Ἐμεῖς καί οἱ Ἕλληνες ( Δημήτρης Δημητριάδης)
Παραλλάσσοντας τον, δανείζομαι τὸν τίτλο ἀπὸ τὸ κείμενο τοῦ Ph. Lacoue-Labarthe «Ὁ Χέλντερλιν καὶ οἱ Ἕλληνες», ἕνα κείμενο πού, μὲ τὴ συγγενική του θεματογραφία, διατρέχει ὑπόγεια τὸ δικό μου, ὅπως τὸ διατρέχει καὶ τὸ κείμενο τοῦ Dominique Grandmont «Ἡ Ἑλλάδα τοῦ Καβάφη», τὸ ὁποῖο ὑπῆρξε καθοριστικῆς σημασίας γιὰ τὴν ὀργάνωση καὶ διατύπωση τῶν παρακάτω σκέψεών μου. Ἀπὸ τὸ κείμενο τοῦ Lacoue-Labarthe κρατῶ ἐπίσης τὴν προμετωπίδα τοῦ Heiner Muller στὴν ὁποία θὰ ἐπανέλθω ἀργότερα.
Ὁ κληρονόμος ἀναλογίζεται τὴν κληρονομιά του ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ ἀπειλεῖται μὲ τὴν ἀπώλειά της. Ὁ κίνδυνος νὰ τὴ χάσει ἢ νὰ ἀποδειχθεῖ ὅτι δὲν τοῦ ἀνήκει κινητοποιεῖ τὸν μηχανισμὸ τῆς ἰδιοποίησης μέσα του.
Ὅ,τι θεωρεῖται δεδομένο καὶ ἐξασφαλισμένο ἀποκλείει τὴ στοχαστικὴ ἀναφορὰ σὲ αὐτό.
Ξεκινώντας ἀπὸ αὐτὴ τὴν παρακινδυνευμένη διαπίστωση, δίνεται ἡ εὐκαιρία νὰ προσφύγουμε ἀπὸ τὴν περιφέρεια στὸ κέντρο, ἀπὸ τὴν περίμετρο στὴν καρδιὰ τοῦ προβλήματος, ἀπὸ τὸν ἐφησυχασμὸ στὴν ἀνησυχία. Νὰ τολμήσουμε, ὄχι χωρὶς συνέπειες, τὴν ἀκρότητα.
Τὴν θανάσιμη ἔξοδο.Ἔτσι λοιπόν, ἡ παραπάνω διαπίστωση μᾶς εἰσάγει κατευθείαν στὴ ζώνη τοῦ κινδύνου. Περνοῦμε, σχεδὸν συνειρμικά, στὴν ἑτερότητα.
Ἡ ἑτερότητα εἶναι, στὴν προκειμένη περίπτωση, ἡ Ἑλλάδα.
Ἡ Ἑλλάδα ἀποκλείει τὴν ταύτιση μαζί της.
Ἀποκλείει τὴν ταυτότητα.
Καὶ ὅλα τὰ παράγωγά της. Τὴν οἰκειότητα, τὴ συγγένεια, τὴν κατοχή, τὴν ἀσφάλεια.
Ἐμεῖς, κάτοικοι αὐτῆς τῆς γεωγραφικῆς περιοχῆς, μόνον ὡς ξένοι δικαιούμαστε νὰ ἀντιμετωπίζουμε τοὺς Ἕλληνες.
Νὰ τοὺς ἀντιμετωπίζουμε ὡς ξένους.
Ἐμεῖς ὡς μὴ Ἕλληνες.
Ὡς μὴ Ἕλληνες ἐμεῖς τί εἴμαστε;
Κάτοικοι μίας γεωγραφικῆς περιοχῆς ποὺ κατοικήθηκε ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ προσπάθησαν νὰ γίνουν κάτι. Ἡ προσπάθεια αὐτὴ καὶ οἱ καρποὶ της τοὺς ἔκαναν Ἕλληνες.
Ἐμεῖς δὲν καταβάλλουμε καμία παρόμοια προσπάθεια. Ἐπειδὴ πιστεύουμε ὅτι εἴμαστε Ἕλληνες.
Δὲν εἴμαστε Ἕλληνες.
Τὸ δεδομένο καὶ τὸ ἐξασφαλισμένο ἀποκλείουν τὴν προσπάθεια.
Ὁ ἀποκλεισμὸς τῆς προσπάθειας μᾶς ἀποκλείει ἀπὸ τὸ νὰ γίνουμε Ἕλληνες. Ὅσοι δὲν προσπαθοῦμε νὰ γίνουμε Ἕλληνες, οὔτε εἴμαστε οὔτε θὰ γίνουμε ποτὲ Ἕλληνες.
Νὰ ἕνας πολὺ σοβαρὸς λόγος γιὰ νὰ μὴν ἐπιστραφοῦν ποτὲ τὰ μάρμαρα τοῦ Παρθενώνα. Ἡ μὴ ἐπιστροφή τους θὰ πρέπει νὰ συνιστᾶ ἐθνικὸ στόχο διότι ἔτσι ἐπιτυγχάνεται ἡ εὐεργετικὴ ρήξη στὴ συνέχεια, ἡ θραύση τοῦ κεκτημένου. Ὁ κληρονόμος διαπιστώνει ὅτι ὀφείλει νὰ ἀγωνιστεῖ προκειμένου νὰ τοῦ ἀναγνωριστεῖ τὸ δικαίωμα κυριότητας πάνω στὴ θεωρούμενη ὡς δεδομένη καὶ ἐξασφαλισμένη κληρονομιά του. Διαπίστωση τραγικοῦ μεγέθους.
Ἡ Ἑλλάδα δὲν ἀνήκει στοὺς Ἕλληνες.
Αὐτὸ εἶναι τὸ τραγικὸ μέγεθος.
Οἱ Ἕλληνες εἶναι Ἕλληνες ἐπειδὴ καὶ ὅταν ἡ Ἑλλάδα δὲν τοὺς ἀνήκει.
Τὸ ἀνάποδο σλόγκαν, δημαγωγικὸ καὶ παραπλανητικό, στὴν πραγματικότητα ἀντιλαϊκὸ καὶ στὴν οὐσία ἀνθελληνικό, ληξιαρχικὴ πράξη γεννήσεως τοῦ σημερινοῦ μηδενός, κολάκευε τὸ ἀτταβιστικὸ αἴσθημα κυριότητας ἐπιστεγάζοντας, μὲ τὴν ἀγοραία μαυλιστικότητά του, τὴ βολεμένη καὶ ἀνέξοδη βεβαιότητα τοῦ αὐτοβαυκαλιζόμενου κατέχοντος.
Διότι, πίσω ἀπὸ τὴν ὕπουλη φτήνια αὐτοῦ του σλόγκαν, κρυβόταν ὁ ἀπεριχώρητος τρόμος τῆς ἀπώλειας.
Μίας ἀπώλειας συντελεσμένης.
Οἱ Ἕλληνες δὲν ἀνήκουν στὴν Ἑλλάδα.
Οἱ Ἕλληνες δὲν εἶναι Ἕλληνες.
Τί εἶναι, λοιπόν;
Τὸ τίποτε.
Ἰδοὺ τὸ χαρμόσυνο ἄγγελμα.
Τὸ τίποτε.
Μὲ αὐτὸ παρέχεται ἡ κοσμογονικὴ δυνατότητα νὰ ἀρχίσει ἐπιτέλους κάτι.
Ἐλλοχεύει ὅμως καὶ ὁ κίνδυνος νὰ παραμείνουν ὅλα ἐκεῖ ποὺ εἶναι.Στὸν ἀνέξοδο βαυκαλισμὸ τοῦ κατέχοντος.
Τὰ πάντα γύρω μας κραυγάζουν πὼς θὰ συμβεῖ τὸ δεύτερο.
Ἡ καθησυχασμένη βεβαιότητα ὅτι ἡ κληρονομιὰ μᾶς ἀνήκει ἀδιαφιλονίκητα, καθιερώνει τὴν ἐθνικὴ στειρότητα ὡς κυρίαρχη συμπεριφορά, τὴν ἀγκίστρωση στὰ κεκτημένα ὡς ἄρχουσα νοοτροπία, τὸν μηρυκασμὸ τῶν στερεοτύπων ὡς ἀσφάλεια συνέχειας.
Προτάθηκαν ὅλα τὰ σχήματα ἑρμηνείας αὐτῆς τῆς συνέχειας, ἰδεολογικὰ καὶ γεωφυσικά.
Ὁλοκληρώθηκαν καὶ ἀπέτυχαν ὅλα. Κατέληξαν σὲ ἀδιέξοδα. Παρήγαγαν ψευδαισθήσεις. Διένειμαν ἀνυπόστατους ρόλους. Ἀπέδωσαν ψευδεῖς τίτλους. Μὲ τὸν ἕναν ἢ τὸν ἄλλον τρόπο, ἐξαπάτησαν καλλιεργώντας τὴν αὐτοτέλεια τοῦ προσωπείου πάνω στὴν ἀνυπαρξία προσώπου.
Δὲν παράγεται πολιτισμὸς μὲ τὴν ἀναπαραγωγὴ τοῦ δεδομένου.
Δὲν παράγεται πολιτισμὸς μὲ τὸν μηρυκασμὸ τοῦ ἐξασφαλισμένου.
Θεμελιώδης ἐκπρόσωπος τῆς γενιᾶς πού πρότεινε κι αὐτὴ μία δική της Ἑλλάδα, ὡς ἐκδοχὴ ἰδιοποίησης τῆς Ἑλλάδας, ἀναρωτήθηκε: «Μήπως ὅλα αὐτὰ πού σκεφτήκαμε γιὰ τὴν Ἑλλάδα ἦσαν ψέματα, κατασκευάσματα τοῦ μυαλοῦ μας;».
Ἰδοὺ ἡ καρδιὰ τοῦ προβλήματος.
Παραμένει ἀκόμη ἀνέγγιχτη. Ἐπειδὴ τὸ ἄγγιγμά της εἶναι ἀφόρητο.
Δὲν εἴμαστε τίποτε.
Μόνον αὐτὴ ἡ βεβαιότητα παράγει ἐνέργεια, μόνον αὐτὴ κινητοποιεῖ, ὠθεῖ στὴν προσπάθεια νὰ προσπελαστεῖ ὁ στόχος.
Ποιὸς εἶναι αὐτός;
Νὰ γίνουμε Ἕλληνες.
Μὲ τί τρόπο;
Ἀναγνωρίζοντας σὲ ἐκείνους τὸν ξένο.
Ἂν μᾶς ἐνδιαφέρει.
Ὄντας ἴδιοι, δηλαδὴ ταυτόσημοι μὲ ἐκείνους, δὲν εἴμαστε κανείς. Κανεὶς δὲν εἶναι, δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι, ἴδιος μὲ τοὺς Ἕλληνες. Κανεὶς δὲν εἶναι Ἕλληνας.
Γίνεται ἢ προσπαθεῖ νὰ γίνει.
Παραμένοντας ἀνελλιπῶς ξένος.
Μὲ τὴν ἰδιότητα τοῦ ξένου, συγκαταλεγόμαστε, ἂν τὸ θέλουμε, στὴ χορεία ἐκείνων ποὺ θέλουν νὰ τείνουν πρὸς τὴν Ἑλλάδα.
Τὸ ὅτι ζοῦμε στὰ ἴδια χώματα δὲν σημαίνει τίποτε. Στὴν πραγματικότητα φιλοξενούμαστε. Ἐκεῖνοι, οἱ Ἕλληνες, μᾶς φιλοξενοῦν.
Τὸ ὅτι στὰ θεμέλια του σπιτιοῦ μας ὑπάρχουν θαμμένα τὰ σπίτια ἀρχαίων τραγικῶν δὲν σημαίνει τίποτε. Δὲν ἀρκεῖ αὐτὸ γιὰ νὰ μᾶς κάνει τραγικούς, ἢ συγγενεῖς καὶ συνεχιστὲς τῶν τραγικῶν. Ἡ τραγικότητα εἶναι ὑπόθεση ἄλλων θεμελίων ποὺ δὲν τὰ ὑποψιάζονται ὅσοι ἔχουν τάξει τὴ ζωή τους καὶ τὸ ἔργο τους στὴ θλιβερὴ κολακεία ἑνὸς δῆθεν λαϊκοῦ αἰσθήματος τὸ ὁποῖο οἱ ἴδιοι καρπώνονται μὲ ἀνεξάντλητη ἀπληστία καὶ ἐγωπαθῆ μονομανία.
Τὸ ὅτι βλέπουμε ἀπὸ τὸ μπαλκόνι μας τὴν Ἀκρόπολη δὲν σημαίνει τίποτε. Ἡ θέα δὲν συνιστᾶ ἐγγύηση ταυτότητας. Τὸ τοπίο δὲν ἀποτελεῖ τεκμήριο συνέχειας. Δὲν μᾶς εἰσάγει στὸ πνεῦμα ποὺ γέννησε τὴ μυθοποίηση τοῦ τοπίου. Τὴ μεταποίηση τῆς γεωγραφίας ἀπὸ φύση σὲ ποίηση.
Τὸ ὅτι μιλοῦμε τὴν ἴδια γλῶσσα ἐπίσης δὲν σημαίνει τίποτε. Τὴ γλώσσα πρέπει νὰ τὴν σκέφτεται κανεὶς γιὰ νὰ τὴν μιλήσει. Πρῶτα σκέφτομαι τὴ γλώσσα καὶ μετὰ τὴν μιλῶ. Ποιὸς σκέφτεται τὴ γλώσσα ἐδῶ; Ποιὸς κάτοικος αὐτῆς τῆς γεωγραφικῆς περιοχῆς μιλᾶ τὴ γλώσσα ἐπειδὴ πρῶτα τὴν σκέφτεται;
Μὲ τὴν κατάρρευση τῶν ἐπικαλυμμάτων ἀποκαλύπτεται τὸ σταθερὸ ζητούμενο, ἡ δημιουργία τρόπων μεταποίησής του μὴ ὑπάρχοντος σὲ ὑπάρχον. Διάπλαση μορφῶν.
Προσέγγιση ἀπροσέγγιστου στόχου.
Ξανὰ ἀπὸ τὴν ἀρχή.
Πάλι καὶ πάλι.
Ὡς ἐκ τοῦ μηδενός.
Σύλληψη τοῦ ἀνέφικτου.
Παραβίαση τοῦ ὁρίου ποὺ διαχωρίζει αὐτὸ ποὺ νομίζουμε ὅτι εἴμαστε ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ στὴν πραγματικότητα δὲν εἴμαστε.
Εἶναι μία ἀπόπειρα ἑλληνική.
Γιὰ νὰ εἶναι ἕνας λαὸς δημιουργικός, ὀφείλει νὰ ζήσει τὴν ἔλλειψη ἐκείνου ποὺ τὸν ἔκαναν νὰ πιστεύει πὼς εἶναι. Καὶ νὰ δημιουργήσει τοὺς τρόπους μὲ τοὺς ὁποίους θὰ καλύψει τὴν ἔλλειψη. Ἔτσι δημιουργοῦνται πολιτισμοί. Μὲ τὴν κάλυψη τοῦ κενοῦ. Ἀνέφικτη κάλυψη.
Ὅμως αὐτὸ τὸ ἀνέφικτο συνιστᾶ τὴν ἀληθινὴ προσπάθεια. Ἡ ἀνέφικτη κάλυψη τῆς ἔλλειψης καὶ τοῦ κενοῦ.
Τὰ πάντα γύρω μας κραυγάζουν ὅτι ἡ ἔλλειψη καὶ τὸ κενὸ ὄχι μόνον δὲν θὰ καλυφθοῦν, ἀλλὰ ὅτι θὰ ἐξακολουθοῦν νὰ μὴ βιώνονται ὡς ἔλλειψη καὶ ὡς κενό. ?ρὰ δὲν χρειάζεται νὰ γίνει καμία προσπάθεια.
Τὰ πάντα γύρω μας κραυγάζουν πὼς αὐτὸ ποὺ ἔχουμε τὸ ἔχουμε ἀναμφισβήτητα, πὼς αὐτὸ ποὺ εἴμαστε τὸ εἴμαστε ἀναμφισβήτητα.
Ὁ ὁρισμὸς τῆς γραφικότητας καὶ τῆς μικρόνοιας.
Τίποτε δὲν ἔχουμε καὶ τίποτε δὲν εἴμαστε.
Στὸ τίποτε αὐτὸ προσφέρεται ἡ πιὸ χαρμόσυνη ἀγγελία, ὁ μόνος ἀληθινὸς εὐαγγελισμός.
Τί λέει;
Λέει: Αὐτὴ εἶναι ἡ πραγματικὴ ἀφετηρία, ξεκινῆστε, μπορεῖτε τὰ πάντα, ἀποπαγιδευτεῖτε, σπάστε τὶς ἐμπλοκές, τολμῆστε τὴν ἀπεμπλοκὴ ἀπὸ τὰ ψεύδη καὶ τὰ προσωπεῖα, μὴ φοβάστε, ὑπάρχουν κι ἄλλα πρόσωπα καὶ ἄλλες ἀφηγήσεις, περάστε ἀπὸ τὰ στερεότυπα στὴν ἄπλαστη λάσπη, ἀπὸ τὸ παγωμένο βλέμμα στὸ κοίταγμα τῆς ἀβύσσου. Πλάστε τὴ φωτιά.
Τρομερὸ τὸ αἴτημα.
Ζητᾶ δημιουργικότητα.
Διακινδύνευση. Τόλμη.
Ζητᾶ ζωή.
Ζητᾶ παραδοχὴ μίας προσπάθειας κατὰ τὴν ὁποία θὰ πρέπει νὰ ἰδιοποιηθοῦμε τὸ ἑλληνικὸ ὡς ἕτερο. Τὸ ἕτερο ὡς ἑλληνικό.
Γιγαντομαχία.
Διότι τὸ ἑλληνικὸ δὲν εἶναι ἔμφυτο οὔτε ἐμφυτεύσιμο• δὲν εἶναι φυσικό• δὲν κληρονομεῖται, δὲν μεταβιβάζεται, δὲν κατοχυρώνεται, δὲν διασφαλίζεται, δὲν καταχωρεῖται.
Τὸ ἑλληνικὸ δὲν εἶναι εὐρήματα ἀνασκαφῶν καὶ διεκδικήσεις ἀρχαιοτήτων• δὲν εἶναι κομπορρημοσύνη μεταπρατῶν καὶ διαπραγματεύσεις κυβερνητικῶν παραγόντων• δὲν εἶναι ἐξαγγελίες ὑπουργείων καὶ τουριστικοὶ πομφόλυγες.
Τὸ ἑλληνικὸ εἶναι ἐπίκτητο.
Κατακτᾶται, ἐὰν εὐοδωθεῖ ἡ προσπάθεια τῆς κατάκτησής του.Μποροῦμε νὰ γίνουμε ἑλληνικοί;
Γίνεται κανεὶς ἑλληνικὸς ὅταν ἀρχίσει νὰ στέκεται ἀντίκρυ στοὺς Ἕλληνες.
Στέκομαι ἀντίκρυ, σημαίνει, ἀνάμεσα σ’ ἐμένα καὶ στὸ ἄλλο ὑπάρχει ἀπόσταση.
Κάτι περισσότερο: ρήξη, χάσμα.
Ρήξη μᾶς χωρίζει ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες.
Χάσμα χάσκει ἀνάμεσα σ’ ἐμᾶς καὶ τὴν Ἑλλάδα.
Ρήξη καὶ χάσμα, ὅμως, εἶναι προϋποθέσεις στοχασμοῦ.Γιατί δὲν ὑφίσταται στοχασμὸς σ’ αὐτὴν τὴν γεωγραφικὴ περιοχή; Ἡ ἕνωση, ἡ ταύτιση, ἡ ταυτότητα, ἀποκλείουν τὸν στοχασμό.
Τὸ ἴδιο, τὸ ταυτόσημο, εἶναι ἄστοχα.
Ὁ στοχασμὸς προϋποθέτει στόχο.
Ἡ ἕνωση, ἡ ταύτιση, ἡ ταυτότητα, ἀποκλείουν τὸν στοχασμὸ ἐφόσον θεωροῦν τὸν στόχο δεδομένον καὶ ἐξασφαλισμένον, κατακτημένον μία γιὰ πάντα.
Ὁ στοχασμὸς ὅμως ἐκκινεῖ ἀπὸ τὴν ἀπώλεια, τὴν ἀπουσία, τὴν ἔλλειψη. Ὁ στοχασμὸς ἐκκινεῖ ἀπὸ τὴ συνείδηση τοῦ τίποτε.
Εἶναι ὁμογάλαγκτος τοῦ μηδενός.
Εἶναι τὸ ἴδιον της ἑτερότητας.
Μόνον ὡς ξένοι δικαιούμαστε νὰ κατοικοῦμε σ’ αὐτὰ ἐδῶ τὰ μέρη.
Θάλασσες, νησιὰ καὶ βουνά, ἐξαντλήθηκαν στὶς γιγαντοαφίσες.
Μόνον ὡς ξένοι δικαιούμαστε νὰ μιλοῦμε αὐτὴν τὴ γλώσσα.
Ἀκοῦστε τὸ ἀφασικὸ παραμιλητὸ τῶν τηλεπολιτικῶν.
Μόνον ὡς ξένοι δικαιούμαστε νὰ ἀναφερόμαστε στοὺς Ἕλληνες. Κοιτάξτε γύρω σας τὸν πληθυσμιακὸ πολτό, μὲ ἐγχάρακτη στὰ πρόσωπά τους τὴν ὁλικὴ ἀποτυχία.
Τὸ πεδίον ὡστόσο ἀνοίγεται μπροστά μας, ἀπέραντο ἀλλὰ δύσβατο. Μόνον γυμνοὺς καὶ ἀτιτλοφόρητους μπορεῖ νὰ μᾶς δεχτεῖ.Ἐνδεδυμένους μόνον τὴν περιβολὴ τοῦ τίποτε.
Εἰδάλλως δὲν πρόκειται νὰ ὑπάρξει ἄλλη φορά πολιτισμὸς ἐδῶ. Ἂν μᾶς ἐνδιαφέρει αὐτό.Μποροῦμε νὰ συλλάβουμε τὸ μήνυμα;
Μποροῦμε νὰ συλλάβουμε τὸν ἀναγεννησιακό του χαρακτήρα;
Τὴ λυτρωτική του διάσταση; Τὴ ζωτική του ὤθηση;
Μποροῦμε νὰ καταλάβουμε ὅτι μόνον αὐτὸ μπορεῖ νὰ μᾶς βγάλει ἀπὸ τοὺς τάφους; Νὰ διακόψει τὴν ἀέναη μετακίνησή μας ἀπὸ φέρετρο σὲ φέρετρο;
Τὰ πάντα γύρω μας κραυγάζουν πὼς ὄχι, δὲν μποροῦμε.
Τί μένει, λοιπόν;
Ἄνθρωποι.
Ἄνθρωποι ποὺ γεννιοῦνται, ἀρρωσταίνουν, γηράσκουν καὶ πεθαίνουν, μέσα στὴν τριβὴ τῆς καθημερινῆς τύρβης, ἀλληλοαγαπώμενοι καὶ ἀλληλοσπαρασσόμενοι. Μαιευτήρια, κρεβατοκάμαρες, νοσοκομεῖα καὶ νεκροταφεῖα. Ὁ ἀμετάφραστος πόνος.
Τὸ ἄλλο ὅμως εἶναι ἄλλο.
Ἀπὸ τὴ μία ἡ τρέχουσα ἀνθρωπινότητα, καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη τὸ ἄλλο.
Ἡ προμετωπίδα τοῦ Heiner Muller:
«Γιὰ νὰ συμβεῖ κάτι, χρειάζεται νὰ ξεκινήσει κάτι• τὸ πρῶτο σχῆμα τῆς ἐλπίδας εἶναι ὁ φόβος, ἡ πρώτη ἐμφάνιση τοῦ καινούργιου ὁ τρόμος».
Ὅπως βλέπετε, τὰ πράγματα εἶναι πολὺ δύσκολα.
Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν προσφέρονται.
Γιὰ νὰ προσφερθοῦν, πρέπει νὰ τοὺς προσφερθοῦμε ἐμεῖς προηγουμένως. Τίποτε δὲν μᾶς ἀνήκει.
Δικό μας εἶναι μόνον τὸ τίποτε.
Δηλαδὴ ἡ ἀπόσταση.
Ἄθροισμα ἀποστάσεων θεωροῦσε τὴ ζωὴ ὁ Πεντζίκης.
Ἡ ἀπόσταση.
Αὐτὴ ποὺ γέννησε τὴν ποίηση τοῦ Καβάφη.
Ὁ Καβάφης ἦταν ἑλληνικὸς ἐπειδὴ ἦταν μακριά, ἀλλοῦ. Δὲν ἦταν ἐδῶ, δὲν ἦταν μαζί, δὲν ἦταν δικός τους, δὲν τοὺς θεωροῦσε δικούς του. Ἤξερε ὅτι δὲν κατεῖχε.
Ἑλληνικός. Ἰδιότητα τιμιότερη ἀπ’ αὐτὴν δὲν θεωροῦσε ἄλλην.
Αὐτὸ θὰ πεῖ ἑλληνικός.
Νὰ προσπαθεῖς νὰ καλύψεις τὴν ἀπόσταση καὶ νὰ μὴν μπορεῖς.
«Ἡ Ἑλλάδα καταλήγει ὁ Lacoue-Labarthe θὰ πρέπει νὰ ἦταν τοῦτος ὁ ἴλιγγος καὶ τούτη ἡ ἀπειλή: ἕνας λαός, ἕνας πολιτισμὸς ποὺ ὑποδηλώνονται, ποὺ δὲν παύουν νὰ ὑποδηλώνονται ὡς ἀπρόσιτοι στὸν ἴδιον τὸν ἑαυτό τους. Τὸ κατ’ ἐξοχὴν τραγικό, ἂν ἀληθεύει ὅτι τὸ τραγικὸ ἀρχίζει μὲ τὴν κατάρρευση τοῦ μιμητοῦ καὶ τὴν ἐξαφάνιση τῶν προτύπων».
Μποροῦμε νὰ ἀποδεχθοῦμε καὶ νὰ ἀναλάβουμε αὐτὴν τὴν κατάρρευση καὶ αὐτὴν τὴν ἐξαφάνιση;
Ἂν μᾶς ἐνδιαφέρει.
Εἰδάλλως, ἂς πάψουμε νὰ σφετεριζόμαστε ἐκεῖνα ποὺ ἀνήκουν σὲ ἄλλους. Στοὺς Ἕλληνες.
Τελειώνω ἐπανερχόμενος στὸν τίτλο.
«Ἐμεῖς καὶ οἱ Ἕλληνες».
Τὸ «καί», ὅπως φαντάζομαι ὅτι κατανοήθηκε, δὲν εἶναι συζευκτικό• δὲν συνδέει• ἀποσυνδέει• διαζευγνύει.
Στὸ θέμα ποὺ μᾶς ἀπασχολεῖ, γιὰ νὰ συμβεῖ ἕνωση πρέπει νὰ τὴν ποδηγετεῖ ὁ χωρισμός• γιὰ νὰ λάβει χώρα γάμος, πρέπει νὰ ἰσχύει διαζύγιο. Μὲ ἄλλα λόγια, ὁ μηχανισμὸς τῆς τραγωδίας.
Ὄχι ἡ καπηλευτικὴ ἀναπαράστασή της στὴν πιὸ χυδαία καὶ πληθωριστικὴ ἐκδοχή της ποὺ εἶναι ὅ,τι πιὸ καθησυχαστικὸ ὑπάρχει, ἀλλὰ ἡ αἱματηρὴ παράσταση τῆς ἀνέκδοτης ἐκδοχῆς της σὲ ὅ,τι πιὸ ἀνησυχητικὸ ὑπάρχει.
Τὸ ἑλληνικὸ ὡς τρομακτικό.
Εἶναι καιρός, οἱ κάτοικοι αὐτῆς τῆς γεωγραφικῆς περιοχῆς ἐπιτέλους νὰ τρομάξουν γι’ αὐτὸ ποὺ εἶναι, γι’ αὐτὸ ποὺ δὲν εἶναι, καὶ γι’ αὐτὸ ποὺ δὲν θὰ καταφέρουν ποτὲ νὰ εἶναι.
ΤΑ ΝΕΑ , 20-05-2000
Πεθαίνω σά χώρα
Ἐμεῖς καί οἱ Ἕλληνες
Συνέντευξη τοῦ Δημήτρη Δημητριάδη
Δημήτρης Δημητριάδης - Βιογραφικά στοιχεῖα
Παραλλάσσοντας τον, δανείζομαι τὸν τίτλο ἀπὸ τὸ κείμενο τοῦ Ph. Lacoue-Labarthe «Ὁ Χέλντερλιν καὶ οἱ Ἕλληνες», ἕνα κείμενο πού, μὲ τὴ συγγενική του θεματογραφία, διατρέχει ὑπόγεια τὸ δικό μου, ὅπως τὸ διατρέχει καὶ τὸ κείμενο τοῦ Dominique Grandmont «Ἡ Ἑλλάδα τοῦ Καβάφη», τὸ ὁποῖο ὑπῆρξε καθοριστικῆς σημασίας γιὰ τὴν ὀργάνωση καὶ διατύπωση τῶν παρακάτω σκέψεών μου. Ἀπὸ τὸ κείμενο τοῦ Lacoue-Labarthe κρατῶ ἐπίσης τὴν προμετωπίδα τοῦ Heiner Muller στὴν ὁποία θὰ ἐπανέλθω ἀργότερα.
Ὁ κληρονόμος ἀναλογίζεται τὴν κληρονομιά του ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ ἀπειλεῖται μὲ τὴν ἀπώλειά της. Ὁ κίνδυνος νὰ τὴ χάσει ἢ νὰ ἀποδειχθεῖ ὅτι δὲν τοῦ ἀνήκει κινητοποιεῖ τὸν μηχανισμὸ τῆς ἰδιοποίησης μέσα του.
Ὅ,τι θεωρεῖται δεδομένο καὶ ἐξασφαλισμένο ἀποκλείει τὴ στοχαστικὴ ἀναφορὰ σὲ αὐτό.
Ξεκινώντας ἀπὸ αὐτὴ τὴν παρακινδυνευμένη διαπίστωση, δίνεται ἡ εὐκαιρία νὰ προσφύγουμε ἀπὸ τὴν περιφέρεια στὸ κέντρο, ἀπὸ τὴν περίμετρο στὴν καρδιὰ τοῦ προβλήματος, ἀπὸ τὸν ἐφησυχασμὸ στὴν ἀνησυχία. Νὰ τολμήσουμε, ὄχι χωρὶς συνέπειες, τὴν ἀκρότητα.
Τὴν θανάσιμη ἔξοδο.Ἔτσι λοιπόν, ἡ παραπάνω διαπίστωση μᾶς εἰσάγει κατευθείαν στὴ ζώνη τοῦ κινδύνου. Περνοῦμε, σχεδὸν συνειρμικά, στὴν ἑτερότητα.
Ἡ ἑτερότητα εἶναι, στὴν προκειμένη περίπτωση, ἡ Ἑλλάδα.
Ἡ Ἑλλάδα ἀποκλείει τὴν ταύτιση μαζί της.
Ἀποκλείει τὴν ταυτότητα.
Καὶ ὅλα τὰ παράγωγά της. Τὴν οἰκειότητα, τὴ συγγένεια, τὴν κατοχή, τὴν ἀσφάλεια.
Ἐμεῖς, κάτοικοι αὐτῆς τῆς γεωγραφικῆς περιοχῆς, μόνον ὡς ξένοι δικαιούμαστε νὰ ἀντιμετωπίζουμε τοὺς Ἕλληνες.
Νὰ τοὺς ἀντιμετωπίζουμε ὡς ξένους.
Ἐμεῖς ὡς μὴ Ἕλληνες.
Ὡς μὴ Ἕλληνες ἐμεῖς τί εἴμαστε;
Κάτοικοι μίας γεωγραφικῆς περιοχῆς ποὺ κατοικήθηκε ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ προσπάθησαν νὰ γίνουν κάτι. Ἡ προσπάθεια αὐτὴ καὶ οἱ καρποὶ της τοὺς ἔκαναν Ἕλληνες.
Ἐμεῖς δὲν καταβάλλουμε καμία παρόμοια προσπάθεια. Ἐπειδὴ πιστεύουμε ὅτι εἴμαστε Ἕλληνες.
Δὲν εἴμαστε Ἕλληνες.
Τὸ δεδομένο καὶ τὸ ἐξασφαλισμένο ἀποκλείουν τὴν προσπάθεια.
Ὁ ἀποκλεισμὸς τῆς προσπάθειας μᾶς ἀποκλείει ἀπὸ τὸ νὰ γίνουμε Ἕλληνες. Ὅσοι δὲν προσπαθοῦμε νὰ γίνουμε Ἕλληνες, οὔτε εἴμαστε οὔτε θὰ γίνουμε ποτὲ Ἕλληνες.
Νὰ ἕνας πολὺ σοβαρὸς λόγος γιὰ νὰ μὴν ἐπιστραφοῦν ποτὲ τὰ μάρμαρα τοῦ Παρθενώνα. Ἡ μὴ ἐπιστροφή τους θὰ πρέπει νὰ συνιστᾶ ἐθνικὸ στόχο διότι ἔτσι ἐπιτυγχάνεται ἡ εὐεργετικὴ ρήξη στὴ συνέχεια, ἡ θραύση τοῦ κεκτημένου. Ὁ κληρονόμος διαπιστώνει ὅτι ὀφείλει νὰ ἀγωνιστεῖ προκειμένου νὰ τοῦ ἀναγνωριστεῖ τὸ δικαίωμα κυριότητας πάνω στὴ θεωρούμενη ὡς δεδομένη καὶ ἐξασφαλισμένη κληρονομιά του. Διαπίστωση τραγικοῦ μεγέθους.
Ἡ Ἑλλάδα δὲν ἀνήκει στοὺς Ἕλληνες.
Αὐτὸ εἶναι τὸ τραγικὸ μέγεθος.
Οἱ Ἕλληνες εἶναι Ἕλληνες ἐπειδὴ καὶ ὅταν ἡ Ἑλλάδα δὲν τοὺς ἀνήκει.
Τὸ ἀνάποδο σλόγκαν, δημαγωγικὸ καὶ παραπλανητικό, στὴν πραγματικότητα ἀντιλαϊκὸ καὶ στὴν οὐσία ἀνθελληνικό, ληξιαρχικὴ πράξη γεννήσεως τοῦ σημερινοῦ μηδενός, κολάκευε τὸ ἀτταβιστικὸ αἴσθημα κυριότητας ἐπιστεγάζοντας, μὲ τὴν ἀγοραία μαυλιστικότητά του, τὴ βολεμένη καὶ ἀνέξοδη βεβαιότητα τοῦ αὐτοβαυκαλιζόμενου κατέχοντος.
Διότι, πίσω ἀπὸ τὴν ὕπουλη φτήνια αὐτοῦ του σλόγκαν, κρυβόταν ὁ ἀπεριχώρητος τρόμος τῆς ἀπώλειας.
Μίας ἀπώλειας συντελεσμένης.
Οἱ Ἕλληνες δὲν ἀνήκουν στὴν Ἑλλάδα.
Οἱ Ἕλληνες δὲν εἶναι Ἕλληνες.
Τί εἶναι, λοιπόν;
Τὸ τίποτε.
Ἰδοὺ τὸ χαρμόσυνο ἄγγελμα.
Τὸ τίποτε.
Μὲ αὐτὸ παρέχεται ἡ κοσμογονικὴ δυνατότητα νὰ ἀρχίσει ἐπιτέλους κάτι.
Ἐλλοχεύει ὅμως καὶ ὁ κίνδυνος νὰ παραμείνουν ὅλα ἐκεῖ ποὺ εἶναι.Στὸν ἀνέξοδο βαυκαλισμὸ τοῦ κατέχοντος.
Τὰ πάντα γύρω μας κραυγάζουν πὼς θὰ συμβεῖ τὸ δεύτερο.
Ἡ καθησυχασμένη βεβαιότητα ὅτι ἡ κληρονομιὰ μᾶς ἀνήκει ἀδιαφιλονίκητα, καθιερώνει τὴν ἐθνικὴ στειρότητα ὡς κυρίαρχη συμπεριφορά, τὴν ἀγκίστρωση στὰ κεκτημένα ὡς ἄρχουσα νοοτροπία, τὸν μηρυκασμὸ τῶν στερεοτύπων ὡς ἀσφάλεια συνέχειας.
Προτάθηκαν ὅλα τὰ σχήματα ἑρμηνείας αὐτῆς τῆς συνέχειας, ἰδεολογικὰ καὶ γεωφυσικά.
Ὁλοκληρώθηκαν καὶ ἀπέτυχαν ὅλα. Κατέληξαν σὲ ἀδιέξοδα. Παρήγαγαν ψευδαισθήσεις. Διένειμαν ἀνυπόστατους ρόλους. Ἀπέδωσαν ψευδεῖς τίτλους. Μὲ τὸν ἕναν ἢ τὸν ἄλλον τρόπο, ἐξαπάτησαν καλλιεργώντας τὴν αὐτοτέλεια τοῦ προσωπείου πάνω στὴν ἀνυπαρξία προσώπου.
Δὲν παράγεται πολιτισμὸς μὲ τὴν ἀναπαραγωγὴ τοῦ δεδομένου.
Δὲν παράγεται πολιτισμὸς μὲ τὸν μηρυκασμὸ τοῦ ἐξασφαλισμένου.
Θεμελιώδης ἐκπρόσωπος τῆς γενιᾶς πού πρότεινε κι αὐτὴ μία δική της Ἑλλάδα, ὡς ἐκδοχὴ ἰδιοποίησης τῆς Ἑλλάδας, ἀναρωτήθηκε: «Μήπως ὅλα αὐτὰ πού σκεφτήκαμε γιὰ τὴν Ἑλλάδα ἦσαν ψέματα, κατασκευάσματα τοῦ μυαλοῦ μας;».
Ἰδοὺ ἡ καρδιὰ τοῦ προβλήματος.
Παραμένει ἀκόμη ἀνέγγιχτη. Ἐπειδὴ τὸ ἄγγιγμά της εἶναι ἀφόρητο.
Δὲν εἴμαστε τίποτε.
Μόνον αὐτὴ ἡ βεβαιότητα παράγει ἐνέργεια, μόνον αὐτὴ κινητοποιεῖ, ὠθεῖ στὴν προσπάθεια νὰ προσπελαστεῖ ὁ στόχος.
Ποιὸς εἶναι αὐτός;
Νὰ γίνουμε Ἕλληνες.
Μὲ τί τρόπο;
Ἀναγνωρίζοντας σὲ ἐκείνους τὸν ξένο.
Ἂν μᾶς ἐνδιαφέρει.
Ὄντας ἴδιοι, δηλαδὴ ταυτόσημοι μὲ ἐκείνους, δὲν εἴμαστε κανείς. Κανεὶς δὲν εἶναι, δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι, ἴδιος μὲ τοὺς Ἕλληνες. Κανεὶς δὲν εἶναι Ἕλληνας.
Γίνεται ἢ προσπαθεῖ νὰ γίνει.
Παραμένοντας ἀνελλιπῶς ξένος.
Μὲ τὴν ἰδιότητα τοῦ ξένου, συγκαταλεγόμαστε, ἂν τὸ θέλουμε, στὴ χορεία ἐκείνων ποὺ θέλουν νὰ τείνουν πρὸς τὴν Ἑλλάδα.
Τὸ ὅτι ζοῦμε στὰ ἴδια χώματα δὲν σημαίνει τίποτε. Στὴν πραγματικότητα φιλοξενούμαστε. Ἐκεῖνοι, οἱ Ἕλληνες, μᾶς φιλοξενοῦν.
Τὸ ὅτι στὰ θεμέλια του σπιτιοῦ μας ὑπάρχουν θαμμένα τὰ σπίτια ἀρχαίων τραγικῶν δὲν σημαίνει τίποτε. Δὲν ἀρκεῖ αὐτὸ γιὰ νὰ μᾶς κάνει τραγικούς, ἢ συγγενεῖς καὶ συνεχιστὲς τῶν τραγικῶν. Ἡ τραγικότητα εἶναι ὑπόθεση ἄλλων θεμελίων ποὺ δὲν τὰ ὑποψιάζονται ὅσοι ἔχουν τάξει τὴ ζωή τους καὶ τὸ ἔργο τους στὴ θλιβερὴ κολακεία ἑνὸς δῆθεν λαϊκοῦ αἰσθήματος τὸ ὁποῖο οἱ ἴδιοι καρπώνονται μὲ ἀνεξάντλητη ἀπληστία καὶ ἐγωπαθῆ μονομανία.
Τὸ ὅτι βλέπουμε ἀπὸ τὸ μπαλκόνι μας τὴν Ἀκρόπολη δὲν σημαίνει τίποτε. Ἡ θέα δὲν συνιστᾶ ἐγγύηση ταυτότητας. Τὸ τοπίο δὲν ἀποτελεῖ τεκμήριο συνέχειας. Δὲν μᾶς εἰσάγει στὸ πνεῦμα ποὺ γέννησε τὴ μυθοποίηση τοῦ τοπίου. Τὴ μεταποίηση τῆς γεωγραφίας ἀπὸ φύση σὲ ποίηση.
Τὸ ὅτι μιλοῦμε τὴν ἴδια γλῶσσα ἐπίσης δὲν σημαίνει τίποτε. Τὴ γλώσσα πρέπει νὰ τὴν σκέφτεται κανεὶς γιὰ νὰ τὴν μιλήσει. Πρῶτα σκέφτομαι τὴ γλώσσα καὶ μετὰ τὴν μιλῶ. Ποιὸς σκέφτεται τὴ γλώσσα ἐδῶ; Ποιὸς κάτοικος αὐτῆς τῆς γεωγραφικῆς περιοχῆς μιλᾶ τὴ γλώσσα ἐπειδὴ πρῶτα τὴν σκέφτεται;
Μὲ τὴν κατάρρευση τῶν ἐπικαλυμμάτων ἀποκαλύπτεται τὸ σταθερὸ ζητούμενο, ἡ δημιουργία τρόπων μεταποίησής του μὴ ὑπάρχοντος σὲ ὑπάρχον. Διάπλαση μορφῶν.
Προσέγγιση ἀπροσέγγιστου στόχου.
Ξανὰ ἀπὸ τὴν ἀρχή.
Πάλι καὶ πάλι.
Ὡς ἐκ τοῦ μηδενός.
Σύλληψη τοῦ ἀνέφικτου.
Παραβίαση τοῦ ὁρίου ποὺ διαχωρίζει αὐτὸ ποὺ νομίζουμε ὅτι εἴμαστε ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ στὴν πραγματικότητα δὲν εἴμαστε.
Εἶναι μία ἀπόπειρα ἑλληνική.
Γιὰ νὰ εἶναι ἕνας λαὸς δημιουργικός, ὀφείλει νὰ ζήσει τὴν ἔλλειψη ἐκείνου ποὺ τὸν ἔκαναν νὰ πιστεύει πὼς εἶναι. Καὶ νὰ δημιουργήσει τοὺς τρόπους μὲ τοὺς ὁποίους θὰ καλύψει τὴν ἔλλειψη. Ἔτσι δημιουργοῦνται πολιτισμοί. Μὲ τὴν κάλυψη τοῦ κενοῦ. Ἀνέφικτη κάλυψη.
Ὅμως αὐτὸ τὸ ἀνέφικτο συνιστᾶ τὴν ἀληθινὴ προσπάθεια. Ἡ ἀνέφικτη κάλυψη τῆς ἔλλειψης καὶ τοῦ κενοῦ.
Τὰ πάντα γύρω μας κραυγάζουν ὅτι ἡ ἔλλειψη καὶ τὸ κενὸ ὄχι μόνον δὲν θὰ καλυφθοῦν, ἀλλὰ ὅτι θὰ ἐξακολουθοῦν νὰ μὴ βιώνονται ὡς ἔλλειψη καὶ ὡς κενό. ?ρὰ δὲν χρειάζεται νὰ γίνει καμία προσπάθεια.
Τὰ πάντα γύρω μας κραυγάζουν πὼς αὐτὸ ποὺ ἔχουμε τὸ ἔχουμε ἀναμφισβήτητα, πὼς αὐτὸ ποὺ εἴμαστε τὸ εἴμαστε ἀναμφισβήτητα.
Ὁ ὁρισμὸς τῆς γραφικότητας καὶ τῆς μικρόνοιας.
Τίποτε δὲν ἔχουμε καὶ τίποτε δὲν εἴμαστε.
Στὸ τίποτε αὐτὸ προσφέρεται ἡ πιὸ χαρμόσυνη ἀγγελία, ὁ μόνος ἀληθινὸς εὐαγγελισμός.
Τί λέει;
Λέει: Αὐτὴ εἶναι ἡ πραγματικὴ ἀφετηρία, ξεκινῆστε, μπορεῖτε τὰ πάντα, ἀποπαγιδευτεῖτε, σπάστε τὶς ἐμπλοκές, τολμῆστε τὴν ἀπεμπλοκὴ ἀπὸ τὰ ψεύδη καὶ τὰ προσωπεῖα, μὴ φοβάστε, ὑπάρχουν κι ἄλλα πρόσωπα καὶ ἄλλες ἀφηγήσεις, περάστε ἀπὸ τὰ στερεότυπα στὴν ἄπλαστη λάσπη, ἀπὸ τὸ παγωμένο βλέμμα στὸ κοίταγμα τῆς ἀβύσσου. Πλάστε τὴ φωτιά.
Τρομερὸ τὸ αἴτημα.
Ζητᾶ δημιουργικότητα.
Διακινδύνευση. Τόλμη.
Ζητᾶ ζωή.
Ζητᾶ παραδοχὴ μίας προσπάθειας κατὰ τὴν ὁποία θὰ πρέπει νὰ ἰδιοποιηθοῦμε τὸ ἑλληνικὸ ὡς ἕτερο. Τὸ ἕτερο ὡς ἑλληνικό.
Γιγαντομαχία.
Διότι τὸ ἑλληνικὸ δὲν εἶναι ἔμφυτο οὔτε ἐμφυτεύσιμο• δὲν εἶναι φυσικό• δὲν κληρονομεῖται, δὲν μεταβιβάζεται, δὲν κατοχυρώνεται, δὲν διασφαλίζεται, δὲν καταχωρεῖται.
Τὸ ἑλληνικὸ δὲν εἶναι εὐρήματα ἀνασκαφῶν καὶ διεκδικήσεις ἀρχαιοτήτων• δὲν εἶναι κομπορρημοσύνη μεταπρατῶν καὶ διαπραγματεύσεις κυβερνητικῶν παραγόντων• δὲν εἶναι ἐξαγγελίες ὑπουργείων καὶ τουριστικοὶ πομφόλυγες.
Τὸ ἑλληνικὸ εἶναι ἐπίκτητο.
Κατακτᾶται, ἐὰν εὐοδωθεῖ ἡ προσπάθεια τῆς κατάκτησής του.Μποροῦμε νὰ γίνουμε ἑλληνικοί;
Γίνεται κανεὶς ἑλληνικὸς ὅταν ἀρχίσει νὰ στέκεται ἀντίκρυ στοὺς Ἕλληνες.
Στέκομαι ἀντίκρυ, σημαίνει, ἀνάμεσα σ’ ἐμένα καὶ στὸ ἄλλο ὑπάρχει ἀπόσταση.
Κάτι περισσότερο: ρήξη, χάσμα.
Ρήξη μᾶς χωρίζει ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες.
Χάσμα χάσκει ἀνάμεσα σ’ ἐμᾶς καὶ τὴν Ἑλλάδα.
Ρήξη καὶ χάσμα, ὅμως, εἶναι προϋποθέσεις στοχασμοῦ.Γιατί δὲν ὑφίσταται στοχασμὸς σ’ αὐτὴν τὴν γεωγραφικὴ περιοχή; Ἡ ἕνωση, ἡ ταύτιση, ἡ ταυτότητα, ἀποκλείουν τὸν στοχασμό.
Τὸ ἴδιο, τὸ ταυτόσημο, εἶναι ἄστοχα.
Ὁ στοχασμὸς προϋποθέτει στόχο.
Ἡ ἕνωση, ἡ ταύτιση, ἡ ταυτότητα, ἀποκλείουν τὸν στοχασμὸ ἐφόσον θεωροῦν τὸν στόχο δεδομένον καὶ ἐξασφαλισμένον, κατακτημένον μία γιὰ πάντα.
Ὁ στοχασμὸς ὅμως ἐκκινεῖ ἀπὸ τὴν ἀπώλεια, τὴν ἀπουσία, τὴν ἔλλειψη. Ὁ στοχασμὸς ἐκκινεῖ ἀπὸ τὴ συνείδηση τοῦ τίποτε.
Εἶναι ὁμογάλαγκτος τοῦ μηδενός.
Εἶναι τὸ ἴδιον της ἑτερότητας.
Μόνον ὡς ξένοι δικαιούμαστε νὰ κατοικοῦμε σ’ αὐτὰ ἐδῶ τὰ μέρη.
Θάλασσες, νησιὰ καὶ βουνά, ἐξαντλήθηκαν στὶς γιγαντοαφίσες.
Μόνον ὡς ξένοι δικαιούμαστε νὰ μιλοῦμε αὐτὴν τὴ γλώσσα.
Ἀκοῦστε τὸ ἀφασικὸ παραμιλητὸ τῶν τηλεπολιτικῶν.
Μόνον ὡς ξένοι δικαιούμαστε νὰ ἀναφερόμαστε στοὺς Ἕλληνες. Κοιτάξτε γύρω σας τὸν πληθυσμιακὸ πολτό, μὲ ἐγχάρακτη στὰ πρόσωπά τους τὴν ὁλικὴ ἀποτυχία.
Τὸ πεδίον ὡστόσο ἀνοίγεται μπροστά μας, ἀπέραντο ἀλλὰ δύσβατο. Μόνον γυμνοὺς καὶ ἀτιτλοφόρητους μπορεῖ νὰ μᾶς δεχτεῖ.Ἐνδεδυμένους μόνον τὴν περιβολὴ τοῦ τίποτε.
Εἰδάλλως δὲν πρόκειται νὰ ὑπάρξει ἄλλη φορά πολιτισμὸς ἐδῶ. Ἂν μᾶς ἐνδιαφέρει αὐτό.Μποροῦμε νὰ συλλάβουμε τὸ μήνυμα;
Μποροῦμε νὰ συλλάβουμε τὸν ἀναγεννησιακό του χαρακτήρα;
Τὴ λυτρωτική του διάσταση; Τὴ ζωτική του ὤθηση;
Μποροῦμε νὰ καταλάβουμε ὅτι μόνον αὐτὸ μπορεῖ νὰ μᾶς βγάλει ἀπὸ τοὺς τάφους; Νὰ διακόψει τὴν ἀέναη μετακίνησή μας ἀπὸ φέρετρο σὲ φέρετρο;
Τὰ πάντα γύρω μας κραυγάζουν πὼς ὄχι, δὲν μποροῦμε.
Τί μένει, λοιπόν;
Ἄνθρωποι.
Ἄνθρωποι ποὺ γεννιοῦνται, ἀρρωσταίνουν, γηράσκουν καὶ πεθαίνουν, μέσα στὴν τριβὴ τῆς καθημερινῆς τύρβης, ἀλληλοαγαπώμενοι καὶ ἀλληλοσπαρασσόμενοι. Μαιευτήρια, κρεβατοκάμαρες, νοσοκομεῖα καὶ νεκροταφεῖα. Ὁ ἀμετάφραστος πόνος.
Τὸ ἄλλο ὅμως εἶναι ἄλλο.
Ἀπὸ τὴ μία ἡ τρέχουσα ἀνθρωπινότητα, καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη τὸ ἄλλο.
Ἡ προμετωπίδα τοῦ Heiner Muller:
«Γιὰ νὰ συμβεῖ κάτι, χρειάζεται νὰ ξεκινήσει κάτι• τὸ πρῶτο σχῆμα τῆς ἐλπίδας εἶναι ὁ φόβος, ἡ πρώτη ἐμφάνιση τοῦ καινούργιου ὁ τρόμος».
Ὅπως βλέπετε, τὰ πράγματα εἶναι πολὺ δύσκολα.
Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν προσφέρονται.
Γιὰ νὰ προσφερθοῦν, πρέπει νὰ τοὺς προσφερθοῦμε ἐμεῖς προηγουμένως. Τίποτε δὲν μᾶς ἀνήκει.
Δικό μας εἶναι μόνον τὸ τίποτε.
Δηλαδὴ ἡ ἀπόσταση.
Ἄθροισμα ἀποστάσεων θεωροῦσε τὴ ζωὴ ὁ Πεντζίκης.
Ἡ ἀπόσταση.
Αὐτὴ ποὺ γέννησε τὴν ποίηση τοῦ Καβάφη.
Ὁ Καβάφης ἦταν ἑλληνικὸς ἐπειδὴ ἦταν μακριά, ἀλλοῦ. Δὲν ἦταν ἐδῶ, δὲν ἦταν μαζί, δὲν ἦταν δικός τους, δὲν τοὺς θεωροῦσε δικούς του. Ἤξερε ὅτι δὲν κατεῖχε.
Ἑλληνικός. Ἰδιότητα τιμιότερη ἀπ’ αὐτὴν δὲν θεωροῦσε ἄλλην.
Αὐτὸ θὰ πεῖ ἑλληνικός.
Νὰ προσπαθεῖς νὰ καλύψεις τὴν ἀπόσταση καὶ νὰ μὴν μπορεῖς.
«Ἡ Ἑλλάδα καταλήγει ὁ Lacoue-Labarthe θὰ πρέπει νὰ ἦταν τοῦτος ὁ ἴλιγγος καὶ τούτη ἡ ἀπειλή: ἕνας λαός, ἕνας πολιτισμὸς ποὺ ὑποδηλώνονται, ποὺ δὲν παύουν νὰ ὑποδηλώνονται ὡς ἀπρόσιτοι στὸν ἴδιον τὸν ἑαυτό τους. Τὸ κατ’ ἐξοχὴν τραγικό, ἂν ἀληθεύει ὅτι τὸ τραγικὸ ἀρχίζει μὲ τὴν κατάρρευση τοῦ μιμητοῦ καὶ τὴν ἐξαφάνιση τῶν προτύπων».
Μποροῦμε νὰ ἀποδεχθοῦμε καὶ νὰ ἀναλάβουμε αὐτὴν τὴν κατάρρευση καὶ αὐτὴν τὴν ἐξαφάνιση;
Ἂν μᾶς ἐνδιαφέρει.
Εἰδάλλως, ἂς πάψουμε νὰ σφετεριζόμαστε ἐκεῖνα ποὺ ἀνήκουν σὲ ἄλλους. Στοὺς Ἕλληνες.
Τελειώνω ἐπανερχόμενος στὸν τίτλο.
«Ἐμεῖς καὶ οἱ Ἕλληνες».
Τὸ «καί», ὅπως φαντάζομαι ὅτι κατανοήθηκε, δὲν εἶναι συζευκτικό• δὲν συνδέει• ἀποσυνδέει• διαζευγνύει.
Στὸ θέμα ποὺ μᾶς ἀπασχολεῖ, γιὰ νὰ συμβεῖ ἕνωση πρέπει νὰ τὴν ποδηγετεῖ ὁ χωρισμός• γιὰ νὰ λάβει χώρα γάμος, πρέπει νὰ ἰσχύει διαζύγιο. Μὲ ἄλλα λόγια, ὁ μηχανισμὸς τῆς τραγωδίας.
Ὄχι ἡ καπηλευτικὴ ἀναπαράστασή της στὴν πιὸ χυδαία καὶ πληθωριστικὴ ἐκδοχή της ποὺ εἶναι ὅ,τι πιὸ καθησυχαστικὸ ὑπάρχει, ἀλλὰ ἡ αἱματηρὴ παράσταση τῆς ἀνέκδοτης ἐκδοχῆς της σὲ ὅ,τι πιὸ ἀνησυχητικὸ ὑπάρχει.
Τὸ ἑλληνικὸ ὡς τρομακτικό.
Εἶναι καιρός, οἱ κάτοικοι αὐτῆς τῆς γεωγραφικῆς περιοχῆς ἐπιτέλους νὰ τρομάξουν γι’ αὐτὸ ποὺ εἶναι, γι’ αὐτὸ ποὺ δὲν εἶναι, καὶ γι’ αὐτὸ ποὺ δὲν θὰ καταφέρουν ποτὲ νὰ εἶναι.
ΤΑ ΝΕΑ , 20-05-2000
Πεθαίνω σά χώρα
Ἐμεῖς καί οἱ Ἕλληνες
Συνέντευξη τοῦ Δημήτρη Δημητριάδη
Δημήτρης Δημητριάδης - Βιογραφικά στοιχεῖα
Ξεχωρίζω πρός τό παρόν τό "Τὴ μεταποίηση τῆς γεωγραφίας ἀπὸ φύση σὲ ποίηση"...φυσικά ὑπάρχει καί ἡ ἄλλη πρόταση, ἡ ἀντίληψη τῆς "φύσης" ὡς ἐξάρτημα τῆς "ἀνάπτυξης"
ΑπάντησηΔιαγραφήΤό κείμενο τῆς ἀνάρτησης τό βρῆκα στό πολύ καλό ἱστολόγιο http://www.anixneuseis.gr/ , τῆς πολύ καλῆς ἐκπομπῆς στήν ΕΤ3 "Ἀνιχνεύσεις" τοῦ Παντελῆ Σαββίδη, τό παραπάνω κείμενο ὡς ἄσκηση αὐτογνωσίας...
ἡ ἐπιδίωξη αὐτογνωσίας, διαφέρει οὐσιαστικά ἀπό τό αὐτομαστίγωμα, ὁ χαμηλός τόνος ἔναντι τοῦ ἀλαλαγμοῦ...ἐννοεῖται ἡ προσπάθεια αὐτογνωσίας γίνεται ἐπί μονίμου βάσεως μέ συνέπεια κατανόηση παρελθόντος, συνειδητοποίηση τοῦ παρόντος, βεβαιότητα γιά τό μέλλον...καί σάν πρόσωπα καί σάν συλλογικότητες...
Γιῶργο, χρόνια πολλά γιά τήν γιορτή σου... Ἔψαχνα σήμερα νά βρῶ τό τηλέφωνό σου, ἡ ἀκαταστασία πού μέ διακρίνει δέν μέ διευκόλυνε νά τό βρῶ...Σοῦ εὔχομαι ὅτι ἐπιθυμεῖς...
ΑπάντησηΔιαγραφή( τό βιβλίο τό ἔστειλα χθές)
αυτο ειναι το ζητουμενο η αυτογνωσια...αλλα πως να γινει ρε φιλε , απο τοτε που δημιουργηθηκε αυτο το κρατος μας βιαζουν ακαταπαυστα...(ηρθαν και οι ευρωδονητες σημερα χχχχ ) ευχαριστω πολυ για τις ευχες σου , κι γω ευχομαι οι αναρτησεις και τα κειμενα σου να ειναι παντα ευστοχα και καλογραμενα οπως το σημερινο
ΑπάντησηΔιαγραφήΈχει δίκιο ο Δημητριάδης να υπενθυμίζει ότι η Ελληνικότητα (που εκείνος εννοεί) θα πρέπει κανείς να αγωνιστεί και να καταβάλλει προσπάθεια για να την αποκτήσει και σε καμμιά περίπτωση δε μπορεί να θεωρηθεί δεδομένη. Θα πρέπει ίσως επίσης να διερωτηθούμε τι ακριβώς εννοούμε με τον όρο Έλληνας ή Ελληνικότητα. Έχω την εντύπωση (εύχομαι να κάνω λάθος) η πλειοψηφία των υποτιθέμενων Ελλήνων εννοεί κάτι διαφορετικό από αυτό που εννοεί ο Δημητριάδης με τον όρο Ελληνικότητα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤὸ κείμενο εἶναι ἐκπληκτικό. Ὄχι ἐπειδὴ λέει πράγματα σωστὰ ἢ λάθος. Αὐτὸ εἶναι δευτερεῦον. Ἀλλά ἐπειδή ειναι γνήσιο καί, μέ τήν ἔννοια τοῦ αὐθεντικοῦ δημιουργήματος, ποιητικό.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυμφωνῶ μὲ τὴν περιγραφὴ τοῦ προβλήματος ποὺ κάνει ὁ Δημητριάδης, ὅπως τὸ συνοψίζει στὴν λέξη «κατοχὴ» καὶ «ἰδιοποίηση» ἑνὸς παρελθόντος ἑλληνικότητος. Καὶ ἀκόμη περισσότερο θὰ συμφωνήσω μὲ τὶς συνέπειες, καί τήν θεραπεία ποὺ ἀναφέρει. Θὰ τὸ ἐπεκτείνω ὅμως λίγο. Λείπει, ἐγὼ τουλάχιστον δὲν τὸ βρῆκα μέσα στὸ κείμενο, ἡ ἐξήγηση, ἡ αἰτιολόγηση αὐτῆς τῆς «κατοχῆς». Πῶς , πότε καὶ ἀπὸ ποῦ προῆλθε; Ὑπάρχουν ἐρωτηματικά. Πάντα οἱ κάτοικοι αὐτῆς τῆς γεωγραφικῆς περιοχῆς συμπεριφέροντο σὰν κάτοχοι αὐτοῦ του παρελθόντος; Προφανῶς ὄχι. Πότε συμβαίνει, πότε πρωτοπαρουσιάζεται αὐτὸ τὸ φαινόμενο, πότε ἐπιβάλλεται, πότε γίνεται ἀντιληπτό; Ὅλα αὐτὰ ἔχουν τεράστια σημασία στὴν διαδικασία αὐτογνωσίας καὶ ξεπεράσματος τοῦ προβλήματος.
Τὸ ἐρώτημα πού βάζει «…«Μήπως ὅλα αὐτὰ πού σκεφτήκαμε γιὰ τὴν Ἑλλάδα ἤσαν ψέματα, κατασκευάσματα τοῦ μυαλοῦ μας;» εἶναι ἐκπληκτικὸ , συμφωνῶ ἀπολύτως μαζί του ὡς πρὸς τὸν χαρακτηρισμὸ «ψέματα», διαφωνῶ ὅμως στὸν χαρακτηρισμὸ «κατασκευάσματα τοῦ μυαλοῦ μας» ἤ στό «σκεφτήκαμε», τὸν βρίσκω ὑπεραπλουστευτικό.
Ἡ κληρονομιὰ ὑπάρχει. Ἡ ἑλληνικότητα σάν πολιτισμός ὑπάρχει. Καί σάν κληρονομιά. Ἀπό μόνη της. Εἴτε κάποιοι τήν ἰδιοποιοῦνται, εἴτε τήν κατέχουν, εἴτε τήν προσπερνοῦν. Ἀντικειμενικά. Ὑπάρχει καί ἡ μνήμη. Ἡ πρώτη(πολιτιστική κληρονομιά) ἐπιδρᾶ καί ἀφ' ἑαυτῆς καὶ μέσῳ τῆς δεύτερης(μνήμη). Δὲν μπορεῖς νὰ ἀπεξαρτηθεῖς. Καί παράλληλα ὑπάρχει τό εὐρύτερο, σύνθετο, πολιτιστικό ,πολιτικό περιβάλλον κάθε ἱστορικῆς ἐποχῆς στά ὁποῖα ὅλα αὐτά ἀλληλεπιδροῦν. Ὅπως σὲ κάθε ξεχωριστὸ ἄνθρωπο ἡ συνείδηση και πολύ περισσότερο ἡ θέληση δὲν εἶναι τὸ κινοῦν αἴτιο, ἀλλὰ ἀποτέλεσμα μίας διαδικασίας ἀλληλεπίδρασης ἐνστίκτων καὶ περιβάλλοντος, στὴν ὁποία διαδικασία ἡ συνείδηση και ἡ θέληση δροῦν δευτερογενῶς, ἔτσι στοὺς λαοὺς καὶ τὶς κοινωνίες ἡ μνήμη, ἡ κληρονομιά, τὸ κάρμα παίρνει τὴν θέση τῶν ἐνστίκτων. Τὰ ὁποία δὲν χαρακτηρίζονται οὔτε καλὰ οὔτε κακά. Οἱ ἠθικῆς φύσεως χαρακτηρισμοὶ ὑποδηλώνουν ἄγνοια.
Παρακολούθησα τον Δημητριάδη στήν ἐκπομπή τοῦ Σαββίδη στήν ΕΤ3, νομίζω ὅτι μέ τόν ὅρο «Ἕλληνες» ἀναφέρθηκε ἀποκλειστικά σέ μιά περίοδο τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδας. Τήν ἑλληνικότητα, πού μέ ἀφορμή τόν Καβάφη, τήν προσδιορίζει πολύ ὡραῖα ..."Ἑλληνικός. Ἰδιότητα τιμιότερη ἀπ’ αὐτὴν δὲν θεωροῦσε ἄλλην.Αὐτὸ θὰ πεῖ ἑλληνικός.
Νὰ προσπαθεῖς νὰ καλύψεις τὴν ἀπόσταση καὶ νὰ μὴν μπορεῖς."...ἔχω τήν αἴσθηση ὅτι τήν παραλληλίζει μέ μιά πολύ συγκεκριμένη χρονικά καί ἀποκομμένη εἰκόνα τοῦ παρελθόντος. Μοῦ ἔδωσε τὴν ἐντύπωση ὅτι καὶ αὐτὸς ἀναζητᾶ μία τέτοια ἀποσπασματική εἰκόνα γιὰ νὰ καλύψει τὸ κενό. Τῆς δίνει μορφή ἐνῷ παράλληλα προσπαθεῖ νά τήν ψάξει. Στὸ εὐεργετικὸ καὶ δυναμικὸ κενὸ ( στοὺς χαρακτηρισμοὺς αὐτοὺς καὶ τὴν εὐεργετικὴ διάσταση τοῦ κενοῦ συμφωνῶ), προτείνει ἕναν στόχο γιὰ τὴν κάλυψή τοῦ κενοῦ. Αὐτή ἡ ἀπομονωμένη εἰκόνα τοῦ παρελθόντος εἶναι ὁ δικός του στόχος, ἐνῷ οἱ περισσότεροι σύγχρονοί μας, τούς ὁποίους σωστά ἐπικρίνει, τήν θεωροῦν δεδομένη. Ἡ ἄποψή μου, στό σημεῖο αὐτό, εἶναι διαφορετική καί ἀπό τίς δύο αὐτές θέσεις. Ὁ στόχος ποὺ βάζει «νὰ γίνουμε Ἕλληνες» τὸν ἀντιλαμβάνομαι νὰ κατανοήσουμε τοὺς Ἕλληνες, δηλαδὴ τοὺς ἑαυτούς μας, διότι χωρὶς κατανόηση καὶ ἀντίληψη αὐτοκαταστρεφόμαστε. Ἐκτιμῶ ὅτι ἐκφέρει τὴν θέση «δὲν εἴμαστε Ἕλληνες» ἂς ποῦμε σὰν κίνηση τακτικῆς, νὰ δημιουργήσεις ἀπὸ τὸν ἑαυτό σου μία ἀπόσταση ὥστε νὰ μπορέσεις νὰ τὸν παρατηρήσεις καλύτερα. Πιο σωστό θα ἦταν να πεῖ «ἡ εἰκόνα πού μᾶς ἔδωσαν γιά τούς Ἕλληνες εἶναι ψεύτικη». Γιατί ἂν πάρω τὴν κυριολεκτικὴ σημασία τῆς φράσης «νὰ γίνουμε Ἕλληνες» εἶναι τελείως διαφορετικὴ ἀπὸ αὐτό πού για μένα συνιστᾶ τὸ ζητούμενο, δηλαδή «νὰ κατανοήσουμε τοὺς Ἕλληνες, δηλαδή τούς ἑαυτούς μας». Δεν μπορεῖς νά γίνεις κάτι πού δέν εἶσαι, μπορεῖς ὅμως νά κατανοήσεις –και παράλληλα νά γίνεις, νά δώσεις μορφή - αὐτό πού εἶσαι.
Απορώ πώς δεν βλέπεις την κλωστή που ενώνει τον Δημητριάδη με τον Θεοτοκά (βλέπε προηγούμενες αναρτήσεις για τον Κακλαμάνη).
ΔιαγραφήΘεωρῶ ὅτι τὴν προβληματικὴ ταυτότητα τοῦ σύγχρονου νεοέλληνα τὴν προσεγγίζει σωστὰ ὁ Δημητριάδης. Ἔχω ὅμως καὶ τὶς ἐνστάσεις πού χοντροκομένα ἴσως διετύπωσα προηγουμένως.
ΔιαγραφήΤὸ κοινὸ σημεῖο τῶν 2 ( γενηὰ τοῦ 30 καὶ Δημητριάδη), δηλαδὴ αὐτὸ πού ἐγὼ ἀντιλαμβάνομαι, εἶναι ὅτι μὲ κάποιο ἀόριστο τρόπο ἀνάγουν τὴν σύγχρονη ἑλλαδικὴ πραγματικότητα στὸ παρελθόν, προβάλλοντας ὑπὲρ τὸ δέον ὡς τρόπο προσέγγισής του τὴν ποίηση καὶ τὸ συναίσθημα. Ἔτσι ἡ κατανόηση γίνεται προβληματική. Ἐπίσης καὶ τοὺς δύο διακρίνει ἕνας «ὕποπτος» εὐρωπαϊσμός.
Ἂν ἐννοεῖς κάτι διαφορετικό, μὲ ἐνδιαφέρει πολὺ νὰ τὸ μάθω…
ΥΓ Ἄν θές βάλε ἕνα ψευδώνυμο στά σχόλιά σου. Διευκολύνει πολύ…
Νομίζω, κατὰ κάποιο τόπο, σχετίζεται πολὺ ὡραῖα μὲ τὸ κείμενο τοῦ Δημητριάδη ἕνα κομμάτι ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Ἄρνολντ Τόϋνμπη «Οἱ Ἕλληνες καὶ οἱ κληρονομιές τους». Ἴσως το βάλω σε ἑπόμενο σχόλιο, μᾶλλον σε ξεχωριστή μελλοντική ἀνάρτηση.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠάντως για ὅσους θεωροῦν την ἑλληνική ταυτότητα δεδομένη σε χῶρο και χρόνο ἄς διαβάσουν και τά παρακάτω:
« Ἡ τωρινὴ ἑλληνικὴ φυλὴ δὲν εἶναι ἴδια μὲ τὴν ἀρχαία… Μήπως καὶ οἱ Ἕλληνες τῆς ἐποχῆς τῶν Περσομάχων ἦταν ἡ ἴδια ράτσα μὲ τοὺς Ἕλληνες τοὺς προομηρικούς;… Τὴν ψυχὴ τὴν ἑλληνική, μ’ ὅλα τὰ σμιξίματα, τὴ διατήρησαν ἀρκετὰ ὅμοια μὲ τὴν πρωτινή της μορφὴ τὰ χώματα τὰ ἑλληνικὰ καὶ τὰ κλίματα… Καταλάβετε τὸ τέλος πάντων ὢ Ρωμιοί, ἡ ράτσα σᾶς εἶναι καινούργια… Τὸ ὅτι ἡ ράτσα σᾶς εἶναι καινούργια δὲν σᾶς ἐγκαρδιώνει; Ἂν τὸ ἀνακάτωμά της μὲ ἄλλες φυλὲς δὲν τὸ βλέπετε σὰν καλὸ σημάδι γιὰ τὴν μελλούμενη προκοπή της, ποιὸς σᾶς φταίει; Ἂν σᾶς φταῖν οἱ δάσκαλοι ποὺ σᾶς ἀποστραβώνουν καὶ σᾶς μαλακίζουν πνίχτε τους» (Ἴων Δραγούμης - Ὅσοι ζωντανοὶ )
« Τίποτε δὲν εἶναι πιὸ παράλογο ἀπὸ τὸ νὰ ἀποδώσουμε στοὺς Ἕλληνες μία αὐτοχθονη κουλτούρα. Ἀντίθετα, ἀφομοίωσαν πλήρως τὴ ζωντανὴ κουλτούρα ἄλλων λαῶν. Καὶ ἂν ἔφτασαν τόσο μακρυά, εἶναι ἀκριβῶς ἐπειδὴ ἤξεραν νὰ πάρουν τὸ δόρυ ἀπὸ ἐκεῖ ποῦ τὸ εἶχε ἀφήσει ἕνας ἄλλος λαὸς καὶ νὰ τὸ πετάξουν πιὸ μακριά. Εἶναι ἀξιοθαύμαστοι στὴν τέχνη νὰ μαθαίνουν μὲ ὄφελος.». (Φρειδερῖκος Νῖτσε -Ἡ φιλοσοφία στήν τραγική ἐποχή τῶν Ἑλλήνων)
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://www.youtube.com/watch?v=ACvRveDiHvk
ΑπάντησηΔιαγραφήΑΧ ΕΛΛΑΔΑ Σ'ΑΓΑΠΩ...
Στῖχοι: Μανώλης Ρασούλης
Μουσική: Βάσω Ἀλαγιάννη
Χαρὰ στὸν Ἕλληνα ποὺ ἑλληνοξεχνᾶ
καὶ στὸ Σικάγο μέσα ζεῖ στὴ λευτεριὰ
ἐκεῖνος ποὺ δὲν ξέρει καὶ δὲν ἀγαπᾶ
σάμπως φταῖς κι ἐσὺ καημένη
καὶ στὴν Ἀθήνα μέσα ζεῖ στὴ ξενιτιὰ
Ἂχ Ἑλλάδα σ' ἀγαπῶ
καὶ βαθιὰ σ' εὐχαριστῶ
γιατί μ' ἔμαθες καὶ ξέρω
ν' ἀνασαίνω ὅπου βρεθῶ
νὰ πεθαίνω ὅπου πατῶ
καὶ νὰ μὴν σὲ ὑποφέρω
Ἂχ Ἑλλάδα θὰ στὸ πῶ
πρὶν λαλήσεις πετεινὸ
δεκατρεῖς φορὲς μ' ἀρνιέσαι
μ' ἐκβιάζεις μοῦ κολλᾶς
σὰν τὸ νόθο μὲ πετᾶς
μὰ κι ἀπάνω μου κρεμιέσαι
Ἡ πιὸ γλυκιὰ πατρίδα
εἶναι ἡ καρδιὰ
Ὀδυσσέα γύρνα κοντά μου
πού τ' ἅγια χώματά της
πόνος καὶ χαρὰ
Κάθε ἕνας εἶναι ἕνας
πού συνορο-πονᾶ
κι ἐγὼ εἶμαι ἕνας κανένας
πού σᾶς σεργιανᾶ
Ἂχ Ἑλλάδα σ' ἀγαπῶ
καὶ βαθιὰ σ' εὐχαριστῶ
γιατί μ' ἔμαθες καὶ ξέρω
ν' ἀνασαίνω ὅπου βρεθῶ
νὰ πεθαίνω ὅπου πατῶ
καὶ νὰ μὴν σὲ ὑποφέρω
Ἂχ Ἑλλάδα θὰ στὸ πῶ
πρὶν λαλήσεις πετεινὸ
δεκατρεῖς φορὲς μ' ἀρνιέσαι
μ' ἐκβιάζεις μου κολλᾶς
σὰν τὸ νόθο μὲ πετᾶς
μὰ κι ἀπάνω μου κρεμιέσαι
poli kalo......
ΑπάντησηΔιαγραφήpoli kalo..........
ΑπάντησηΔιαγραφήΤελικά, μετά από όλα τα πιο πάνω συμφραζόμενα,
ΑπάντησηΔιαγραφήδεν πρέπει να παίρνουμε της μετρητής αυτά που λέει ο David Icke o Πλάτων ο Ναζωραίος o Marx ο Σμιθ Λοκ και όποιος άλλος, αλλά να κρίνουμε αυτά που λένε
ώστε να βρούμε Νέα λογική που να είμαστε σε θέση να δομήσουμε μια Νέα και ενιαία θεωρία
–για να αποκλείσουμε στο μέλλον τη όποια διαμόρφωση κάστας.
Να συνειδητοποιήσουμε επιτέλους όλοι μας, και ειδικά αυτοί που το παίζουν επαΐοντες ό,τι
αυτό που ζούμε σήμερα είναι παντελώς απαράδεκτο,
και το πιο απαράδεκτο από όλα είναι
– μετά από όλη αυτήν την κρίση,
που η ίδια η κρίση μας καλεί σε περίσκεψη,
να υπάρχουν ακόμα και μάλιστα άτομα με πλήρη γνώση του τι γίνεται σε τούτο τον κόσμο,
και παρόλα αυτά να επιμένουν σε αυτό το ηλίθιο σύστημα
αντί να προσεύχονται να ανοίξει η γη να τους καταπιεί,
αυτοί επιμένουν να κάνουν τα πάντα μη λάχει και χάσουν την εξουσία…
Αυτό δεν είναι ανθρώπινη σκέψη συνάνθρωποι
–αυτό είναι ολική κατάπτωση κάθε ηθικού στοιχείου.
Θα διαφωνήσω επομένως, αν με την λέξη δημοκρατία εννοούμε πως
με αυτό το φαύλο σύστημα είναι ποτέ δυνατόν να μιλήσουμε για παιδεία.
Αν δεν απομακρύνουμε όλους αυτούς τους φαύλους κερδοσκόπους και εξουσιαστές από αυτόν τον διάλογο,
είναι φύση αδύνατον να μιλάμε για παιδεία.
Γι’ αυτό μιλάω για αλλαγή στάσης των ίδιων αυτών που προστατεύουν το σύστημα, τα σώματα ασφαλείας δηλαδή.
θα πρέπει όσο μπορούμε δηλαδή,
να διαπαιδαγωγήσουμε πρώτα αυτούς,
ώστε να πάψουν [στο σύνολό τους] να προστατεύουν όλους αυτούς που ζουν στο άσυλο απυρόβλητο. Και πάνω απ’ όλα να πάψουν να στηρίζουν την πλουτοκρατία και γενικά αυτό το κερδοσκοπικό χάος.
Στα σώματα ασφαλείας οφείλουμε να διαμορφώσουμε ενιαία στάση.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα πάψει στα ίδια τα σώματα ασφαλείας η διαμάχη μεταξύ οπαδών της πλουτοκρατίας του τζόγου και της απάτης, και οπαδών του απλού λαού και απλής και έντιμης ζωής.
στα σώματα ασφαλείας οφείλει να κυριαρχήσει μια και μοναδική γραμμή πια
–αυτή της Λαϊκής συμπαράταξης.
Όχι για να τιμωρήσουμε κάποιος,
δεν έχει κανένα απολύτως νόημα πια η τιμωρία.
Αυτό που οφείλουμε να κάνουμε είναι να τους στείλουμε στα σπίτια τους.
μπορούν απ’ εκεί [μακριά δηλαδή από κάθε εξουσία]
να μιλάνε αλλά, ο λόγος τους δεν θα έχει πια καμιά βαρύτητα.
Να θέσουμε λοιπόν σε όλους τους ένστολους το ερώτημα, όταν ορκίστηκαν πίστη υπακοή και προστασία του συντάγματος, είχαν άραγε συνείδηση σε τι ορκιζόταν;
Είχαν συνειδητοποιήσει ότι ο όρκος τους ήταν για μια πατρίδα της προστασίας των μεγάλων [λίγων γκάνγκστερ] σε βάρος του 80% του λαού; Τους όρκισαν οι δεσποτάδες με τα πορφυρά άμφια και τα χρυσά παράσημα, πήγε κάποιος να δείξει σε αυτούς τους [άθεους] το ίδιο το σύμβολό τους, ότι δηλαδή ο Ναζωραίος ήταν ξυπόλητος και με ένα κουρέλι πάνω του; δίδαξε ποτέ ο ναζωραίος πίστη στο χρήμα και στους τοκογλύφους;
με ποια μούτρα παριστάνει ο δεσπότης τον αντιπρόσωπο του ναζωραίου;
Σε ποιους λοιπόν ορκιστήκανε όλοι οι ένστολοι, πίστη σου λέει στο σύνταγμα,
ποιο σύνταγμα, το σύνταγμα των Γκάγκστερ των τζογαδόρων των τοκογλύφων των κερδοσκόπων και των ασύδοτων δεσποτάδων;
Αυτή είναι η πατρίδα για την οποία κλήθηκαν οι υπαξιωματικοί και αξιωματικοί όλων των σωμάτων ασφαλείας;
ή μήπως πατρίδα είναι ο μαχόμενος εργαζόμενος λαός;
Που ορκίστηκαν όλοι αυτοί που θέλουν να μας πείσουν πως είναι η ασφάλεια του λαού, στο λαό και στο θεό του Ναζωραίου, ή στο σύνταγμα που ορίζει ως κυρίαρχους αυτούς τους γκάνγκστερ;
Πιστεύω συνάνθρωποι ότι με τα συμφραζόμενα έγινε κατανοητό στο τι πρέπει να μας απασχολεί και προς τα πού οφείλουμε να στρέψουμε την προσοχή μας.
Με βάση τα κείμενα που έχω και έχουμε όλοι μας αναρτήσει,
ΑπάντησηΔιαγραφήΕδώ και σε όλα τα σαιτ
Όλες και όλων μας οι σκέψεις οφείλουν να γίνουν αρχές μας,
–έτσι μπορούμε να οργανώσουμε μια και ενιαία κίνηση,
ΕΝΟΣ ΠΑΝΤΕΛΩΣ ΝΕΟΥ ΠΟΛΙΤΙΚΟΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΟΡΓΑΝΟΥ. –
σε κάποια στιγμή δηλαδή να ενώσουμε όλες τις επιμέρους οργανώσεις σε ένα παλλαϊκό κίνημα Λαού.
Στο ερώτημα λοιπόν τι προτείνω:
προτείνω λοιπόν την ενότητα όλων μας,
όπως οι οργανώσεις:
–ΕΠΑΜ
–Δεν Πληρώνω
–Συμμορία της Δραχμής
–ΣΠΙΘΑ
–Μάραθων 2013
–Ελεύθεροι Έλληνες
–Αντάρτες
–Πρωτοβουλία για ριζική Αλλαγή συντάγματος
Και ένα σωρό ΜΚΟ,
όλοι μαζί να ενωθούμε σε έναν ενιαίο φορέα
να εκλέξουμε μια ενιαία οργανωτική επιτροπή
ώστε να συντονίσουμε όλοι μαζί την ιστορική για την ανθρωπότητα
ΝΕΑ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ,
για τη ριζική αλλαγή πρώτα στον τόπο μας
και μετά να δούμε ότι η μια μετά την άλλη οι χώρες της Ευρώπης
θα ακολουθούν το παράδειγμά μας.
εδώ και τώρα Διάλυση του παρόντος ευρωπαϊκού σχήματος.
Εδώ και τώρα Επιστροφή στα εθνικά νομίσματα
κοντολογίς,
προτείνω μαζική ολική Λαϊκή Επανάσταση. –
Στήν παρακάτω ἀνάρτηση τοῦ ἱστολογίου ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ἔγινε μιά συζήτηση μέ ἀρκετά ἐνδιαφέροντα σχόλια γιά τό ἀνωτέρω κείμενο τοῦ Δημητριάδη
ΑπάντησηΔιαγραφήἘμεῖς οἱ Ἕλληνες
Καλησπέρα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο κείμενο μου φαίνεται πολύς λόγος για το τίποτε.
Καταρχήν πιάνομαι ενδεικτικά από το "πολιτισμός δεν είναι η αναπραγωγή του δεδομένου". 1000 χρόνια Ρωμηοσύνης αυτομάτως καταργούν την φράση αυτή και άλλα τόσα επί Οθωμανίας. Ενδεικτικά αυτό.
Πέραν αυτού η συχνά Ρομαντική εικόνα της αρχαίας Ελλάδος που έχουμε σήμερα δεν είναι χαρακτηριστική. Αυτά που καταλογίζει ο συγγραφεύς για τους συγχρόνους Έλληνες υπήρχαν και στην αρχαιότητα. Αν δεν υπήρχε ο Αλέξανδρος να μεταλαμπαδεύσει το Ελληνικό πνεύμα στην Ανατολή, ασπαζόμενος την Περσική αυτοκρατορική κουλτούρα, ο Ελληνισμός θα είχε μείνει στο επίπεδο μιας επαρχίας της Οικουμένης.
Δεν έχει κανένα νόημα να κατηγορούνται συνεχώς οι σύγχρονοι Έλληνες ότι δεν είναι αυτό ή το άλλο. Αυτά είναι και κουραστικά, αφάνταστα κουραστικά και ξεπερασμένα. Άλλωστε την στιγμή που η γεωγραφία, η γλώσσα και ο τρόπος ζωής έχουν παραμείνει σχεδόν αναλλοίωτοι ανά τους αιώνες με την διαφορά μόνον στην θρησκεία, δεν καταλαβαίνω γιατί να αρνηθεί κανείς την Ελληνικότητα στην σύγχρονη Ελλάδα. Και γιατί να μην γίνει λόγος για μετεξέλιξη τί θέλει δηλαδή ο γκρινιάρης συγγραφέας να γυρίζουμε με χλαμύδες, χιτώνες και περγαμηνές όπως έκανε το 1% (και πολύ λέω) μίας μόνον πόλης της αρχαίας Ελλάδος. Αυτά είναι γελοία με το συμπάθειο.
Έχοντας γυρίσει σχεδόν όλες τις μεγάλες (σε μέγεθος) και "ανεπτυγμένες" (εντός εισαγωγικών) χώρες της Δυτικής Ευρώπης, έχω να πω προσωπικά ότι η Ελλάδα εν συγκρίσει με αυτές και πιο ατόφια Ελληνική είναι και πιο ανθρώπινη και παράδεισος επί της Γης συγκρινόμενη με τις δήθεν πιο "Ελληνικές" αυτές χώρες, είναι.
Και έχω βαρεθεί θολοκουλτουριάρηδες γκρινιάρηδες να αραδιάζουν 2000 λέξεις μόνον και μόνον προσπαθώντας να αποδείξουν ότι οι σημερινοί Έλληνες δεν έχουν σχέση με την Ελληνικότητα.
Αυτά και ευχαριστώ για την φιλοξενία για το σχόλιο.
θά σάς πρότεινα νά διαβάσετε (Δέ ξέρω άν έχει μεταφραστεί στά Έλληνικά). "Ένας άνθρωπος άκόμα " τοῦ Dominique Grandmont, πάρα πολύ ένδιαφέρωντα πράγματα γιά τή σχέση του μέ τήν Έλλάδα σάν έννοια καί σάν χώρο!...Κάνατε πάρα πολύ καλά καί άνακινήσατε αυτό τό Θέμα μέ τόν συγκεκριμένο ποιητή.Δυστυχώς μέ όδύνη άνακαλύπτουμε τό πόσο έχουμε Ξεφύγει (Ελληνες φιλλέληνες και παν έλληνες ) άπό τόν ίδεαλισμό (;) έτσι τό λέω έγώ τών δημιουργών αυτών πού είχαν σχέσεις πραγματικές μέ πνεύμα ή μέ ότι τελοσπάντων πίστευαν....Τό 1963 ( τή χρονιά όπού γεννήθηκα ο γΚΡΑΜΟΝΤ έφυγε μέ τά πόδια γιά τήν Έλλάδα ....
ΑπάντησηΔιαγραφή