς πηγές του. Πάντως εἶναι βέβαιο πώς ὁ συγγραφέας τοῦ Ὁλοκαυτώματος τοῦ Χορτιάτη εἶχε τὶς πληροφορίες του εἴτε ἀπὸ ἀντάρτες, εἴτε ἀπὸ ἄρθρα ἐφημερίδων, εἴτε ἀπὸ τὶς σχετικὲς φῆμες τῆς ἐποχῆς. Θυμᾶμαι τὶς διαδόσεις ποὺ κυκλοφόρησαν στὴν Θεσσαλονίκη μόλις μαθεύτηκε ἡ τραγωδία τοῦ Χορτιάτη. Τὸ χωριὸ αὐτὸ πού, ὅπως λέει ὁ Κορνάρος βρίσκεται λίγες ὧρες ὄξω ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη, στὴν πραγματικότηα ἀπέχει δέκα-ὀχτὼ χιλιόμετρα ἀπὸ τὴν μακεδονικὴ πρωτεύουσα. Ἀλλά, τότε ὑπολογίζανε τὶς ἀποστάσεις σὲ ποδαρόδρομο, γι’ αὐτὸ ἔγραψε ἔτσι ὁ Κορνάρος. Ὁ Χορτιάτης ἤτανε πασίγνωστος στοὺς σαλονικιούς, ἀφοῦ ἀποτελοῦσε τὸ σπουδαιότερο ὄρεινο θέρετρο τῆς περιοχῆς. Οἱ χορτιατινοί, ὅταν κατέβαιναν στὴν Θεσσαλονίκη, συχνάζανε στὸ πρακτορεῖο λεωφορείων τοῦ Χορτιάτη, δίπλα στὴν Στοὰ Χορτιάτη, καθὼς καὶ στὰ κοντινὰ καφενεῖα. Προπολεμικῶς, τὸ ὅρος Χορτιάτης ἦταν κατάφυτο. Οἱ χορτιατινοὶ ἐφοδιάζανε τὴν Θεσσαλονίκη μὲ ξύλα καὶ κάρβουνα, πουρνάρια γιὰ τοὺς φούρνους, κάστανα καί, πάγο γιὰ τὰ ἑστιατόρια καὶ τοὺς παγωτατζῆδες.



Σάββατο 4 Σεπτεμβρίου 2010

Χορτιάτης - 2 Σεπτεμβρίου 1944 (1)

Τό μνημεῖο τοῦ Ὁλοκαυτώματος τοῦ Χορτιάτη.
Α) Συνηθισμένη πρακτικὴ τῶν γερμανικῶν δυνάμεων, κατὰ τὴν περίοδο τῆς κατοχῆς, μὲ κύριο σκοπὸ τὴν κάμψη τοῦ φρονήματος τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, ἦταν νὰ ἀντιπαραθέτουν στὴν ἀντιστασιακὴ δράση τοῦ ΕΛΑΣ, τὶς μαζικὲς δολοφονίες ἀμάχων. Οἱ ἐπιχειρήσεις αὐτές γίνονται μὲ τὴν συνεργασία τῶν δωσιλόγων καὶ ταγματασφαλιτῶν, στήν δέ φάση ἀποχώρησης, πού διευκολύνθηκε ἀπό Ἄγγλους καί ταγματασφαλίτες, καί ξεκίνησε μέ τήν ἔκδοση τῆς γερμανικῆς διαταγῆς, στίς 26 Αὐγούστου 1944, ἐντείνονται χαρακτηριστικά. Σὲ μερικὲς περιπτώσεις, γιὰ νὰ παρουσιάσουν αὐτὲς τὶς προαποφασισμένες μαζικὲς δολοφονίες ὡς ἀντίποινα, χρησιμοποιοῦσαν ὡς ἄλλοθι πολεμικὲς ἐνέργειες τοῦ ΕΛΑΣ στὶς ὁποῖες σκοτωνόντουσαν γερμανοὶ ἀξιωματικοὶ καὶ στρατιῶτες. Αὐτὸ συνέβη καὶ στὶς 2 Σεπτεμβρίου 1944, στὸν Χορτιάτη Θεσσαλονίκης. Τὸ θλιβερὸ σὲ αὐτὲς τὶς περιπτώσεις εἶναι ὅτι στὸ ὄνομα μίας κατ’ ἐπίφασιν ἱστορικῆς ἀντικειμενικότητας –ὅταν δὲν εἶναι διάτρητη εἶναι ἐπιθυμητὴ - κάτι φωνακλάδες «ἁγνοὶ» πατριῶτες, ἰδεολογικοὶ ἀπόγονοι γερμανοδωσιλόγων ( ἀρκεῖ μία πρόχειρη ματιὰ στὰ nicks πού ἐκφράζουν τέτοιες ἀπόψεις σὲ διάφορα fora τοῦ διαδικτύου), ἀσθμαίνοντας υἱοθετοῦν τοὺς γερμανικοὺς ἰσχυρισμούς, καί καταλήγουν μὲ μεγάλη προθυμία στὸ συμπέρασμα πώς ὑπεύθυνοι γιὰ τὸ ὁλοκαύτωμα τοῦ Χορτιάτη εἶναι ὁ ΕΛΑΣ καὶ οἱ ἕλληνες ἀντιστασιακοί, ἐπειδὴ σκότωσαν σὲ ἐνέδρα γερμανὸ ἀξιωματικό. Ἀνάλογη ἐπιχειρηματολογία ἔχει ἀναπτυχθῇ καί γιά τήν σφαγή στά Καλάβρυτα.
Β)Στήν ἱστοσελίδα τῆς ἐφημερίδας Χορτιάτης 570 , ὑπάρχουν σύνδεσμοι πού ἀναφέρονται στήν περιοχή τοῦ Χορτιάτη ( ἱστορική ἀναδρομή τοῦ ὁλοκαυτώματος τῆς 2-9-1944, μαρτυρίες περί προαποφασισμένου ἐγκλήματος, Χορτιάτης -μετά τό ὁλοκαύτωμα ( 9 φωτογραφίες)Χορτιάτης -πρίν τό ὁλοκαύτωμα ( 6 φωτογραφίες) ,τά ὀνόματα τῶν θυμάτων


Κυριακή 20 Ιουνίου 2010

Οἱ νύχτες τοῦ Καμπούρια...(Μπόστ)

Μπόστ διαχρονικός καί ἰδιαίτερα ἐπίκαιρος. Από τήν ὀνομασία τοῦ κινηματογράφου ( Ὑ-βόννη), τούς ἴδιους καί ἀπαράλλαχτους, τότε καί τώρα, πρωταγωνιστές, πού προδίδουν μιά διαχρονική ἐνδογενῆ καχεξία τοῦ νεοελληνικοῦ "κρατιδίου", μέχρι τήν παρουσίαση τῶν "προσεχῶς" . Στό ταμεῖο ὁ Εὐρωπαῖος-Γερμαναρᾶς κόβει εἰσιτήρια ( κάνοντας κηδεία μέ ξένα κόλυβα), γιά τήν ταινία "Η ΚΟΙΝΗ ΑΓΟΡΑ" ( κατάλληλον για ὑποαναπτύκτους). Τά "προσεχῶς" συμπληρώνουν τήν σημερινή πραγματικότητα. Τό παραμικρό κομάτι τῆς εἰκόνας, ἡ κάθε φρασούλα ἀποτελοῦν ἐκπληκτικά ὑπονοούμενα, καί λειτουργοῦν σάν μεγενθυντικός φακός. Πιό χρήσιμα ἀπό χίλια βιβλία ἱστορίας καί ἄλλα τόσα κοινωνιολογίας μαζί. 


Πέμπτη 7 Ιανουαρίου 2010

" Οὐρανός " - Τάκης Κανελλὀπουλος

Κείμενο τοῦ Ἠλία Πετρόπουλου, δημοσιευμένο στό περιοδικό Διάλογος τό 1963, μέ ἀφορμή τήν ταινία τοῦ Τάκη Κανελλόπουλου "Οὐρανός"

ΤΟ ΚΡΥΦΟ ΣΕΝΑΡΙΟ

Ἀπάνθρωπος ὁ λόγῳ ἐρεύνης τεμαχισμὸς ἔργων τέχνης. Μὴ ὑφισταμένης ἄλλης μεθόδου, ὁ ἐρευνητὴς χρησιμοποιεῖ τὴν ἐπιμέρους ἐξέταση συνθέτοντας ἐν τέλει μίαν σχετικῶς καθολικὴν εἰκόνα τοῦ μνημείου. Τὸ σενάριο τοῦ Οὐρανοῦ ἐγράφη κυρίως ἀπὸ τὸν λογοτέχνη Γιῶργο Κιτσόπουλο, ἐνῶ ὁ Τάκης Κανελλόπουλος ὑπέδειξε πολλὲς τροποποιήσεις καὶ στὸ γύρισμα τῆς ταινίας προσήρμοσε ὁρισμένες σκηνές. Γιὰ νὰ νιώσεις τὸν Οὐρανὸ κατ’ ἀρχὴν πρέπει νἆσαι φτωχός. Τὸ σενάριο τοῦ Οὐρανοῦ περιδέραιο ἐπεισοδίων ἀπὸ τὸ παραγεγραμμένο ἔπος τοῦ 1940-41. Ἡ ἄποψη ὅτι ὁ Οὐρανὸς παρουσιάζει τὸ ἔπος αὐτὸ εἶναι λανθασμένη. Παρομοίως ἡ ἄποψη ὅτι διηγεῖται λίγες ἱστορίες ταπεινῶν ἀνθρώπων – ἐπίσης λανθασμένη. Σωστὴ πιθανῶς εἶναι ἡ ἄποψη πὼς πρόκειται γιὰ ἀνθρώπινες σχέσεις τὴν ἐποχὴ ἑνός συγκεκριμένου πολέμου, τοῦ ὁποίου ἡ σημασία μειώθηκε ὅταν ἀργότερα ἦρθε ἡ Μαύρη Κατοχή. Τὸ σενάριο τοῦ Οὐρανοῦ εἶναι ἁπλὸ στὴν διάρθρωσή του. Στὸ πρῶτο μέρος δείχνει σὲ παράλληλες σκηνές, τὴ ζωὴ σ’ ἕνα χωριὸ τῶν συνόρων ὅπου ὑπάρχει καὶ στρατιωτικὸ φυλάκιο – τὸ χωριὸ εἶναι φυλάκιο καὶ τὸ φυλάκιο τμῆμα τοῦ χωριοῦ. Στὸ δεύτερο μέρος περιλαμβάνονται πέντε ἱστορίες ἀνδρῶν, ποὺ ἔχουν τὸ ξεκίνημά τους στὸ πρῶτο μέρος: Τοῦ Δάσκαλου, τοῦ Ταχυδρόμου, τοῦ Λοχία, τοῦ Στράτου, τοῦ Γιάγκου. Τὸ ριζικὸ τῶν πέντε αὐτῶν ἀνθρώπων ἦταν κακὸ γιατί μόνο ὁ Ταχυδρόμος ἐπέζησε.Ὁ Δάσκαλος πέθανε ἀπὸ βαρὺ τραῦμα καὶ παγωνιά, ὁ Λοχίας σκοτώθηκε σὲ ἐπίθεση, ὁ Στράτος αὐτοκτόνησε ἀπὸ φιλότιμο καὶ τὸν Γιάγκο τὸν πυροβόλησαν δίπλα σ’ ἕνα ρυάκι – ἡ πηγὴ καὶ τὸ γάργαρο νερὸ ἀντιστοίχως σύμβολα ζωῆς καὶ ἀνανεώσεως. Τὸ σενάριο τοῦ Γιώργου Κιτσόπουλου δὲν εἶναι μαγαρισμένο οὔτε πυριφλεγές. Εἶναι τὸ τελευταῖο φθινόπωρο. Ἐδώ ὅποιος δὲν ὁμιλεῖ πεθαίνει. Ὅποιος φωνάζει τὸν θάβουν. Ὁ Γιῶργος Κιτσόπουλος ψιθυρίζει, μὲ μάγουλα μουσκεμένα ἀπὸ δάκρυα, γιὰ τὴν ὀμορφιὰ τῶν προσώπων τῶν ἀξύριστων ἑλλήνων. Μὰ σενάριο δὲν εἶναι οἱ διάλογοι. Τὸ σενάριο στὸν Οὐρανὸ δὲν εἶναι ἕνα μεταξὺ ἄλλων στοιχεῖο ἀλλὰ ὁ καλοπελεκημένος ἀκρογωνιαῖος λίθος. 



Δευτέρα 27 Απριλίου 2009

Μέντης Μποσταντζόγλου ( Μπόστ )

Μέντης Μποσταντζόγλου ( τοῦ Ἠλία Πετρόπουλου - 1959 )
Μέ τίς γελοιογραφίες του πρῶτος ὁ Μέντης Μποσταντζόγλου ἔδιωξε τά γέλια ἀπό τήν παραμόρφωση. Ὁ ἐξοβελισμός τοῦ γέλιου ἀπό τήν καρικατούρα, τό ἄσχημο ἔπαψε νά εἶναι γελοῖο, ἐξαφάνιση τῆς ταυτότητος: ἀντιαισθητικό ἴσον γελοῖο. Πραγματικά αὐτόχθων γελοιογράφος, διόλου μνησίκακος, περιορίζει τήν εἰσφορά τοῦ τυχαίου, νομιμοποιεῖ ἀναμφισβήτητες προσωπικές ἀρετές. Τρεφόμενος μέ πολιτική, ζεῖ τούς τωρινούς χρόνους πλάϊ στό κρυφό μουρμουρητό τοῦ ἀποκεφαλισμένου λαοῦ, δίπλα στό ρεμπέτικο, χωρατατζής, ἡ φωνή του φωνή τῶν ἄλλων, τά γεγονότα ἐπιδροῦν σέ μία παρακαταθήκη ἰδεῶν, στόχοι του – οἱ ἐργολάβοι, τό προπό, ὁ Νομάρχης Ἡ(μί)μαθείας, ὁ Καντιώτης (πού ἀδιαφορεῖ γιά ὅλα πλήν τῶν καλλιστείων), οἱ ἀποτυχημένοι πύραυλοι, ὁ Σάχης, οἱ γριές κοσμικές, τό μεγαλεῖον τῆς Ἑλλάς, ἡ πεῖνα καί ἡ γυφτιά της, ἡ Ἀνεργί(τσ)α, ἡ διγλωσσία. Ὁ Μποσταντζόγλου εἰσάγει καυτερά θέματα. Τό ἀστεῖο συμβαδίζει μέ ὑπαινιγμούς ἐπί γεγονότων. Πουθενά ὁ μεθύστακας, ἡ πεθερά, ἡ γεροντοκόρη. Πολλαπλότητα ἐννοιῶν, οἱ γελοιογραφίες του μορφή πολιτικῆς ( καί μέ τήν εἰσβολή του στή διαφήμιση σέρνει πολιτική), ὄχι στήν ὑπηρεσία ὁρισμένης πολιτικῆς, δί’ αὐτοῦ «μετεποιήθη ἄθροον εἰς εὐφροσύνην ἡ λύπη» πίσω ἀπό τήν πρόσοψη σαλεύουν οἱ ντουφεκισμένοι, τό ἀστικό λαϊκό χρῶμα ἔντονο, ἡ καρέκλα τοῦ καφενείου, τά κοριτσόπουλα πού βολτάρουν, τιμοκατάλογοι τοῦ τοίχου. Φαινομενικά ταξιδεύει, πάει ἀλλοῦ τάχα. Ἐν τούτοις ἐδῶ παραμένει. Γεωγραφικός του χῶρος ἡ Ἑλλάδα, κι ἄς δείχνει χῶρες τῆς Ἀνατολῆς στή σειρά τῶν Σταυροφοριῶν. Σχέδια πού εἶναι περιγραφές ἐπαρχιακῶν πόλεων ὅπου ὅλοι φοροῦν τήν ἐπιφύλαξη. Τό ἐλεύθερο σκίτσο μέ θέμα ἐκτός πολιτικῆς τοῦ εἶναι ξένο, σπάνια τό χειρίζεται.