Ὁ ἄνθρωπος κινεῖται ἀπό ἄκρη σέ ἄκρη σέ μιά πορεία πού χαράζεται ἀπό τήν ἀνηλεή ἀναζήτηση τῆς
ἐπάρκειας. Κάθε φορά πού κανείς ἀποκτᾶ τήν αἴσθηση τῆς βεβαιότητος πώς ἔχει ἐξασφαλίσει
τήν ἐπάρκεια μιά νέα ἀνεπάρκεια ἐμφανίζεται. Μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου κάθε ἐπάρκεια
ἀποδεικνύεται ὡς μιά νέα παραίσθηση ἐπιβεβαιώνοντας τήν ἀδυναμία τοῦ ἀνθρώπου νά
χειραφετηθεῖ ἀπό τήν ἀνεπάρκεια. Ἡ ἀνθρωπότητα συντήρησε τόν φόβο πού
δημιουργεῖ ἡ ἀνεπάρκεια καί ἐντατικοποίησε τήν ἀπεγνωσμένη ἀναζήτηση τῆς ἐπάρκειας
μέσω τῆς κυνικῆς ἔννοιας τῆς ἔνδειας,
ἡ ὁποῖα μεταστρέφεται σέ πανικό ὅταν κανείς βρεθεῖ σέ κατάσταση κινδύνου ἤ στέρησης.
Στίς σύγχρονες
κοινωνίες ἡ χειραφέτηση ἀπό τήν ἀνεπάρκεια θεωρεῖται ἐπιτεύξιμη μέ τήν συνεχή
παραγωγή. Ἡ συνεχής παραγωγή ὅμως ἀπαιτεῖ τήν ἐξασφάλιση ἐπαρκῶν πόρων. Ἔτσι στό παιχνίδι τῆς ἀκατάπαυστης παραγωγῆς ἔγινε
ἀναγκαῖα ἡ ἀναζήτηση νέων πόρων πού δέν θά πρέπει νά εἶναι μόνο ἰσχυρότεροι καί
παραγωγικότεροι ἀπό τούς ὑπάρχοντες ἀλλά θά πρέπει νά ἀποτελοῦν τήν ἀρχή ἄλλων
μορφῶν ἐνέργειας καί κατά συνέπεια παραγωγῆς. Στό παιχνίδι τῆς ἀκατάπαυστης παραγωγῆς τό ἄπειρο
ἀντικαταστάθηκε ἀπό κάτι ἀόριστο, αὐτό πού εἶναι ἀστείρευτο, δέν τελειώνει ποτέ,
αὐτό πού δέν εἶναι πεπερασμένο. Ἔτσι ἡ άνθρωπότητα ἐφηύρε τήν αὐτοπαραγωγή ὡς ἐνιαῖο
πρότυπο πολιτισμοῦ. Ἡ ἐπάρκεια δέν ἐξασφαλίζεται πλέον μέ τήν συσσώρευση ἀλλά μέ
τήν ἐπένδυση ἡ ὁποῖα παράγει περισσότερους πόρους πού σημαίνει στήν
πραγματικότητα αὐτοπαραγωγή πόρων.
Ὑπό αὐτή τήν ὁπτική
γωνία, δέν ἀποτελεῖ ἔκπληξη
τό πόσο γρήγορα μίκρυνε ἡ ἀπόσταση μεταξύ ἀνθρωπισμοῦ καί ἀνθρωπο-οἰκονομισμοῦ καί
πόσο εὔκολα ἀντικαταστάθηκε ἡ θεώρηση τῆς ἀξιοπρέπειας ὡς μορφῆς αὐτονομίας ἀπό
τήν θεώρηση τῆς αὐτοσυντήρησης μέσω τῆς συνεχοῦς παραγωγῆς ὡς αὐτονομίας. Καθώς
ὅμως ἡ αὐτονομία μέσω τῆς αὐτοσυντήρησης δέν προέρχεται ἀπό τήν ὁμοιογενή σφαῖρα
πού ἀποκαλοῦμε “ἐαυτός” ἀλλά καθορίζεται ἀπό ἐξωτερικούς
παράγοντες, τό βασικό χαρακτηριστικό γνώρισμα τῆς ταυτότητας πού λέγεται ἀξιοπρέπεια
ἐξωστρακίστηκε σέ ἐκεῖνα πού προσδίδονται σέ ἕνα ἄτομο ἐκ τῶν ἔξω. Σέ ἕνα
περιβάλλον ὅπου τά γνωρίσματα τῆς ταυτότητας ὑπαγορεύονται ἀπό τόν ἐξωτερικό
κόσμο ἡ ἀβεβαιότητα μπορεῖ εὔκολα νά καταστήσει τήν ταυτότητα τοῦ ὑποκειμένου εὔθραυστη
καί νά ἐξαφανίσει ὁτιδήποτε προέρχεται ἀπό τόν ἐσωτερικό κόσμο καί μάλιστα ὅταν
αὐτό πού τίθεται σέ κίνδυνο εἶναι ἡ ἐπιβίωση. Στό σύστημα ἀνηλεοῦς ἀναζητήσεως τῆς
αὐτοσυντήρησης (πολύ συχνά εἰς βάρος τῆς αὐτοσυντήρησης ἄλλων) καί καθώς ἡ
κοινωνική λειτουργία τοῦ πλούτου μηδενίστηκε, οἱ κοινωνικές σχέσεις προσέλαβαν ἀνταγωνιστικό
χαρακτήρα σέ σημεῖο πού ἡ ἀδυναμία αὐτοσυντήρησης καταστρέφει, ταπεινώνει καί συντρίβει
τήν ἀξιοπρέπεια ὁποιασδήποτε ὕπαρξης πού δέν ὑποκύπτει στήν θέληση τῆς ἀκατάπαυστης
παραγωγῆς. Τό χειρότερο εἶναι πώς ἡ ἀκατάπαυστη παραγωγή εἶναι κάτι πολύ ἀόριστο,
δέν εἶναι μιά συγκεκριμένη δύναμη ἤ ἐξουσία στήν ὁποῖα πρέπει κανείς νά ὑποταχθεῖ
ἤ νά ἐναποθέσει τήν ἐμπιστοσύνη του. Πρέπει ἁπλῶς νά ὑπακούει ἀδιαμαρτύρητα στήν
ἀνάγκη της.
Καθώς ἡ ἔλλειψη ἐπάρκειας (οἰκονομική σύλληψη τοῦ ἀτόμου)
ὁδηγεῖ στήν ἀπώλεια τῆς ἀξιοπρέπειας τό ἐρώτημα τῆς διατήρησής της στρέφει τήν προσοχή
στήν πληρότητα τοῦ ἐαυτοῦ. Πληρότητα σημαίνει ὅτι τό ἄτομο ἔχει τόν συνολικό ἔλεγχο
καί τήν κυριότητα τῆς ἐσωτερικῆς του ζωῆς, ἔχει φτάσει στήν συνειδητοποίηση τῆς αὐτάρκειας.
Ἐάν δέν άσχοληθεῖ κανείς μέ τήν συνειδητοποίηση τῆς αὐτάρκειας τό μόνο πού θά ὑπάρξει
δέν θά εἶναι τίποτα ἄλλο παρά παραλλαγές τῆς παραγωγῆς μέ τελική κατάληξη τήν παραγωγή
ἀνυπαρξίας. Δέν ὑφίσταται καμιά ἀνάγκη, ἡ ἄρνηση τῆς ὕπαρξης ὁποιασδήποτε ἀνεπάρκειας
ἤ ἀγκαιότητος, ἡ ζωή πέρα ἀπό τήν ἀναγκαιότητα εἶναι ἡ περιοχή τῆς ἀξιοπρέπειας.
Οἱ μποέμικες δραστηριότητες, ἐκεῖνες τῶν ὁποίων ἡ χρησιμότητα δέν λογαριάζεται στήν ἐπιβίωση, καί μόνον αὐτές, συνεισφέρουν στήν ἐλευθερία, δηλαδή τήν ἀνθρώπινη άξιοπρεπή ὑπόσταση.
Οἱ μποέμικες δραστηριότητες, ἐκεῖνες τῶν ὁποίων ἡ χρησιμότητα δέν λογαριάζεται στήν ἐπιβίωση, καί μόνον αὐτές, συνεισφέρουν στήν ἐλευθερία, δηλαδή τήν ἀνθρώπινη άξιοπρεπή ὑπόσταση.