τῆς Ξένιας Πολίτη ( ἀπό ἐδῶ)
Ἐκείνη τὴν ἐποχή, ἡ πλατεῖα ἦταν γεμάτη• τραγουδοῦσε τὰ τραγούδια του, ὁ κόσμος ἔβγαινε, ἑνωνόταν, ἀνακάλυπτε τό ψεῦδος πίσω ἀπὸ τὸ γυαλί, διαβουλευόταν, ἔκανε τὰ πρῶτα του βήματα τὸ βρέφος-Πολίτης κι ὀνειρευόταν, μὲ φρεσκοκομμένο ἔστω μισθὸ καὶ σύνταξη, τὴν ἐλευθερία καὶ τὴν ἀναζήτηση προοπτικῆς γι’ αὐτὴν καὶ σὲ αὐτὴν τὴ χώρα. Τὸν κόσμο ποὺ τραγουδοῦσε τὰ τραγούδια του στὴν πλατεῖα ποὺ ἤτανε γεμάτη, τὸν εἶπαν Ἀγανακτισμένο καὶ Μωρό, τὸν διέβαλλαν, ἡγετίσκοι κομματιδίων καὶ δημοσιογράφοι μεγαλοαναλυτὲς καὶ καναλαρχαῖοι τὸν κατασυκοφάντησαν, μέχρι νὰ τὸν προσεταιριστοῦν, νὰ φτιάξουν καινούρια μαντριὰ καὶ μετὰ νὰ τὸν διαλύσουν, μὲ μιὰ καταστολὴ κλίμακας Μάχης Πόλεως. Ἦταν τόσο τὸ μένος καὶ ἡ ἀγριότητα τῶν ἐνστόλων τοῦ Καθεστῶτος προκειμένου νὰ ψηφιστεῖ στή Βουλὴ τὸ Μεσοπρόθεσμο τοῦ πρώτου Μνημονίου, ποὺ χωρὶς νὰ τὸ ξέρεις, ἄοπλος, μ’ ἕνα μόνο χαρτομαντηλάκι στὸ πρόσωπο, ἔνιωθες ὅτι ἔκανες ἀντάρτικο καὶ ἔγραφες Ἱστορία. Η πρωτοφανὴς ἄσκηση βίας σήμαινε μόνο ἕνα πράμα: ὅτι εἶδαν τὸν διάολο μπροστὰ στὰ μάτια τους κι ἔτριξαν σοβαρά, οἱ καρέκλες.
Ἐκείνη τὴν ἐποχή, ἡ πλατεῖα ἦταν γεμάτη• τραγουδοῦσε τὰ τραγούδια του, ὁ κόσμος ἔβγαινε, ἑνωνόταν, ἀνακάλυπτε τό ψεῦδος πίσω ἀπὸ τὸ γυαλί, διαβουλευόταν, ἔκανε τὰ πρῶτα του βήματα τὸ βρέφος-Πολίτης κι ὀνειρευόταν, μὲ φρεσκοκομμένο ἔστω μισθὸ καὶ σύνταξη, τὴν ἐλευθερία καὶ τὴν ἀναζήτηση προοπτικῆς γι’ αὐτὴν καὶ σὲ αὐτὴν τὴ χώρα. Τὸν κόσμο ποὺ τραγουδοῦσε τὰ τραγούδια του στὴν πλατεῖα ποὺ ἤτανε γεμάτη, τὸν εἶπαν Ἀγανακτισμένο καὶ Μωρό, τὸν διέβαλλαν, ἡγετίσκοι κομματιδίων καὶ δημοσιογράφοι μεγαλοαναλυτὲς καὶ καναλαρχαῖοι τὸν κατασυκοφάντησαν, μέχρι νὰ τὸν προσεταιριστοῦν, νὰ φτιάξουν καινούρια μαντριὰ καὶ μετὰ νὰ τὸν διαλύσουν, μὲ μιὰ καταστολὴ κλίμακας Μάχης Πόλεως. Ἦταν τόσο τὸ μένος καὶ ἡ ἀγριότητα τῶν ἐνστόλων τοῦ Καθεστῶτος προκειμένου νὰ ψηφιστεῖ στή Βουλὴ τὸ Μεσοπρόθεσμο τοῦ πρώτου Μνημονίου, ποὺ χωρὶς νὰ τὸ ξέρεις, ἄοπλος, μ’ ἕνα μόνο χαρτομαντηλάκι στὸ πρόσωπο, ἔνιωθες ὅτι ἔκανες ἀντάρτικο καὶ ἔγραφες Ἱστορία. Η πρωτοφανὴς ἄσκηση βίας σήμαινε μόνο ἕνα πράμα: ὅτι εἶδαν τὸν διάολο μπροστὰ στὰ μάτια τους κι ἔτριξαν σοβαρά, οἱ καρέκλες.