Ἕνας ἀπὸ τοὺς λόγους ποὺ τὸ χάσμα μεταξύ τῆς ἀνταποκρινόμενης στὶς ἐπιθυμίες τῶν πολιτῶν καὶ τῆς ἐφαρμοζόμενης πολιτικῆς τῶν κυβερνώντων κομμάτων ὁλοένα αὐξάνεται τὰ τελευταία χρόνια, εἶναι οἱ ἀλλαγὲς τῶν περιστάσεων στὶς ὁποῖες οἱ πολιτικοὶ ἀνταγωνίζονται ἀφ' ἑνός, καὶ κυβερνοῦν ἀφ’ ἑτέρου. Τὰ κόμματα στὸ παρελθὸν διαδραμάτιζαν σημαντικοὺς ρόλους στὴ λειτουργία τῆς δημοκρατίας. Κατ' ἀρχήν, ἐνεργοῦσαν ὡς ἀντιπρόσωποι τῶν πολιτῶν καὶ ἐπεδίωκαν νὰ οἰκοδομήσουν τὰ πολιτικὰ προγράμματα ποὺ θὰ ἐξυπηρετοῦσαν τὰ συμφέροντα τῶν ὑποστηρικτῶν τους, συλλέγοντας τὰ ἐνδιαφέροντα καὶ τὶς ἐπιθυμίες τῶν μελῶν τους καὶ μεταφράζοντας τὶς συλλογικὲς προτιμήσεις τους σὲ πολιτικὲς ἐπιλογές. Οἱ βασικοὶ ρόλοι τῆς πολιτικῆς -ἡ ἀντιπροσώπευση καὶ ἡ διακυβέρνηση- συνδυάζονταν μέσα σὲ μία ὀργάνωση -τὸ κόμμα- ποὺ μέχρι πολὺ πρόσφατα, ἦταν τὸ κλειδὶ τῆς νομιμοποίησης τῆς ἀντιπροσωπευτικῆς δημακρατίας.
Στὴ σύγχρονη πολιτικὴ σκηνή, γιὰ λόγους ποὺ συνδέονται μὲ τὴν κοινωνικὴ δομή, ὀργάνωση, γεωπολιτική, ἢ ἀκόμα καὶ ἁπλὰ μὲ τὴ φθορὰ τοῦ χρόνου, ὁ χαρακτήρας τῶν κομμάτων ἔχει ἀλλάξει ριζικά. Τὰ κόμματα ἔχουν μετακινηθεῖ ἀπὸ τὴν ἀντιπροσώπευση τῶν συμφερόντων τῶν πολιτῶν στὸ κράτος, στὴν ἀντιπροσώπευση τῶν συμφερόντων τοῦ κράτους στοὺς πολίτες. Ἡ ἀντιπροσώπευση τῶν πολιτῶν, -στὸ σημεῖο ποὺ ἐξακολουθεῖ νὰ ὑφίσταται- ἔχει ἐκχωρηθεῖ σὲ τρίτους (λόμπι, μέσα ἐνημέρωσης, αὐτοεκπροσώπευση, κλπ), σχηματισμοὶ ποὺ εἶναι ἀποσυνδεμένοι ἀπὸ τὸ κομματικὸ σύστημα. Κατὰ αὐτὸν τὸν τρόπο, ἡ ἀντιπροσώπευση τῶν πολιτῶν καθίσταται ὅλο καὶ λιγότερο δραστηριότητα ποὺ ἀπασχολεῖ τὰ κόμματα καὶ κάτι ποὺ πραγματοποιεῖται μέσω ἀπολιτικοποιημένων μηχανισμῶν. Φυσικὰ δὲν ἀποτελεῖ ἔκπληξη ἡ ἀπώλεια τοῦ ἀντιπροσωπευτικοῦ ρόλου τῶν κομμάτων, δεδομένου ὅτι λειτουργοῦν σὲ ἕνα πλαίσιο στὸ ὁποῖο οἱ συλλογικὲς ἐπιθυμίες ἔχουν κατατεμαχιστεῖ σὲ ἀτομικὲς καὶ ἡ συλλογικὴ ἀντιπροσώπευση εἶναι πλέον πολὺ δύσκολο νὰ πραγματοποιηθεῖ. Λόγω τῶν μεταβολῶν αὐτῶν στὶς σχέσεις τους μὲ τοὺς πολίτες, τὰ κόμματα δὲν εἶναι πλέον ἱκανὰ νὰ πείσουν τοὺς ψηφοφόρους πὼς ἐξακολουθοῦν νὰ εἶναι ἀπαραίτητο στοιχεῖο τῆς πολιτικῆς ζωῆς.
Οἱ σύγχρονες κυβερνήσεις θὰ πρέπει νὰ ἀνταποκριθοῦν στὶς προσδοκίες τῶν προϊσταμένων τοὺς (διεθνεῖς ἀγορές, ΔΝΤ, ΔΟΕ), οἱ ὁποῖοι ἀπαιτοῦν ὅτι ὄχι μόνο αὐτὲς θὰ πρέπει νὰ δεσμευτοῦν στὰ μέτρα “οἰκονομικῆς σταθεροποίησης” ἀλλὰ θὰ πρέπει νὰ πείσουν καὶ τοὺς πολίτες τους πὼς τὰ μέτρα αὐτὰ εἶναι ἀναγκαῖα. Τὰ πολιτικὰ κόμματα ποὺ ἀντιτάσσονται στὴν αὐστηρότητα τῶν μέτρων “οἰκονομικῆς σταθεροποίησης” τιμωροῦνται μὲ ἧττες κατὰ κράτος στὶς ἐθνικὲς ἐκλογές, καὶ ὡς ἐκ τούτου κυβέρνηση καὶ ἀντιπολίτευση δεσμεύονται δημόσια ὅτι θὰ ἐφαρμόζουν ‘μέτρα ἐξυγίανσης’, εἰδάλλως τὸ χρέος τῆς χώρας τους θὰ αὐξάνεται στὸ διηνεκές. Ἐν τῷ μεταξύ, καθὼς στὶς ἐκλογὲς οἱ ψηφοφόροι δὲν ἔχουν καμμία ἐναλλακτικὴ ἐπιλογή, ὁ τελευταῖος ἐναπομείνας τρόπος πολιτικῆς ἔκφρασης γιὰ ἐκείνους ποὺ στεροῦνται δύναμης στὶς ἀγορὲς εἶναι οἱ ὁδομαχίες.
Ἔτσι τὸ ζήτημα ποὺ προκύπτει εἶναι ὅτι τὰ κόμματα δὲν φαίνεται νὰ ἐπιδιώκουν τὴν ἐφαρμογὴ - ἢ τὴν ἀποτροπὴ τῆς ἐφαρμογῆς - ἑνὸς συγκεκριμένου πολιτικοῦ προγράμματος, καὶ ὀ,τιδήποτε κάνουν φαίνεται νὰ εἶναι ἀνεξάρτητο τῶν ἐπιθυμιῶν τῶν πολιτῶν, καθὼς οἱ κομματικὲς κυβερνήσεις δὲν λαμβάνουν πλέον ἀποφάσεις μὲ τὴν παραδοσιακὴ ἔννοια. Ἡ ἱκανότητα τῶν κομμάτων νὰ κυβερνοῦν καὶ ἰδιαίτερα ἡ νομιμοποίηση τῆς ἀξίωσής τους νὰ κυβερνήσουν, ἐξαρτᾶται τουλάχιστον ἐν μέρει ἀπὸ τὴν ἱκανότητά τους νὰ ἀντιπροσωπεύουν. Μπορεῖ λοιπὸν τὰ κόμματα νὰ εἶναι σὲ θέση νὰ ἀντιπροσωπεύουν χωρὶς νὰ κυβερνοῦν, ἀλλὰ ζητοῦν ἐξουσιοδότηση νὰ κυβερνήσουν ἐνῷ ἔχουν δυσκολία νὰ δεσμευτοῦν πὼς θὰ ἀντιπροσωπεύσουν τὰ συμφέροντα τῶν ψηφοφόρων τους. Ἔτσι προκύπτει ἡ προφανὴς ἐρώτηση: ἀφοῦ τὰ κόμματα δὲν ἀνταγωνίζονται γιὰ τὴν ἀντιπροσώπευση τῶν ἐπιθυμιῶν τῶν πολιτῶν τότε σὲ ποιὰ βάση ἐπιδιώκουν τὴν ψῆφο τῶν ἐκλογέων;
Οἱ κυβερνήσεις τὸ βρίσκουν τώρα ὅλο καὶ περισσότερο δύσκολο νὰ ἀνταποκριθοῦν στὶς ἐπιθυμίες τῶν ψηφοφόρων, νὰ διαγνώσουν τὶς προτιμήσεις τους καὶ νὰ τοὺς πείσουν νὰ εὐθυγραμμισθοῦν μὲ τὶς πολιτικές τους. Αὐτὸ ὀφείλεται στὸ ὅτι ὁ φιλελευθερισμός, ἡ παγκοσμιοποίηση καὶ ὁ “ἐξευρωπαϊσμός” ἔχουν δημιουργήσει πολλοὺς νέους “προϊσταμένους” οἱ ὁποῖοι θέτουν πολιτικοὺς περιορισμούς, ἔναντι τῶν ὁποίων οἱ ἐθνικὲς κυβερνήσεις θὰ πρέπει νὰ τηροῦν “ὑπεύθυνη στάση”. Οἱ ἐξωτερικοὶ περιορισμοὶ στὸ ἔργο τῶν ἐθνικῶν κυβερνήσεων ἔχουν καταστεῖ πιὸ βαρύνοντες τὰ τελευταία χρόνια, ἀπὸ τὴν ἱκανοποίηση τῶν ἔτσι κι ἀλλοιῶς ἐξατομικευμένων καὶ πολυδιασπασμένων ἐπιθυμιῶν τῶν πολιτῶν καὶ ἡ ἱκανότητα τῶν κομμάτων νὰ χρησιμοποιήσουν πολιτικοὺς καὶ ὀργανωτικοὺς πόρους γιὰ νὰ γεφυρώσουν τὸ χάσμα μᾶλλον ἀδύνατη.
Τὸ ἀποτέλεσμα εἶναι πὼς τὰ κόμματα ποὺ ὑποστηρίζουν ὅτι ἀντιπροσωπεύουν δὲν κυβερνοῦν καὶ ἐκεῖνα ποὺ κυβερνοῦν δὲν ἀντιπροσωπεύουν. Ἔτσι λίγη σημασία ἔχει ἐὰν ἡ “ὑπεύθυνη στάση” εἶναι δεξιᾶς ἢ ἀριστερᾶς διευθύνσεως.
Στὴ σύγχρονη πολιτικὴ σκηνή, γιὰ λόγους ποὺ συνδέονται μὲ τὴν κοινωνικὴ δομή, ὀργάνωση, γεωπολιτική, ἢ ἀκόμα καὶ ἁπλὰ μὲ τὴ φθορὰ τοῦ χρόνου, ὁ χαρακτήρας τῶν κομμάτων ἔχει ἀλλάξει ριζικά. Τὰ κόμματα ἔχουν μετακινηθεῖ ἀπὸ τὴν ἀντιπροσώπευση τῶν συμφερόντων τῶν πολιτῶν στὸ κράτος, στὴν ἀντιπροσώπευση τῶν συμφερόντων τοῦ κράτους στοὺς πολίτες. Ἡ ἀντιπροσώπευση τῶν πολιτῶν, -στὸ σημεῖο ποὺ ἐξακολουθεῖ νὰ ὑφίσταται- ἔχει ἐκχωρηθεῖ σὲ τρίτους (λόμπι, μέσα ἐνημέρωσης, αὐτοεκπροσώπευση, κλπ), σχηματισμοὶ ποὺ εἶναι ἀποσυνδεμένοι ἀπὸ τὸ κομματικὸ σύστημα. Κατὰ αὐτὸν τὸν τρόπο, ἡ ἀντιπροσώπευση τῶν πολιτῶν καθίσταται ὅλο καὶ λιγότερο δραστηριότητα ποὺ ἀπασχολεῖ τὰ κόμματα καὶ κάτι ποὺ πραγματοποιεῖται μέσω ἀπολιτικοποιημένων μηχανισμῶν. Φυσικὰ δὲν ἀποτελεῖ ἔκπληξη ἡ ἀπώλεια τοῦ ἀντιπροσωπευτικοῦ ρόλου τῶν κομμάτων, δεδομένου ὅτι λειτουργοῦν σὲ ἕνα πλαίσιο στὸ ὁποῖο οἱ συλλογικὲς ἐπιθυμίες ἔχουν κατατεμαχιστεῖ σὲ ἀτομικὲς καὶ ἡ συλλογικὴ ἀντιπροσώπευση εἶναι πλέον πολὺ δύσκολο νὰ πραγματοποιηθεῖ. Λόγω τῶν μεταβολῶν αὐτῶν στὶς σχέσεις τους μὲ τοὺς πολίτες, τὰ κόμματα δὲν εἶναι πλέον ἱκανὰ νὰ πείσουν τοὺς ψηφοφόρους πὼς ἐξακολουθοῦν νὰ εἶναι ἀπαραίτητο στοιχεῖο τῆς πολιτικῆς ζωῆς.
Οἱ σύγχρονες κυβερνήσεις θὰ πρέπει νὰ ἀνταποκριθοῦν στὶς προσδοκίες τῶν προϊσταμένων τοὺς (διεθνεῖς ἀγορές, ΔΝΤ, ΔΟΕ), οἱ ὁποῖοι ἀπαιτοῦν ὅτι ὄχι μόνο αὐτὲς θὰ πρέπει νὰ δεσμευτοῦν στὰ μέτρα “οἰκονομικῆς σταθεροποίησης” ἀλλὰ θὰ πρέπει νὰ πείσουν καὶ τοὺς πολίτες τους πὼς τὰ μέτρα αὐτὰ εἶναι ἀναγκαῖα. Τὰ πολιτικὰ κόμματα ποὺ ἀντιτάσσονται στὴν αὐστηρότητα τῶν μέτρων “οἰκονομικῆς σταθεροποίησης” τιμωροῦνται μὲ ἧττες κατὰ κράτος στὶς ἐθνικὲς ἐκλογές, καὶ ὡς ἐκ τούτου κυβέρνηση καὶ ἀντιπολίτευση δεσμεύονται δημόσια ὅτι θὰ ἐφαρμόζουν ‘μέτρα ἐξυγίανσης’, εἰδάλλως τὸ χρέος τῆς χώρας τους θὰ αὐξάνεται στὸ διηνεκές. Ἐν τῷ μεταξύ, καθὼς στὶς ἐκλογὲς οἱ ψηφοφόροι δὲν ἔχουν καμμία ἐναλλακτικὴ ἐπιλογή, ὁ τελευταῖος ἐναπομείνας τρόπος πολιτικῆς ἔκφρασης γιὰ ἐκείνους ποὺ στεροῦνται δύναμης στὶς ἀγορὲς εἶναι οἱ ὁδομαχίες.
Ἔτσι τὸ ζήτημα ποὺ προκύπτει εἶναι ὅτι τὰ κόμματα δὲν φαίνεται νὰ ἐπιδιώκουν τὴν ἐφαρμογὴ - ἢ τὴν ἀποτροπὴ τῆς ἐφαρμογῆς - ἑνὸς συγκεκριμένου πολιτικοῦ προγράμματος, καὶ ὀ,τιδήποτε κάνουν φαίνεται νὰ εἶναι ἀνεξάρτητο τῶν ἐπιθυμιῶν τῶν πολιτῶν, καθὼς οἱ κομματικὲς κυβερνήσεις δὲν λαμβάνουν πλέον ἀποφάσεις μὲ τὴν παραδοσιακὴ ἔννοια. Ἡ ἱκανότητα τῶν κομμάτων νὰ κυβερνοῦν καὶ ἰδιαίτερα ἡ νομιμοποίηση τῆς ἀξίωσής τους νὰ κυβερνήσουν, ἐξαρτᾶται τουλάχιστον ἐν μέρει ἀπὸ τὴν ἱκανότητά τους νὰ ἀντιπροσωπεύουν. Μπορεῖ λοιπὸν τὰ κόμματα νὰ εἶναι σὲ θέση νὰ ἀντιπροσωπεύουν χωρὶς νὰ κυβερνοῦν, ἀλλὰ ζητοῦν ἐξουσιοδότηση νὰ κυβερνήσουν ἐνῷ ἔχουν δυσκολία νὰ δεσμευτοῦν πὼς θὰ ἀντιπροσωπεύσουν τὰ συμφέροντα τῶν ψηφοφόρων τους. Ἔτσι προκύπτει ἡ προφανὴς ἐρώτηση: ἀφοῦ τὰ κόμματα δὲν ἀνταγωνίζονται γιὰ τὴν ἀντιπροσώπευση τῶν ἐπιθυμιῶν τῶν πολιτῶν τότε σὲ ποιὰ βάση ἐπιδιώκουν τὴν ψῆφο τῶν ἐκλογέων;
Οἱ κυβερνήσεις τὸ βρίσκουν τώρα ὅλο καὶ περισσότερο δύσκολο νὰ ἀνταποκριθοῦν στὶς ἐπιθυμίες τῶν ψηφοφόρων, νὰ διαγνώσουν τὶς προτιμήσεις τους καὶ νὰ τοὺς πείσουν νὰ εὐθυγραμμισθοῦν μὲ τὶς πολιτικές τους. Αὐτὸ ὀφείλεται στὸ ὅτι ὁ φιλελευθερισμός, ἡ παγκοσμιοποίηση καὶ ὁ “ἐξευρωπαϊσμός” ἔχουν δημιουργήσει πολλοὺς νέους “προϊσταμένους” οἱ ὁποῖοι θέτουν πολιτικοὺς περιορισμούς, ἔναντι τῶν ὁποίων οἱ ἐθνικὲς κυβερνήσεις θὰ πρέπει νὰ τηροῦν “ὑπεύθυνη στάση”. Οἱ ἐξωτερικοὶ περιορισμοὶ στὸ ἔργο τῶν ἐθνικῶν κυβερνήσεων ἔχουν καταστεῖ πιὸ βαρύνοντες τὰ τελευταία χρόνια, ἀπὸ τὴν ἱκανοποίηση τῶν ἔτσι κι ἀλλοιῶς ἐξατομικευμένων καὶ πολυδιασπασμένων ἐπιθυμιῶν τῶν πολιτῶν καὶ ἡ ἱκανότητα τῶν κομμάτων νὰ χρησιμοποιήσουν πολιτικοὺς καὶ ὀργανωτικοὺς πόρους γιὰ νὰ γεφυρώσουν τὸ χάσμα μᾶλλον ἀδύνατη.
Τὸ ἀποτέλεσμα εἶναι πὼς τὰ κόμματα ποὺ ὑποστηρίζουν ὅτι ἀντιπροσωπεύουν δὲν κυβερνοῦν καὶ ἐκεῖνα ποὺ κυβερνοῦν δὲν ἀντιπροσωπεύουν. Ἔτσι λίγη σημασία ἔχει ἐὰν ἡ “ὑπεύθυνη στάση” εἶναι δεξιᾶς ἢ ἀριστερᾶς διευθύνσεως.
"...Τὰ κόμματα ἔχουν μετακινηθεῖ ἀπὸ τὴν ἀντιπροσώπευση τῶν συμφερόντων τῶν πολιτῶν στὸ κράτος, στὴν ἀντιπροσώπευση τῶν συμφερόντων τοῦ κράτους στοὺς πολίτες..."
ΑπάντησηΔιαγραφήΘεωρῶ ὅτι στό ἑλλαδικό κράτος ποτέ δέν ὑπῆρξε αὐτή ἡ μετακίνηση. Διότι λόγῳ τῶν συνθηκῶν καί τῶν ἐπιδιώξεων "δημιουργίας" του, στό ἐν λόγῳ κράτος, τά κόμματα πάντα ἐπεδίωκαν ,μαζί μέ κάποια διαπλεκόμενα ἰδιωτικά συμφέροντα, τήν προάσπιση τῶν συμφερόντων τοῦ κράτους ἐπί τῶν πολιτῶν καί μιᾶς "κοινωνίας" πρακτικά ἀπό τότε ἀνύπαρκτης.
Ἴσως φανεῖ περίεργο, ἀλλά εἰδικά στήν Ἑλλάδα, τά κόμματα κατόρθωναν πάντα νά ἱκανοποιοῦν τίς ἐπιθυμίες τῶν πολιτῶν. Τό ζητούμενο βέβαια εἶναι τί πραγματικά ἤθελαν οἱ πολίτες, καί ἀπό τήν ἄλλη τί ἔλεγαν ὅτι ἤθελαν.
Θά ἐξαιρέσω τό ΚΚΕ πού κατά τήν γνώμη μου, ἀπό τήν φύση του καί ἔτσι πρέπει, δέν λειτουργεῖ σάν ἀντιπροσωπευτικό κόμμα
ἀλλά σάν καθοδηγητικό. Ὁ τρόπος καί τό περιεχόμενο τῆς καθοδήγησης, μιά μορφή διανόησης δηλαδή, εἶναι φυσικά ἄλλο θέμα. Καί ἡ μεγάλη ἀδυναμία του. Δέν ἦταν ὅμως καί πολύ εὔκολο νά ξεφύγει ἀπό τήν 200 χρόνων ἀσθένεια τοῦ ἑλλαδικοῦ χώρου, τήν παντελῆ ἀπουσία παραγωγῆς πολιτικῆς σκέψης καί διανόησης γενικώτερα.
Αὐτή τήν ἀντιστροφή, ἤ μετακίνηση ἀντιπροσώπευσης πού περιγράφεις, πράγματι τήν παρατηρῶ σέ χῶρες τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης, ἀπό τήν ὁποία καί προέρχεται ἡ λεγομένη ἀντιπροσωπευτική δημοκρατία. Κατά εἰρωνικό τρόπο αὐτές οἱ ἐθνικές κυβερνήσεις πού ἐπέβαλλαν ἕνα ἀντιϊστορικό καί "ἐθνικό" μοντέλο κυβέρνησης καί διοίκησης στόν ἑλλαδικό χῶρο, παραχωροῦν τήν θέση τους σέ ὑπερεθνικά οἰκονομικά συμφέροντα. Τήν ἀνισορροπία δέν τήν δημιουργεῖ τόσο ὁ ὅρος ὑπερεθνικά, ἀλλά ὁ ὅρος οἰκονομικά.
Τά κόμματα ὅμως-γιά τίς χῶρες στίς ὁποῖες ὑπῆρξαν ὡς θεσμός γηγενής καί ταξικός, ἀλλά κυρίως σέ αὐτές πού "ἐπεβλήθησαν" καλύπτοντας ἀλλότριες ἐπιδιώξεις, βλέπε Ἑλλάδα - δέν ἀντιπροσωπεύουν τήν κοινωνία. Περισσότερο τήν ἐκφράζουν. Ἀποτελοῦν μιά ἀπό τίς πολλές ἐκφάνσεις της.
Ἄπό αὐτή τήν σκοπιά ἡ κρίση τῶν κομμάτων ἀντανακλᾶ μιά κρίση κοινωνική. Ὅπως ἀντανακλᾶ καί ἡ κρίση στήν Ἐκκλησία, σάν μέρος τῆς κοινωνίας καί διοικητικό ὀργανισμό. Μοῦ φαίνεται ἁπλουστευτικό τήν ἀναποτελεσματικότητα τῶν κομμάτων νά ἀντιμετωπίσουν τίς κοινωνικές κρίσεις νά τούς τήν χρεώνουμε σάν ἀποτυχία, καί εἶναι τό ἴδιο λάθος νά τούς πιστώνουμε τήν εὐημερία μιᾶς κοινωνίας. Ἐπί μέρους δεῖκτες καί εἰκόνες εἶναι, ὅπως καί ὁ καθένας μας, ἀλλά διαφορετικοῦ ἐπιπέδου. Τά κόμματα εἶναι αὐτά πού εἶναι ἐπειδή ἡ "κοινωνία" μας τά ἀποδέχθηκε καί τά συντήρησε. Δικαίωμά της νά τά ἀποβάλλει, ἀλλά ἄν τό πραγματοποιήσει χωρίς τήν αὐτοκριτική της καί παράλληλα χωρίς νά προτείνει, ε τότε κάνει μιά τρύπα στό νερό.
Ἔχω κάποιες σχετικές σκέψεις ἀκόμα, σχετικά μέ τίς προφανεῖς καί ἀπό παλιότερες συζητήσεις ἀντιρρήσεις μου γιά τό ἄν ὑπάρχουν ἤ ὄχι ἐναλλακτικές προτάσεις -ἄν ὄντως δέν ὑπάρχουν ἐμεῖς εἴμαστε ὑπεύθυνοι νά τίς βροῦμε-, γιά τήν μικρή σημασία τῆς διαφορᾶς μεταξύ δεξιᾶς καί ἀριστερᾶς διευθύνσεως. Ἀντιρρήσεις γιά μιά αἴσθηση ἀπομόνωσης εἰς βάρος τῆς συλλογικῆς δράσης. Ὅλα αὐτά συντελοῦν στήν διαιώνιση τοῦ κοινωνικοῦ τέλματος. Γιατί ἄν μιά κριτική διαπίστωση γιά το πολιτικό καί κοινωνικό περιβάλον, συνοδεύεται ἀπό ἀνυπαρξία πρότασης, παραχωρεῖ τό πεδίο ἐλεύθερο στήν κρατοῦσα πολιτική.
Ὡραία ἀφορμή μοῦ ἔδωσες γιά νά τίς προσθέσω σέ μελλοντική ἀνάρτηση.