Λήγοντος τοῦ ΙΙ παγκοσμίου πολέμου, καὶ ἀκολουθοῦντος
τοῦ Ψυχροῦ, ἄμεσος στόχος τοῦ ἰδεολογικοῦ πολέμου τῆς Δύσεως, καὶ καταπατητὴς τῶν «ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων» ὑπῆρξε ὁ κομμουνισμός. Ἀκολούθησαν τὰ κράτη τρομοκράτες, καὶ οἱ
σύγχρονοι τριτοκοσμικοὶ «δικτάτορες», ὅταν ἀπὸ εὐπειθεῖς συνεργάτες τῶν ΗΠΑ ἀπεφάσισαν
νὰ αὐτονομηθοῦν. Ἰδεολογικὴ νίκη τῆς Δύσεως ὑπῆρξε καὶ ἡ ἀποδοχὴ αὐτοῦ τοῦ
προπαγανδιστικοῦ ὅρου, ὅσων ἀπὸ τὰ πρώην θύματά της ἐπέζησαν. Χῶρες πού
ξεφορτώθηκαν τὸν ἀποικιοκρατικὸ ζυγὸ καί ἀνεξαρτητοποιήθηκαν, πασχίζουν νὰ
σταθοῦν στὸ διεθνὲς σύστημα οἰκειοποιούμενες τὴν ἐπιχειρηματολογία περὶ « ἀνθρωπίνων
δικαιωμάτων» γιὰ λογαριασμό τους.
Στὸ κεφάλαιο ΝΟΟΤΡΟΠΙΑ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΣ ΖΩΗΣ ΣΤΗΝ ΜΑΖΙΚΗ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ( ἀπό τό βιβλίο Η ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΟΥ ΑΣΤΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ τοῦ Παναγιώτη Κονδύλη), θὰ δοῦμε μέσῳ ποίου ἰδεολογικοῦ μηχανισμοῦ τὰ
«ἀνθρώπινα δικαιώματα» λειτουργοῦν πλέον ὄχι στὸν
διεθνῆ ἀνταγωνισμό, ἀλλὰ καταλυτικά ἐντός
τοῦ κοινωνικοῦ σώματος. Μὲ τὴν συνδρομὴ τῶν διεθνῶν παρατηρητηρίων καὶ τῶν
χρησίμων ἠλιθίων τῆς συμβιβασμένης ἀριστερᾶς, πού ἀντί τοῦ ταξικοῦ
της χαρακτῆρα προβάλλει τόν «πλουραλισμό τῶν ἀξιῶν». Ἔτσι οἱ διαφορὲς σὲ ὁποιοδήποτε
πεδίο συμπεριφορᾶς καὶ νοοτροπίας ἰσοπεδώθηκαν. Τὰ ὅρια ἀνάμεσα σὲ δημόσιο καὶ ἰδιωτικό,
ἄρρεν καὶ θῆλυ ἔγιναν σκοπίμως ἀσαφῆ. Ἡ καθωρισμένη ἀπὸ ἀξίες καί ἐλεγχόμενη ἀπό
τόν Λόγο προσωπικότητα ὑπεχώρησε, γιὰ νὰ βγοῦν ἐπιτακτικὰ στὸ προσκήνιο οἱ ψυχικὲς
ὁρμὲς καὶ ὁ ἡδονισμός, ὡς θεμελιακὰ
στοιχεῖα τῆς μαζικῆς καταναλωτικῆς δημοκρατίας.
Ἡ νοοτροπία καὶ ὁ τρόπος ζωῆς μίας
κοινωνίας προφανῶς σχετίζονται στενὰ μὲ τὶς ἑκάστοτε κρατοῦσες ἰδέες γιὰ τὰ
δικαιώματα καὶ τὶς ὑποχρεώσεις τοῦ ἀτόμου, γιὰ τὸν ρόλο του ὡς συνανθρώπου καθὼς
καὶ γιὰ τὴν ὑφή του ὡς ἄνθρωπου. Γνωρίζουμε ὅτι ἡ μεθερμηνεία καὶ ἡ μετατροπὴ
τοῦ φιλελευθερισμοῦ ὑπὸ τὸ πνεῦμα τῆς μαζικῆς δημοκρατίας συντελέσθηκαν
πρωταρχικὰ σὲ συνάφεια μὲ τὴ δραστικὴ
μετατόπιση τοῦ περιεχομένου τῆς ἔννοιας τοῦ ἀτομικισμοῦ. Ἡ νέα ἀντίληψη γιὰ
τὸ ἄτομο, μὲ τὴν ὁποία συναρτῶνται σὲ οὐσιώδη σημεῖα ἡ νοοτροπία καὶ ὁ τρόπος
ζωῆς τῆς μαζικῆς δημοκρατίας, στηριζόταν σὲ μιὰ προγραμματικὴ ἀντικατάσταση τῶν
ἀξιῶν τῆς αὐτοπειθάρχησης ἀπὸ τὶς ἀξίες τῆς αὐτοπραγμάτωσης, οἱ ὁποῖες ἀπὸ τὴν
πλευρὰ τους ἔχουν διπλὴ ἀναφορὰ ἤ διπλὴ σημασία. Στὸ ἐπίπεδο τῶν πολιτικῶν
προγραμμάτων καὶ σκοποθεσιῶν τὸ σύνθημα τῆς αὐτοπραγμάτωσης τοῦ ἀτόμου
συνδέθηκε μὲ αἰτήματα, τά ὁποῖα σὲ τελευταία ἀνάλυση ἀπέβλεπαν στὴν ὑλικὴ ἰσότητα
καὶ ἐπὶ πλέον στὸν ἐκδημοκρατισμὸ μέσῳ τῆς συμμετοχῆς. Σὲ συνάφεια μὲ τὸν στόχο
τῆς ὑλικῆς ἰσότητας, ἡ αὐτοπραγμάτωση τοῦ ἀτόμου σήμαινε ὅτι τὸ κράτος ὄφειλε νὰ
προνοήσει γιὰ τὴ δημιουργία τῶν γενικῶν ἐκείνων συνθηκῶν, οἱ ὁποῖες θὰ
πρόσφεραν σὲ κάθε ἄτομο γνήσια, δηλαδὴ ὄχι ἁπλῶς τυπικὰ-νομικά, ἴσες εὐκαιρίες
νὰ ἀναπτύξει ἐλεύθερα τὶς φυσικές του καταβολὲς καὶ τὰ ἐνδιαφέροντά του. Ἀπὸ τὴν
ἄλλη μεριά, ἡ αὐτοπραγμάτωση καὶ ὁ ἐκδημοκρατισμὸς φάνηκαν νὰ συνδέονται στενὰ ἐπειδὴ
μονάχα ἄτομα, πού ἔχουν αὐτοπραγματωθεῖ μὲ τὴν παραπάνω ἔννοια ἤ πού βρίσκονται
τουλάχιστον στὸν σωστὸ δρόμο πρὸς τὴν αὐτοπραγμάτωση, ἔχουν τὶς ἀπαιτούμενες ἱκανότητες
γιὰ νὰ συμμετάσχουν ὡς ἴσοι μεταξὺ ἴσων στὴ διαμόρφωση τῶν κοινωνικὰ σημαντικῶν
ἀποφάσεων σὲ ὅλες τὶς βαθμίδες ὅπου λαμβάνονται τέτοιες - ἡ συμμετοχὴ σὲ
δημοκρατικὲς διαδικασίες εἶναι λοιπὸν ἀναγκαῖος ὅρος καὶ συνάμα φυσικὴ συνέπεια
τῆς αὐτοπραγμάτωσης. Ὡς πολιτικὸ μέγεθος ἡ αὐτοπραγμάτωση ἰσοδυναμεῖ μὲ τὸν αὐτοπροσδιορισμό,
δηλαδὴ μὲ τὴν ἱκανότητα τοῦ ἀτόμου νὰ ἐπιβάλλει μέσῳ τῆς συμμετοχῆς του σὲ
δημοκρατικὲς διαδικασίες ἀποφάσεων τὴν ἀτομικὴ αὐτοπραγμάτωση ὡς ἀπόλυτη
κοινωνικὴ προτεραιότητα, καὶ συνάμα νὰ ἐπεξεργάζεται τὸ νομικὸ πλαίσιο γιὰ τὴν ὑλικὴ
διασφάλιση τούτης τῆς προτεραιότητας. Ἀντίστοιχα ἑρμηνεύονται τώρα καὶ τὰ "ἀνθρώπινα δικαιώματα", τά ὁποῖα, ἀντίθετα
ἀπ’ ὅσα ἰσχυρίζεται ἡ δημοκρατικὴ τελολογικὴ ἀντίληψη τῆς ἱστορίας, δὲν ἀποτελοῦν τελειωτικὸ πνευματικὸ καὶ ἠθικὸ
ἐπίτευγμα ὕστερα ἀπὸ αἰῶνες καταπίεσης καὶ σκότους, παρὰ κατὰ βάση συνιστοῦν τὸν
τρόπο λειτουργίας καὶ ἐπιβίωσης τῆς μαζικῆς δημοκρατίας, μὲ τὴν ὁποία καὶ
συνδέεται ἡ μοίρα τους. Τὰ "ἀνθρώπινα δικαιώματα" εἶναι δικαιώματα πού
φαίνονται ἀπαραίτητα γιὰ τὴν αὐτοπραγμάτωση μὲ τὴ δημοκρατικὴ ἔννοια τοῦ ὅρου
καὶ ἔχουν, ἀκριβῶς ὅπως καὶ ἡ αὐτοπραγμάτωση, ὄχι μόνο μιὰ πολιτική, ἀλλά καὶ
μιὰ δεύτερη διάσταση, τὴν ὁποία ὑπαινιχθήκαμε προηγουμένως καὶ θὰ ἐξηγήσουμε
τώρα.
Στὸ στενότερο ἐπίπεδο τοῦ ἀτόμου — ἐκεῖθεν
ἤ ἐντεῦθεν τῶν πολιτικῶν προγραμμάτων — τὸ
αἴτημα τῆς αὐτοπραγμάτωσης συχνὰ συνυφαίνεται μὲ τὶς ἡδονιστικὲς ἐκεῖνες
στάσεις πού ὑποβαστάζουν ψυχολογικὰ τὴ μαζικὴ κατανάλωση καὶ ἑπομένως τὴν ὑπόσταση
τῆς οἰκονομίας. Τούτη ἡ ἡδονιστικὴ αὐτοπραγμάτωση πρέπει βέβαια νὰ διακριθεῖ
ἀπὸ τὴν πολιτικὴ· δὲν ἀντιτίθεται ὁπωσδήποτε θεωρητικὰ σὲ τούτην ἐδῶ, ὅμως ὡς
πρακτικὴ στάση συχνότατα πηγάζει ἀπὸ τὴν παθητικότητα ἐκείνη, ἡ ὁποία ἀπορρέει ἀπὸ
τὴ διαπίστωση τῆς ἀσημαντότητας τοῦ ἀτόμου ἐντὸς τῶν γιγαντιαίων δομῶν καὶ
μηχανισμῶν τῆς μαζικῆς δημοκρατίας καὶ τῆς ὁποίας τὸ ἀντιστάθμισμα ζητεῖται στὴν
ἔνταση τῆς προσωπικῆς ζωῆς καὶ τῶν προσωπικῶν βιωμάτων — ὅπως καὶ ἀντίστροφα: ἡ
βεβαιότητα, πώς ἡ ζωὴ στὴ μαζικὴ δημοκρατία μπορεῖ νὰ προσφέρει μιὰ πληθώρα
τέτοιων ἀντισταθμισμάτων, ἐνισχύει τὴν τάση γιὰ μίαν ὕπαρξη στὸ περιθώριο τῆς
μεγάλης καὶ τῆς μικρῆς πολιτικῆς. Ἀναμφίβολα ὑπάρχει πρωταρχικὴ καὶ οὐσιώδης
σχέση ἀνάμεσα στὶς διαθέσιμες καταναλωτικὲς δυνατότητες καὶ στὴν ἐπικρατοῦσα ἐκδοχὴ
τοῦ ἰδεώδους της αὐτοπραγμάτωσης. Γιατί
αὐτὲς οἱ δυνατότητες πρόσφεραν γιὰ πρώτη φορὰ τὸ συγκεκριμένο ἐρέθισμα καὶ τὴν ἁπτὴ
βάση γιὰ τὴν προγραμματικὴ σύνδεση αὐτοπραγμάτωσης καὶ ἡδονισμοῦ, ἐνῷ σὲ ὅλους
τους προγενέστερους κοινωνικοὺς σχηματισμοὺς ἡ αὐτοπραγμάτωση ὁριζόταν κατὰ
κύριο λόγο ὡς αὐτοϋπέρβαση, δηλαδὴ ὡς ἐπιβολὴ τοῦ ἀληθινοῦ ἤ αὐθεντικοῦ ἐγώ
πάνω στὰ κατώτερα ψυχόρμητα· τώρα ὅμως ἡ αὐτοϋπέρβαση μὲ τὴν παραδεδομένη ἠθικὴ
ἔννοια ἐμφανίζεται κατὰ κανόνα ὡς τὸ ἀκριβῶς ἀντίθετο τῆς γνήσιας αὐτοπραγμάτωσης.
Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά, δὲν πρέπει νὰ παραβλέπεται ὅτι κάτω ἀπὸ τὴν ἐπιρροὴ βιοτικῶν
ἰδεωδῶν καὶ ρευμάτων, τά ὁποῖα ἐμπνέονται ἀπὸ τὴν πολιτισμικὴ ἐπανάσταση καὶ ἐκπροσωποῦνται
κυρίως ἀπὸ ὁμάδες (π.χ. νέους καὶ διανοουμένους) μὲ μικρότερη ἱκανότητα ἤ ἐπιθυμία
κατανάλωσης, ὁ ἡδονισμὸς παίρνει συχνότατα μορφὲς ἐν μέρει ἄμεσα ἀντιτιθέμενες
στὸν χυδαῖο καταναλωτικὸ ὑλισμό. Ἔτσι ἐκτιμῶνται
περισσότερο ἀπὸ τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ τὰ πνευματικά, ὡστόσο καὶ πάλι παραμερίζεται ἡ παραδοσιακὴ
ἀσκητικὴ ἀντιδιαστολὴ τοῦ πνευματικοῦ στοιχείου πρὸς τὸ αἰσθητὸ ἤ ὑλικό: στὴν
περίπτωση αὐτὴν εἶναι δυνατὸν νὰ συμπίπτουν τὰ πνευματικὰ ἀγαθὰ μὲ τὴν ἱκανοποίηση
τῶν αἰσθήσεων, ἤτοι τὰ πρῶτα σχετίζονται μὲ τὸν ἔρωτα, τὶς ἀθλοπαιδιές, τὴ
φιλικὴ συντροφιά, τὴ σχόλη ἤ τὸν στοχασμὸ — πάντοτε στὴν ὑπηρεσία τῆς ἐπικοινωνίας
καὶ τῆς αὐτοπραγμάτωσης. Βέβαια, μονάχα μιὰ κοινωνία πού παράγει καὶ
καταναλώνει κατὰ μάζες ὑλικὰ ἀγαθὰ μπορεῖ νὰ δημιουργήσει τοὺς ἐλεύθερους
χώρους, οἱ ὁποῖοι εἶναι ἀπαραίτητοι γιὰ τὴν ὁμαδικὴ ἀναζήτηση καὶ καλλιέργεια
τέτοιων πνευματικῶν ἀγαθῶν. Αὐτὸ ἐξηγεῖ γιατί τοῦτα τὰ τελευταῖα, παρὰ τὸν
τρόπο πού κατανοοῦν τὸν ἑαυτὸ τους οἱ ἐκπρόσωποί τους, μποροῦν νὰ ὑπαχθοῦν μαζὶ
μὲ τὶς πεζὲς καταναλωτικὲς ἀνάγκες τῶν πλείστων μελῶν τῆς κοινωνίας κάτω ἀπὸ ἕναν
καὶ μόνο κοινὸ παρονομαστή, ἐκεῖνον τοῦ ἡδονισμοῦ. Καὶ στὶς δύο περιπτώσεις ἔχουμε
νὰ κάμουμε μὲ στάσεις, οἱ ὁποῖες διαμορφώνονται κάτω ἀπὸ τὶς ἴδιες κοινωνικὲς
συνθῆκες καὶ ἔχουν μεταξύ τους σχέση συμπληρωματική, ἂν καὶ ὄχι πάντοτε ἁρμονική.
Κοντολογῆς, τὸ χαρακτηρολογικὸ
πρότυπο, τὸ ὁποῖο δίνει τὸν τόνο στὴ μαζικὴ δημοκρατία, μολονότι δὲν κυριαρχεῖ
σ' ὅλη τὴ γραμμή, ἀποτελεῖ σὲ κεντρικὰ σημεῖα ἀντιστροφὴ τοῦ πουριτανικοῦ ἤ τοῦ
βικτωριανοῦ ἀστικοῦ ἤθους καὶ ἔθους. Στὸ
προσκήνιο δὲν βρίσκεται ἡ αὐτοπειθαρχία μὲ σκοπὸ τὴν ἐπίτευξη ἐσωτερικῶν καὶ ἐξωτερικῶν
στόχων οὔτε κι ἡ ὑποταγὴ τῆς καθημερινῆς δραστηριότητας σὲ μακροπρόθεσμες ἐπιδιώξεις,
παρὰ μᾶλλον ἡ κατάφαση τῆς βραχυπρόθεσμης ἀπόλαυσης, τοῦ στιγμιαίου καὶ τοῦ αὐθόρμητου
καθὼς καὶ ἡ ἀπόρριψη τοῦ ἐξωτερικοῦ ἔλεγχου, τῆς πειθάρχησης καὶ τῆς ἐξουσίας.
Κάνοντας αὐτὴν τὴν ἀντιπαράθεση, βέβαια, μᾶλλον σκιαγραφοῦμε δύο ἀκραῖες
κατευθύνσεις τῆς συμπεριφορᾶς παρὰ δύο ἀνθρώπινους τύπους πού ὑπάρχουν πράγματι
σὲ ἀμιγῆ μορφή. Τὰ πάντοτε ἰσχυρὰ κατάλοιπα τῆς ἀστικῆς ἠθικῆς καθὼς καὶ οἱ ἀνυπέρβλητες
ἀναγκαιότητες τῆς κοινωνικῆς συμβίωσης ἐν γένει θέτουν στὴν ἀπορρόφηση τοῦ ἀτόμου
μέσα στὸ στιγμιαῖο, στὸ αὐθόρμητο καὶ στὸ ἀπολαυστικὸ ὅρια, τά ὁποῖα παραμένουν
στενὰ γιὰ πάρα πολλοὺς ἀνθρώπους• τότε ἡ τελετουργία τῆς αὐτοπραγμάτωσης ἐπιτελεῖται
εἶτε σὲ τομεῖς μᾶλλον ἀβλαβεῖς εἶτε μέσα στὴ φαντασία (καὶ στὶς δύο αὐτές
περιπτώσεις εἶναι εὔκολο νὰ μαντέψουμε τὰ ψυχολογικὰ συμπαρομαρτοῦντα τῆς
τέτοιας συμπεριφορᾶς). Ὅμως μολονότι στὴν πραγματικότητα συναντοῦμε ὡς ἐπὶ τὸ
πλεῖστον μικτοὺς τύπους καὶ μικτὲς μορφές, πάντως εἶναι προφανεῖς ἡ μετάθεση τοῦ
τόνου καὶ ἡ δραστικὴ ἀτμοσφαιρικὴ ἀλλαγή, πρὸ παντὸς στὶς τελευταῖες δεκαετίες.
Μποροῦμε νὰ τὶς παραστήσουμε ἀνάγλυφα μὲ τὴ βοήθεια ἑνὸς παραδείγματος, τὸ ὁποῖο
ἔχει βέβαια τυπικὴ ἀξία: ἐννοοῦμε τὴ
βαθμιαία ἀντικατάσταση τῆς εἰλικρίνειας ἀπὸ τὴν αὐθεντικότητα ὡς ὑπέρτατη ἀξία
στὴν κλίμακα τῶν ἀρετῶν. Ἡ εἰλικρίνεια ἦταν ἀμιγὴς ἀστικὴ ἀρετή, δηλαδὴ ἀναφερόταν
τόσο στὴν ἠθική τῆς ἀγορᾶς καὶ στὴν ἀρχὴ pacta sunt servanda
ὅσο καὶ στὴν προσωπικὴ σφαίρα· χάρη στὴν εἰλικρίνεια του τὸ ἄτομο ἦταν ἠθικὸ
πρόσωπο καὶ ἐπὶ πλέον εἶχε πάγια ἀτομικότητα ἤ χαρακτήρα, ὁ ὁποῖος ἤθελε συνεχῶς
νὰ δοκιμασθεῖ καὶ νὰ εὐδοκιμήσει. Στὸ ἑξῆς ὅμως ἡ εἰλικρίνεια ὑπ' αὐτὴν τὴν ἔννοια
δὲν θεωρεῖται πιὰ ἐπαρκής ἰδιότητα μίας ἀτομικότητας πού ἀξίζει αὐτὸ τὸ ὄνομα.
Χρειάζεται νὰ προστεθεῖ καὶ ἡ αὐθεντικότητα, δηλαδὴ ἡ ἱκανότητα τοῦ ἀτόμου νὰ
ζεῖ σύμφωνα μὲ τὶς μύχιες παρωθήσεις, καταβολὲς ἤ ὑπαρξιακές του ἀνάγκες καὶ νὰ
μιλᾶ καὶ νὰ ἐνεργεῖ χωρὶς νὰ ἐνδιαφέρεται γιὰ συμβάσεις καὶ συνήθειες• τὸ ἀντίθετο
αὐτῆς τῆς ὑπαρξιακῆς γνησιότητας καὶ καθαρότητας ὀνομάζεται ἀλλοτρίωση ἡ ἑτερονομία.
Ὅμως ἡ ἀκόρεστη, καθὼς φαίνεται, ἀνθρώπινη δίψα γιὰ ἀναγνώριση, ἡ ὁποία σὲ ὅλες
τὶς ἐποχὲς καὶ κάτω ἀπ’ ὅλες τὶς κοινωνικὲς συνθῆκες μὲ ἑκάστοτε διαφορετικὰ
μέσα ὠθεῖ τούς ἀνθρώπους νὰ στυλιζάρουν συνειδητὰ ἤ ἀσυνείδητα τὴν ἐσωτερικὴ κι
ἐξωτερική τους συμπεριφορά, δὲν ἀφήνει οὔτε καὶ τὸ αὐθεντικὸ ἐγώ νὰ ἐμφανισθεῖ
αὐθεντικά. Ἔτσι ἡ αὐθεντικότητα τὶς πιὸ
πολλὲς φορὲς ἀποτελεῖ ἁπλῶς τὴν καινούργια μάσκα πού φοριέται σ' ἕνα παμπάλαιο
θεατρικὸ ἔργο — μιὰ μάσκα πού σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν ἀστικὴ δὲν εἶναι δημιούργημα τῆς
παιδείας καὶ τῆς ἄσκησης, παρὰ τὸ μεταβαλλόμενο προϊὸν ἀστάθμητων αὐτοσχεδιασμῶν.
Ὅπως καὶ νὰ 'χει, ἡ προσπάθεια νὰ συμπεριφερθεῖ ὁ καθένας αὐθεντικὰ ἤ νὰ δειχθεῖ
αὐθεντικὸς γεννᾶ συγκρούσεις ἀνάμεσα στὰ διάφορα εἴδη αὐθεντικότητας καὶ
καταλήγει σ' ἕνα εἶδος ναρκισσισμοῦ, ὁ ὁποῖος τυραννᾶ τοὺς ἄλλους ἤ φαινομενικὰ
θέλει νὰ τοὺς ἀπωθήσει. Ὅμως χρειάζεται συνεχῶς ἕνα κοινὸ καί, ὅταν δὲν βρίσκει
πιὰ ἄλλον τρόπο γιὰ νὰ τὸ κερδίσει, πασχίζει νὰ τὸ ἐπιτύχει μὲ ἐπιδεικτικοὺς αὐτοοικτιρμούς.
Ὁ αὐτοοικτιρμὸς εἶναι, παράλληλα μὲ τὸν
ναρκισσισμό, συνηθισμένο ψυχολογικὸ φαινόμενο στὴ μαζικὴ δημοκρατία τῶν αὐθεντικῶν
ἀνθρώπων. Ἐκφράζεται σὲ καθημερινοὺς τρόπους συμπεριφορᾶς καθὼς καὶ σὲ αὐτοβιογραφικὰ
κείμενα, στὰ ὁποῖα ὁ κόσμος χρησιμεύει ἁπλῶς ὡς καθρέφτης τοῦ ἀτόμου, καὶ
τρέφεται θεωρητικὰ ἀπὸ τὴ διαδεδομένη ἀντίληψη τῆς χυδαίας κοινωνιολογίας ὅτι τὸ
ἄτομο καθορίζεται ἀπὸ τὶς κοινωνικὲς συνθῆκες καὶ δὲν εἶναι (ἐντελῶς) ὑπεύθυνο
γιὰ τὶς πράξεις καὶ τὶς παραλείψεις του. Βέβαια ὑπάρχει καὶ ἕνας ναρκισσισμὸς
λίγο ἤ πολὺ ξένος καὶ ἐχθρικὸς πρὸς τὸν αὐτοοικτιρμὸ· πρόκειται γιὰ τὴν ἐκλεπτυσμένη
ἐκείνη μορφὴ ἡδονισμοῦ, ἡ ὁποία χρειάζεται τὴν περιχαράκωση ἀπέναντι στοὺς ἄλλους
ὡς ἀποκορύφωση τῶν ἀπολαύσεών της. Σὲ εὔθραυστες φύσεις τέτοιες προσπάθειες περιχαράκωσης
εὔκολα ὀλισθαίνουν πρὸς τὸν αὐτισμό, ὅποτε ἡ αὐτοπραγμάτωση μπορεῖ νὰ καταλήξει
στὴν ἄκρα ὀμφαλοσκοπία ἤ στὸν παιδισμό.
Ἡ ἡδονιστικὴ ἀπόρριψη τῆς αὐτοϋπέρβασης
στὸ ὄνομα τῆς αὐτοπραγμάτωσης συνεπάγεται μιὰ καινούργια ἀντίληψη τοῦ Ἐγώ. Ὅταν ἐκλείψει ἡ ἀρετὴ μὲ τὴν ἔννοια τῆς αὐτοϋπέρβασης,
τότε καταρρέει καὶ ἡ παραδοσιακὰ ἀνώτατη βαθμίδα δικαιοδοσίας τοῦ Λόγου, ὁ ὁποῖος
ὄφειλε νὰ χαλιναγωγεῖ τὰ ζωικὰ ἐκεῖνα στρώματα τῆς ὕπαρξης πού στὸ φῶς τῶν ἡδονιστικῶν
προτεραιοτήτων βλέπονται μὲ συμπάθεια καὶ κατανόηση, γιατί θεωροῦνται ὡς φορεῖς
ἤ πρόξενοι ἡδονῆς. Τὸ ἐγώ δὲν χωρίζεται πιὰ κατ' ἀρχὴν σὲ ἀνώτερες καὶ
κατώτερες σφαῖρες, ἀλλά καλεῖται νὰ ξεπεράσει τὰ δεινὰ τῶν παλαιῶν διχασμῶν καὶ
νὰ γευθεῖ ὡς ζωντανὴ ἑνότητα ὅλα του τὰ ψυχόρμητα, ὅλα του τὰ αἰσθήματα καὶ ὅλες
του τὶς δυνάμεις στὴν ἀλληλενέργειά τους. Μιὰ σημαντικὴ συνέπεια τούτης τῆς ἀντίληψης
εἶναι ἡ ἀποκοπή ἀπὸ τὴν ἀστικὴ ἔννοια τῆς προσωπικότητας, ἡ ὁποία εἶχε τόσο
μίαν ἀντικειμενικὴ-κοινωνικὴ ὅσο καὶ μίαν ἀντικειμενικὴ - ἠθική ἔποψη, δηλαδὴ τόνιζε
ἀφ’ ἑνὸς τὴ σύνδεση τοῦ ἀτόμου μὲ τὸ κοινωνικὸ σύνολο μέσῳ τοῦ ἐπαγγέλματος, τῆς
οἰκογένειας, τῆς κοινωνικῆς τάξης κτλ., καὶ ἀφ’ ἑτέρου τὸν «χαρακτήρα» του. Τώρα ἡ προσωπικότητα δὲν μετριέται οὔτε μὲ
τέτοιους ἀντικειμενικοὺς παράγοντες οὔτε μὲ τὶς ἐξωτερικές της πράξεις, παρὰ ἐπικρατεῖ
ἡ ψυχολογικὴ θεώρηση καὶ κατὰ πρῶτο λόγο ἐνδιαφέρουν τὰ ὑποκειμενικὰ κίνητρα καὶ
οἱ προθέσεις. Ἡ ἠθικὴ ἀποτίμηση ὑποκύπτει
ἀναγκαστικὰ στὴν ψυχολογία, ὅταν σκοπὸς τοῦ ἀτόμου ἀνακηρύσσεται ἡ αὐτοπραγμάτωση.
Γιατί ἡ ἠθικὴ ἀποτίμηση προϋπέθετε τὴν ἔλλογη οὐσία τῆς προσωπικότητας, ἐνῷ ἡ αὐτοπραγμάτωση
ἐπιστρατεύει ὁλόκληρη τὴν ποικιλομορφία τῆς ψυχῆς, μέσα στὴν ὁποία βυθίζεται καὶ
χάνεται ἡ οὐσία ἐκείνη. Τὸ ἐγώ γίνεται ἔτσι πιὸ πολύπλευρο καὶ συνάμα
σκορπίζεται εὐκολότερα, ἐφ’ ὅσον μάλιστα κινεῖται μέσα σ' ἕναν παρδαλὸ κόσμο, ὁ
ὁποῖος ἀδιάκοπα ἐπιδρᾶ πάνω του μ' ἕνα πλῆθος διαφορετικῶν ἐντυπώσεων καὶ ἐρεθισμάτων.
Ὅπως ὁ σύγχρονος καταναλωτὴς τείνει ὅλο καὶ περισσότερο νὰ προτιμᾶ τὴν ἄμεση, ἔστω
καὶ παροδικὴ ἀπόλαυση ἀπὸ τὴν κατοχὴ διαρκῶν ἀγαθῶν, ἔτσι καὶ τὸ ἐγώ μὲ τὶς ἐμπειρίες
του δὲν γίνεται ἀντιληπτὸ ὡς ὀργανωμένο ὅλο μὲ πάγια περιγράμματα καὶ ἄμεσα ὁρατὴ
ἱεραρχικὴ διάρθρωση, παρὰ μᾶλλον ὡς ἁλυσίδα ἰσότιμων βιωμάτων, τά ὁποῖα συναρτῶνται
μεταξύ τους μᾶλλον συνειρμικὰ παρὰ λογικά. Ἀντίστοιχα, ἡ ζωὴ παρουσιάζεται ὡς ἄπειρο πλῆθος καταναλώσιμων προσώπων ἤ πραγμάτων,
ὅπου κανεὶς τριγυρίζει καὶ διαλέγει πότε τὸ ἕνα καὶ πότε τὸ ἄλλο, ἔχοντας τὴν
πρόσθετη δυνατότητα νὰ ἀλλάζει κατὰ περίπτωση τὶς ἀνάγκες καὶ τὶς ἐπιθυμίες
του. Τὰ ὅρια τοῦ Ἐγώ παραμένουν ρευστὰ καὶ διαπερατά, οἱ μελλοντικὲς
προοπτικὲς τῶν ἀνθρώπινων σχέσεων ἀφήνονται ἐπίσης ἀνοιχτές, γιατί μονάχα ἔτσι
εἶναι δυνατὰ συνεχῶς καινούργια βιώματα, ἐνῷ οἱ σταθερὲς προτιμήσεις καὶ ἀποφάσεις
σ' αὐτὰ τὰ ζητήματα δυσχεραίνουν τὴν ἐναλλαγὴ καὶ τὶς ἐπιθυμητὲς ἀνώδυνες
μεταβάσεις. Τὸ καθαρὸ ἀποτέλεσμα ὅλων αὐτῶν μπορεῖ νὰ εἶναι ἡ ἀναλγησία, ἡ ὑποκρισία
ἤ ἡ καιροσκοπία, μολονότι δὲν ὑπάρχουν βάσιμοι λόγοι γιὰ νὰ δεχθοῦμε ὅτι στὶς
συνθῆκες τῆς μαζικῆς δημοκρατίας οἱ ἄνθρωποι εἶναι πιὸ ἀνάλγητοι, ὑποκριτὲς ἤ καιροσκόποι
ἀπ’ ὅτι σὲ ἄλλους τόπους καὶ χρόνους. Ἐν πάσῃ περιπτώσει μποροῦμε νὰ
διαπιστώσουμε ὅτι ἡ συνηθισμένη εἰκόνα τοῦ Ἐγώ ἄλλαξε μὲ τὴν παραπάνω ἔννοια καὶ
ὅτι τώρα καταδικάζονται ἤ χλευάζονται ἐμπειρίες καὶ βιώματα πού συνδέονταν μὲ
μίαν ἄλλη ἰδεατὴ εἰκόνα τοῦ Ἐγώ. Ἔτσι
βρίσκει ὅλο καὶ λιγότερη προσοχὴ καὶ ἀναγνώριση τὸ τόσο θαυμαζὸμενο στὴν ἀστικὴ
ἐποχὴ μεγάλο πάθος, δηλαδὴ ἡ προθυμία νὰ δώσει κανεὶς τὰ πάντα καὶ νὰ θυσιάσει
τὰ πάντα γιὰ μίαν ὑπόθεση ἤ γιὰ ἕνα πρόσωπο. Πράγματι, τὸ πάθος ἀποτελεῖ ἀκριβῶς
τὸ ἀντίθετο τῆς διάχυσης τοῦ προσώπου (θὰ μποροῦσε μάλιστα νὰ ὁρισθεῖ ὡς ἡ ἀπόλυτη
συγκέντρωση τοῦ Ἐγώ σ' ἕναν καὶ μόνο σκοπὸ) καὶ ἐπὶ πλέον τὴ σφοδρότερη
διαμαρτυρία ἐνάντια στὴν ἐξασθένιση τῶν ἠθικῶν ἀρχῶν ( ἐφ' ὅσον δὲν φούντωνε
πάντα ὡς τυφλὴ ἐπιθυμία, ἀλλά γεννιόταν εἴτε μέσα στὴν προσπάθεια ὑπεράσπισης ἠθικῶν
ἀρχῶν εἴτε ὡς ἐσωτερικὴ σύγκρουση ἐξ αἰτίας τῆς παραβίασής της). Στὴ θέση τοῦ πάθους μπαίνουν τώρα τὸ αἴσθημα,
ἡ κατανόηση καὶ μικρὲς παροδικὲς συγκινήσεις, οἱ ὁποῖες μποροῦν νὰ κατανεμηθοῦν
καὶ νὰ ἀξιοποιηθοῦν μὲ ἐλαστικότητα μέσα στὴν καθημερινότητα τῆς μαζικῆς
δημοκρατίας.
Ὡς σχηματικὴ σύνοψη θὰ εὐσταθοῦσε ἐδῶ
ὁ ἰσχυρισμὸς ὅτι ἡ εἰκόνα τοῦ Ἐγώ μέσα στὴ μαζικὴ δημοκρατία ἀντιστοιχεῖ μᾶλλον
στὴ διαδικασία τῆς κατανάλωσης παρὰ στὴ διαδικασία τῆς συσσώρευσης. Τὸ ἀστικὸ ἐγώ,
τὸ ὁποῖο βρισκόταν κάτω ἀπὸ τὴν ἐπιταγὴ τῆς παιδείας (μὲ τὴν εὐρεία ἔννοια τῆς
διαμόρφωσης ἑνὸς πολυμεροῦς καὶ συνάμα ἰσορροπημένου χαρακτήρα), βρισκόταν eo ipso καὶ ὑπὸ τὴν ἐπιταγὴ
τῆς συσσώρευσης: παιδεία ἦταν ἀκριβῶς συσσώρευση πνευματικῶν ἀγαθῶν πάνω στὴ
βάση μίας πάγιας ἰδιοκτησίας, ἤτοι ἑνὸς σταθεροῦ πνευματικοῦ πυρήνα, καὶ ἀπαιτοῦσε
— ὅπως καὶ ἡ συσσώρευση ὑλικῶν ἀγαθών — χρόνο καὶ μόχθο καθὼς καὶ τὴν ἔνταξη τῶν
ἐπὶ μέρους σκοπῶν καὶ προσπαθειῶν σ' ἕνα μεγάλο σχέδιο ζωῆς. Ἀπεναντίας, μέσα
στὴν αὐτοπραγμάτωση τὸ Ἐγώ καταναλώνεται καθὼς καταναλώνει τὸ ἴδιο πρόσωπα καὶ ἀγαθὰ
χωρὶς νὰ συνάπτει μαζί τους μιὰ σχέση, ἡ ὁποία θὰ μποροῦσε νὰ θεωρηθεῖ ὡς ὁ μοναδικὸς
καὶ ἐς ἀεὶ πρακτικὰ δεσμευτικὸς σκοπὸς ζωῆς· ἡ αὐτοκατανάλωση τοῦ Ἐγὼ ἐπιτελεῖται
μὲ ἀλλά λόγια καθὼς αὐτὸ ἐνδιατρίβει σὲ διαφορετικὰ πράγματα, στὰ ὁποῖα ποτὲ δὲν
ἀφιερώνεται ἐντελῶς, ἀλλά τὰ βλέπει καὶ τὰ ἀσκεῖ ὡς hobby. Τὸ Ἐγώ ὠθεῖται σ' αὐτὸ ἀπὸ τὴν ἀνάγκη νὰ ταυτισθεῖ ὅσο τὸ δυνατὸν γρηγορότερα
μὲ ὅσο γίνεται περισσότερα πράγματα, χωρὶς νὰ ἐνδιαφέρεται γιὰ τὸ βάθος αὐτῆς τῆς
ταύτισης. Ἡ ὑπαρκτὴ ποικιλία τῶν δυνατῶν ταυτίσεων ἀποτελεῖ οὐσιαστικὸ λόγο τῆς
ψυχικῆς κινητικότητας καὶ ἀστάθειας μέσα στὴ μαζικὴ δημοκρατία. Τὰ ἀποτελέσματα
τῆς γίνονται ἰδιαιτέρως πρόδηλα στὸ πεδίο τῶν προσωπικῶν σχέσεων, ὅπου τὸ ἄτομο
συνεχῶς βρίσκεται μπροστὰ σὲ πολλὰ πρότυπα ταύτισης ἤ πρόσωπα, τά ὁποῖα ἐπιδίδονται
σὲ διαφορετικὲς ἀπασχολήσεις καὶ ἔχουν διαφορετικὰ χαρακτηρολογικὰ γνωρίσματα.
Τὰ σχετικὰ λίγα καὶ ἁπλὰ πρότυπα ταύτισης τῆς ἀστικῆς ἐποχῆς (ἀπὸ τόν ἱερέα καὶ
τὸν δάσκαλο ἴσαμε τὸν ἐπιχειρηματία, τὸν καλλιτέχνη ἤ τὸν πολιτικό, πού ὅλοι τους
ἦσαν φορεῖς τῶν ἴδιων θεμελιωδῶν ἀρετῶν, μολονότι τὸ ἐπάγγελμα τους τοὺς ἀνάγκαζε
νὰ ἀναμίξουν καὶ νὰ ἐφαρμόσουν διαφορετικὰ τὶς ἀρετὲς τοῦτες) διαλύονται κάτω ἀπὸ
τὴν ἐντύπωση καὶ τὴν πίεση τῶν χίλιων μορφῶν, οἱ ὁποῖες διαδέχονται καθημερινὰ ἡ
μία τὴν ἄλλη πάνω στὴ σκηνὴ τῆς μαζικῆς δημοκρατίας. Τοῦτες οἱ μορφὲς μποροῦν
βέβαια νὰ ἀναχθοῦν σὲ μερικοὺς βασικοὺς τύπους, ἀλλά ἡ βασικὴ διαφορὰ πρὸς τὴν
προγενέστερη κατάσταση εἶναι ὅτι τώρα ὁ μεγάλος κοινὸς παρονομαστὴς εἶναι ἡ ἐπιτυχία
(καὶ σὲ ὅ,τι ἄφορα τὴν αὐτοπραγμάτωση), καὶ ὅτι ἔτσι μπορεῖ νὰ φάνουν ἀξιομίμητοι
ἐντελῶς διαφορετικοὶ χαρακτῆρες, πρᾶγμα πού κάνει βέβαια περίπλοκη τὴν ψυχικὴ
διαδικασία τῆς ταύτισης. Τραγουδιστές, ποδοσφαιριστές, χειρουργοί, τραπεζίτες, ἐπιλέγονται
ὡς πρότυπα ταύτισης ταυτόχρονα καὶ ἐξ ἴσου μὲ σκληροὺς καὶ ἐνεργητικοὺς ἤ εὔθραυστους
καὶ μαζεμένους, πλούσιους καὶ κομψοὺς ἤ περιθωριακοὺς ἀλλὰ ἀσυνήθιστους κι ἀλλιώτικους
τύπους. Ἐμφανίζεται ἔτσι τὸ παράδοξο ὅτι ἡ ἀτομικιστικὴ θεμελιώδης στάση τῶν ἀνθρώπων
μέσα στὴ μαζικὴ δημοκρατία γεννᾶ τὴν αὐτάρεσκη ἐντύπωση ὅτι καὶ ἡ ταύτιση μὲ τὸ
ἑκάστοτε προτιμώμενο πρόσωπο ἀποτελεῖ μιὰ πράξη μέσα στὸ πλαίσιο τῆς ἀναζήτησης
τῆς πρωτοτυπίας καὶ τῆς ἀτομικῆς αὐτοπραγμάτωσης. Ἀτομικιστικὴ αὐτοπεποίθηση καὶ
ἔμπρακτη μαζικοποίηση, προσωπικὴ ἔνταση καὶ διάλυση τοῦ ἐγώ μέσα στὴν ὁμάδα
συμπορεύονται ἁρμονικά, ὅπως φαίνεται λ.χ. στὸ μαζικοδημοκρατικὸ φαινόμενο τῆς
λατρείας τῶν διαφόρων «στὰρ». Ὥστε ὁ μαζικοδημοκρατικὸς
ἀτομικισμὸς διόλου δὲν ἀποκλείει τὴν ἐσωτερικὴ ἐξάρτηση τοῦ ἀτόμου ἀπὸ μίαν ὁμάδα
ἤ τὴ συμμόρφωσή του μὲ μίαν ὁμαδικὴ συμπεριφορά. Τὸ ἄτομο ἀσχολεῖται βέβαια
συνεχῶς μὲ τὸν ἑαυτό του καὶ ἀποτιμᾶ τὶς σχέσεις του μέ τούς ἄλλους ἀπὸ τὴ
σκοπιὰ τῆς αὐτοπραγμάτωσής του, συνάμα ὅμως ἐντείνεται ἡ ἀνάγκη του γιὰ αὐτοεπιβεβαίωση,
ἡ ὁποία μπορεῖ νὰ ἱκανοποιηθεῖ μονάχα μὲ τὴν ἀναγνώριση στὸ πλαίσιο τῆς ἑκάστοτε
ἐνδιαφέρουσας ὁμάδας. Γι' αὐτὸ καὶ στὴν καθημερινὴ ζωὴ τῆς μαζικῆς
δημοκρατίας μεγαλώνει συνεχῶς ἡ σημασία τῶν ψυχολογικῶν προβλημάτων καθὼς καὶ τῶν
μεθόδων γιὰ τὴν ἀντιμετώπισή τους.
Σὲ φαινόμενα ὅπως ἡ λατρεία τῶν «στὰρ»
ἀποκαλύπτονται ὄχι μόνον οἱ ἀμφιρρέπειες τῶν μηχανισμῶν τῆς ταύτισης μέσα στὴ
μαζικὴ δημοκρατία, ἀλλά ἐπίσης ἡ ἔκταση καὶ οἱ ἄμεσες συνέπειες τῆς κατάργησης
τοῦ χωρισμοῦ ἀνάμεσα σὲ ἰδιωτικὴ καὶ δημόσια σφαίρα. Ὁ «στὰρ» τῆς τέχνης, τοῦ ἀθλητισμοῦ
ἤ τῆς πολιτικῆς ζεῖ διαρκῶς κάτω ἀπὸ τὰ ἔν μέρει περίεργα, ἐν μέρει ζηλόφθονα
καὶ ἓν μέρει ἔκθαμβα μάτια τῆς μαζικοδημοκρατικῆς δημοσιότητας, ἡ ἰδιωτική του
ζωὴ ἀποτελεῖ ζήτημα γενικοῦ ἐνδιαφέροντος καὶ ὑλικὸ συζητήσεων πού προσφέρεται ἄφθονα
ἀπὸ τὰ μέσα μαζικῆς ἐνημέρωσης· γνωρίζοντας τὴν ἔντονη ζήτηση γιὰ τέτοιου εἶδους
πληροφορίες, οἱ στὰρ δημοσιεύουν κι αὐτοὶ ὅλο καὶ πιὸ φιλόπονα τὰ ἡμερολόγια καὶ
τὰ ἀπομνημονεύματά τους. Δὲν εἶναι δύσκολο νὰ καταλάβουμε γιατί αὐτὰ τὰ
προϊόντα τῆς ἐλαφρῆς φιλολογίας, σὲ ἁρμονικὴ συνεργασία μὲ τὰ εἰκονογραφημένα
περιοδικὰ καὶ τὸν σκανδαλοθηρικὸ τύπο, ἐνδυναμώνουν μὲ τὸν λίγο ἤ πολὺ χυδαῖο
τρόπο τους ἐξισωτικὰ αἰσθήματα καὶ ἀπὸ τὴν ἄποψη αὐτὴν προωθοῦν τὸν ἐκδημοκρατισμό:
στὴν ἰδιωτικὴ σφαίρα ὅλοι ἐμφανίζονται σὲ
γενικὲς γραμμὲς ἴσοι, ἔχουν τὰ ἴδια πάθη, τὶς ἴδιες ἐπιθυμίες ἤ ἀδυναμίες,
βιώνουν τὴν εὐτυχία καὶ τὴ δυστυχία μὲ τὸν ἴδιο τρόπο, κοντολογῆς, ὅλοι εἶναι ἐξ
ἴσου ἄνθρωποι. Τὸ ἰδιωτικὸ στοιχεῖο δρᾶ λοιπὸν ἑνοποιητικὰ καὶ ἐξισωτικά, ἐνῷ
τὸ δημόσιο συνδέεται μὲ τὶς διαβαθμίσεις τῶν ἀξιωμάτων, τοῦ γοήτρου ἤ τοῦ
πλούτου, οἱ ὁποῖες συνήθως ἔρχονται σὲ ἀντίθεση μὲ τὸ κοινὸ ἐξισωτικὸ αἴσθημα. Ἡ
στροφὴ πρὸς τὴν ἰδιωτικὴ σφαίρα συναρτᾶται βέβαια καὶ μὲ τὸ ἰδεῶδες της αὐτοπραγμάτωσης,
ὑλικὴ προϋπόθεση τοῦ ὁποίου εἶναι τὸ κοινωνικὸ κράτος, ἐφ’ ὅσον αὐτὸ ἀπαλλάσσει
τὸ ἄτομο ἀπὸ διάφορες μέριμνες καὶ τοῦ δίνει τὴ δυνατότητα ν' ἀσχοληθεῖ μὲ τὸν ἑαυτό
του καὶ μὲ ἄλλους ὡς πρόσωπα ἰδιωτικά. Τὸ
ἀστικὸ αἴτημα τῆς δημοσιότητας μετατρέπεται τώρα στὸ δημοκρατικὸ αἴτημα τῆς
διαφάνειας, τὸ νόημα τῆς ὁποίας ἀπὸ πολλαπλὲς ἀπόψεις ἔγκειται ἀκριβῶς στὴν ἄρση
τοῦ χωρισμοῦ ἀνάμεσα σὲ δημόσια καὶ ἰδιωτικὴ σφαίρα. Ὅμως ἡ ἄρση αὐτὴ δὲν
συντελεῖται ἁπλῶς μὲ τὴ νίκη τοῦ ἰδιωτικοῦ πάνω στὸ δημόσιο (μὲ τὴν ἀστικὴ ἔννοια
τῶν ὅρων), πάρα μᾶλλον μὲ τὴ συγχώνευση τῶν δύο σφαιρῶν, ἔτσι ὥστε οἱ δημόσιες ὑποθέσεις
κρίνονται ὅλο καὶ περισσότερο ἀπὸ τὴ σκοπιὰ τῶν ἰδιωτικῶν ἐνδιαφερόντων τούτων ἤ
ἐκείνων τῶν ἀτόμων, ἐνῷ τὸ ἰδιωτικὸ στοιχεῖο ὅλο καὶ περισσότερο ἔρχεται στὴ
δημοσιότητα χωρὶς τὶς ἀστικὲς ἀναστολές, καὶ μάλιστα ἐπιδεικνύεται ἐσκεμμένα. Αὐτὸ γίνεται ἰδιαίτερα αἰσθητὸ στὴν ἀποκοπὴ
ἀπό τούς ἀστικοὺς τρόπους καὶ τὴν ἀστικὴ συμπεριφορά, ἀπὸ τὴν ὅλο καὶ
μεγαλύτερη εὐκολία, μὲ τὴν ὁποία ξένοι μεταξύ τους μιλοῦν στὸν ἑνικό, ἴσαμε τὶς
ἐρωτικὲς διαχύσεις καταμεσῆς του δρόμου. Αὐτή ἡ συχνὰ ἐπιδεικτικὴ ἀπόρριψη
τῶν συμβάσεων πάει νὰ ὑποδηλώσει ὅτι τὸ ἄτομο βρίσκεται καθ' ὁδόν πρὸς τὴν αὐτοπραγμάτωση
καὶ ἔχει ξεπεράσει μὲ πρόσχαρο αὐθορμητισμὸ τὶς ἀρετὲς τῆς αὐτοϋπέρβασης.
Ἡ ἐξισωτικὴ θεμελιώδης στάση, ἡ ὁποία
συμβάλλει κατ' αὐτὸν τὸν τρόπο στὴν ἄρση τοῦ χωρισμοῦ ἀνάμεσα σὲ ἰδιωτικὴ καὶ
δημόσια σφαίρα, συμπυκνώνεται καὶ σὲ μίαν ἄλλη κατάσταση πραγμάτων, ἴσως ἀκόμα
σημαντικότερη γιὰ τὴ νοοτροπία καὶ τὸν τρόπο ζωῆς τῆς μαζικῆς δημοκρατίας. Ἡ ἐναλλαξιμότητα
τῶν ἀτόμων καὶ τῶν ρόλων, ἡ ὁποία καθιστᾶ δυνατὴ καὶ ὑποβαστάζει τὴν κοινωνικὴ ἰσότητα,
φαίνεται τώρα νὰ φτάνει σὲ σημεῖο ὅπου μπορεῖ νὰ καταργήσει διαφορὲς
θεωρούμενες ἴσαμε τώρα ὡς δεδομένες ἀπὸ τὴ φύση. Αὐτὸ ἀφορᾶ πρῶτα-πρῶτα στὴ
σχέση μεταξὺ τῶν δύο φύλων. Εἴπαμε ἤδη ὅτι ἡ ἰσότητα τους μποροῦσε νὰ πάρει ἁπτὴ
καὶ μετρήσιμη μορφὴ μονάχα πάνω στὴ βάση τῆς ἀρχῆς τῆς ἀπόδοσης, δηλαδὴ ἑνὸς
μεγέθους μετατρέψιμου σὲ ποσότητα. Στὸ ἰδεατὸ ἐπίπεδο τούτη ἡ ἰσότητα βασίζεται
στὴν ἀναγωγὴ τῆς ἔννοιας τοῦ ἄνδρα καὶ τῆς ἔννοιας τῆς γυναίκας σὲ ἔννοιες, οἱ ὁποῖες
δὲν μποροῦν καὶ δὲν ἐπιτρέπεται πιὰ νὰ κατανοηθοῦν βιολογικά, παρὰ μόνο
κοινωνικὰ καὶ πολιτικά. Ἀκόμα κι ὅταν ὁ ἄνδρας καὶ ἡ γυναίκα ἀνάγονται στὴν ὑπερκείμενη
κατηγορία ἄνθρωπος, καὶ πάλι ἐννοεῖται ὁ ἄνθρωπος ὡς φορέας συγκεκριμένων
δικαιωμάτων, ἤτοι ὁ ἄνθρωπος ὡς πολίτης καὶ ὡς μέλος μίας πολιτικῆς κοινότητας.
Ἡ συνεπὴς ἰσότητα ἄνδρα καὶ γυναίκας προϋποθέτει ἀπὸ τὴν ἄποψη αὐτὴν τὴν
κατάτμηση τῆς κοινωνίας σὲ ἄτομα. Αὐτὸ τὸ ἀποδεικνύει ἡ παράλληλη πορεία τῆς ἰσότητας
τῶν φύλων καὶ τῆς διάλυσης τῆς (παλαιᾶς) οἰκογένειας, ἡ ὁποία βέβαια δὲν μπορεῖ
νὰ εἶναι τυχαία. Ἡ συνάφεια αὐτὴ κάνει μὲ τὴ σειρὰ της κατανοητὸ γιατί ἡ γενετήσια
σχέση στὴ βάση τῆς ἰσότητας τῶν φύλων δὲν ὑπηρετεῖ πρωταρχικὰ τὴν ἀναπαραγωγὴ
τοῦ εἴδους, ἀλλά τὴν αὐτοπραγμάτωση (πρβλ. κεφ. IV, 4). Μὲ δεδομένη τὴν ἀτομικιστικὴ
πρόθεση τῆς αὐτοπραγμάτωσης, δὲν εἶναι λοιπὸν παράδοξο ὅτι στὸ πλαίσιο μίας
κοινωνίας κατατμημένης σὲ ἄτομα ἡ γενετήσια σχέση γίνεται πρότυπο παράδειγμα τῆς
ἐναλλαξιμότητας τῶν ἀτόμων καὶ τῶν ρόλων, καὶ ἡ πραγματικὴ δυνατότητα τῆς ἐναλλαγῆς
ἐπιφέρει ἀναγκαστικὰ μιὰ κατάσταση, ὅπου ἐκλείπει ἡ ἐξουσία τῆς μίας πλευρᾶς καὶ
στὴ θέση της μπαίνει ἡ «συντροφικότητα». Ἡ
ἀλλαγὴ αὐτὴ ἀνταποκρίνεται, ὅπως ἄλλωστε καὶ τὸ ἰδεῶδες της αὐτοπραγμάτωσης ἐν
γένει, στὴ μετάβαση ἀπὸ τὸ πρότυπο τῆς συσσώρευσης στὸ πρότυπό της κατανάλωσης:
ἡ γενετήσια ἱκανοποίηση δὲν κατανοεῖται ὡς εὐτυχὲς τέρμα μίας προσπάθειας πού ἔχει
ὁρισμένους κοινωνικοὺς ὅρους καὶ ὁρισμένες κοινωνικὲς συνέπειες, παρὰ ὡς
σύντομη καὶ εὐκολοαπόκτητη μορφὴ ἡδονῆς, τὴν ὁποία μπορεῖ νὰ ἀπολαύσει κανεὶς ἀνεξάρτητα
ἀπὸ ἄλλους, μακροπρόθεσμους παράγοντες. Αὐτὰ ὅλα δὲν σημαίνουν βέβαια ὅτι ἡ μαζικοδημοκρατικὴ
καθημερινὴ πρακτικὴ σ' αὐτὸ τὸ ζήτημα βρίσκεται πάντοτε στὸ ὕψος τῆς ἰσότητας
καὶ τῆς συντροφικότητας ἤ ὅτι ἀπὸ τὴ μιὰ στιγμὴ στὴν ἄλλη παραμερίσθηκαν οἱ
βιολογικοὶ παράγοντες καὶ τὰ κατάλοιπα τῆς παραδοσιακῆς συμπεριφορᾶς. Κάθε ἄλλο.
Αὐτὸ ἰσχύει. Ὄχι μόνο γιὰ τοὺς ἀδιόρθωτους φαλλοκράτες, ἀλλά καὶ γιὰ γυναῖκες
πού θέλουν νὰ θεωροῦνται χειραφετημένες. Ἡ πρώτη χειραφετημένη γυναίκα ἦταν, ἐκτός
ἀπὸ τὴν bohemienne, femme fatale, ἡ ὁποία ἤξερε νὰ
χρησιμοποιεῖ τὰ κλασσικὰ γυναικεῖα ὅπλα ἐνάντια στὸν ἄνδρα, καί ἑπομένως
χρειαζόταν τὸν ἄνδρα ὡς συναγωνιστὴ καὶ ἑταῖρο. Ὅμως ἡ μοντέρνα χειραφετημένη
γυναίκα θέτει ὡς σκοπό της νὰ γκρεμίσει αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν εἰκόνα τοῦ ἄνδρα, καὶ
γιὰ νὰ τὸ πετύχει συχνότατα δὲν διστάζει νὰ ἐπιστρατεύσει, ἐκτος ἀπὸ τὰ ὅπλα τῆς
χειραφέτησης, καὶ τὰ δοκιμασμένα θηλυκὰ ὅπλα, ἀποκτῶντας ἔτσι ἕνα διπλὸ
πλεονέκτημα. Ἡ femme fatale ἐξαφανίζεται, ὅμως τὸ ὁπλοστάσιο της
περνάει σὲ χέρια πού δὲν ξέρουν νὰ τὸ χειρισθοῦν μὲ τὴν ἴδια φινέτσα. Τὴν ἑταίρα
τῆς ἀστικῆς ἐποχῆς τὴ διαδέχεται ἔτσι τὸ πορνίδιο τῆς μαζικοδημοκρατικῆς.
Ἀναγκαία συνέπεια τῆς ἐπιδιωκόμενης
μείωσης ἤ καὶ ἐξάλειψης τῶν διαφορῶν ἀνάμεσα στὰ δύο φύλα καὶ τῆς συναφοῦς ἀναβίωσης
μυστικιστικῶν ἀντιλήψεων γιὰ τὸν ἀνδρογυνισμὸ εἶναι ἡ νέα ἀποτίμηση τῆς ὁμοφυλοφιλίας
καὶ ἡ αὔξουσα προθυμία γιὰ ὁμοφυλόφιλα βιώματα. Στὸν βαθμὸ πού ἐκλείπουν οἱ διαφορὲς μεταξὺ τῶν δύο φύλων, δὲν
χρειάζεται νὰ ἀναζητοῦνται πιὰ χαρακτηριστικὰ γυναικεῖες ἤ χαρακτηριστικὰ ἀνδρικὲς
ἐρωτικὲς ἰδιότητες, τὸ ἐρωτικὸ στοιχεῖο γίνεται ἔτσι πιὸ διάχυτο καὶ πιὸ ρηχό, ὅμως
ἀκριβῶς μέσα στὴν ἀσάφεια του αὐτὴ χάνει τὴν ἀποκλειστική του σύνδεση μὲ τὸ ἕνα
ἤ τὸ ἄλλο φύλο καὶ ὑπὸ ὁρισμένες συνθῆκες μπορεῖ νὰ βρεθεῖ καὶ νὰ βιωθεῖ καὶ στὰ
δύο. Ἡ νέα ἀποτίμηση τῆς ὁμοφυλοφιλίας προκύπτει βέβαια καὶ ἀπὸ τὸν
μαζικοδημοκρατικὸ πλουραλισμὸ τῶν ἀξιῶν, γιὰ τὸν ὁποῖο θὰ μιλήσουμε ἀμέσως• ἄλλωστε
ἡ ἀποδοχὴ τοῦ πλουραλισμοῦ ἤ ἡ ἐσωτερίκευση τῆς πλουραλιστικῆς ἀρχῆς ὠθεῖ τὴν ἐρωτικὰ
ὀρθόδοξη πλειοψηφία νὰ ἀντιμετωπίζει ὅλο καὶ ἀνεκτικότερα τοὺς ὁμοφυλόφιλους. Ἀπὸ
τὴ σκοπιὰ τῆς πλουραλιστικῆς ἀρχῆς, οἱ ὁμοφυλόφιλοι ἀποτελοῦν ἁπλῶς μίαν ἀπὸ τὶς
μειονότητες ἐκεῖνες, πού στὸ σύνολο τους συνιστοῦν τοὺς ὑλικοὺς φορεῖς τοῦ
πλουραλισμοῦ τῶν ἀξιῶν χωρὶς μειονότητες πού ζοῦν σύμφωνα μὲ διαφορετικὲς ἀξίες
δὲν νοεῖται πλουραλισμὸς τῶν ἀξιῶν, κι αὐτὸ ἐξηγεῖ τὴν ἀδυναμία καὶ τὴ μέριμνα
τῆς μοντέρνας μαζικῆς δημοκρατίας γιὰ κάθε λογὴς μειονότητες. Ὡς (
καταπιεζόμενες ) μειονότητες θεωροῦνται μερικὲς φορὲς καὶ ὅσοι συνήθως ὀνομάζονται
ψυχοπαθεῖς καὶ ἐγκληματίες. Τοῦτοι, ὅπως
καὶ οἱ ὁμοφυλόφιλοι, φαίνεται νὰ ἔχουν ξεκόψει ριζοσπαστικότερα παρὰ κάθε ἄλλος
ἀπὸ τὸν ἀστικὸ τρόπο σκέψης καὶ ζωῆς, ἡ συμπάθεια πρὸς αὐτοὺς ἔχει λοιπὸν νὰ
κάμει μὲ τὴν κατάρρευση τῆς ἀστικῆς ἀντίληψης γιὰ τὸν κατευθυντήριο ρόλο τοῦ
Λόγου καὶ τῆς συναφοῦς ἠθικῆς καὶ ἀνθρωπολογικῆς τοποθέτησης. Στὴν ἴδια
προοπτικὴ μποροῦν νὰ ἐξηγηθοῦν καὶ ὁρισμένες ἐξελίξεις στὴ θεωρία καὶ στὴν
πράξη τῆς ἀγωγῆς μέσα στὴ μαζικὴ δημοκρατία. Ἡ κατάργηση τοῦ ἀστικοῦ μορφωτικοῦ
κανόνα συμβαδίζει ἐδῶ μὲ τὸν ἀγώνα ἐναντίον τοῦ αὐταρχισμοῦ καθὼς καὶ μὲ τὴν ἐπιδίωξη
νὰ ἀναπτυχθεῖ ὁ αὐθορμητισμὸς καὶ ἡ δημιουργικότητα ὡς προϋποθέσεις τῆς αὐτοπραγμάτωσης.
Τὸ αἴτημα κατάργησης τοῦ αὐταρχισμοῦ στὸν εἰδικὸ αὐτὸν τομέα πηγάζει ὅμως καὶ ἀπὸ
ἕνα ἄλλο γεγονός, τὸ ὁποῖο εἶναι χαρακτηριστικὸ γιὰ τὴν κοινωνικὴ ζωὴ στὴ μαζικὴ
δημοκρατία καὶ καινοφανὲς ἀπὸ ἱστορικὴ ἄποψη. Ἐννοοῦμε τὴν κατ' ἀρχὴν κοινωνικὴ
ἰσοπέδωση τῶν ἡλικιῶν, ἡ ὁποία, ἀκριβῶς ὅπως καὶ ἡ ἐπιδιωκόμενη ἐξάλειψη τῶν
διαφορῶν ἀνάμεσα στὰ φύλα, πηγάζει ἀναγκαστικὰ ἀπὸ τὴν ἐξέγερση τοῦ ἐξισωτισμοῦ
ἐνάντια στοὺς βιολογικοὺς παράγοντες. Στὴν περίπτωση αὐτὴν ὑπάρχει ὅμως κι ἕνας
ἰδιαίτερος κοινωνικὸς λόγος πού τὴν ἰσότητα τῶν ἡλικιῶν τὴ μετατρέπει τελικὰ σὲ
ὑπεροχὴ τῆς νεότητας. Σὲ ὅλους τους προγενέστερους κοινωνικοὺς σχηματισμούς, ἡ σχεδὸν
ἀπόλυτη ἤ πάντως σχετικὴ σταθερότητα τῶν ἐργασιακῶν μεθόδων καὶ τοῦ καταμερισμοῦ
τῆς ἐργασίας εἶχε ὡς συνέπεια ὅτι ἡ μακρά πεῖρα ἀποτελοῦσε πλεονέκτημα πρώτης
γραμμῆς, τὸ ὁποῖο ἀξιοποιοῦσε κανεὶς πρὸ παντὸς ὅταν μυοῦσε νέους στὶς παραδεδομένες
τεχνικές τῆς ἐργασίας. Τὸ πλεονέκτημα τοῦτο οἱ πρεσβύτεροι τὸ χάνουν στὸν βαθμὸ
πού ἡ ἐξέλιξη στὸν τομέα τῆς κοινωνικῆς ἐργασίας γίνεται τόσο γρήγορη, ὥστε
μονάχα ὅσοι μπαίνουν τελευταῖοι σ' αὐτὸν μποροῦν νὰ προσαρμοσθοῦν στὴν πιὸ πρόσφατη
κατάσταση τῶν πραγμάτων. Πάνω σ' αὐτὴν τὴ βάση ἀνθεῖ ἡ μαζικοδημοκρατικὴ
λατρεία τῆς νεότητας καὶ τῆς νεανικότητας, μὲ τὴν ὁποία οἱ πρεσβύτεροι ἐπιδιώκουν
κατὰ τὸ δυνατὸν νὰ συμπορευθοῦν, πασχίζοντας, μὲ διαφορετικὴ ἐπιτυχία ἑκάστοτε,
νὰ παραμείνουν ὅσο γίνεται περισσότερο fit, νὰ παρακολουθοῦν ὄσο μποροῦν τὶς ἐξελίξεις στὴ μόδα κτλ. καὶ νὰ ἐπιδεικνύουν
καλοπροαίρετη κατανόηση γιὰ τὰ νέα ἤθη. Μὲ τὴ δραστικὴ ἀλλαγὴ στὴν κοινωνικὴ
θέση τῆς νεολαίας ἀνατιμῶνται σημαντικὰ ἤ καὶ μπαίνουν στὸ ἐπίκεντρο τῆς κοινωνικῆς
ζωῆς ἀσχολίες πού ἀπὸ τὴ φύση τους εἶναι ὑπόθεση τῶν νέων ἀνθρώπων, ὅπως τὰ ἀθλήματα
καὶ τὸ παιγνίδι, ἐνῷ ἀντίστροφα ἡ ἀρρώστια καὶ ὁ θάνατος παραγκωνίζονται καί, ὅταν
ἐπισυμβοῦν, τὰ ἀντιπαρὲρχεται κανεὶς μὲ διακριτικότητα ἤ σιωπή.
Ὅπως εἴπαμε, ἡ ἐπικράτηση τοῦ ἰδεώδους
τῆς αὐτοπραγμάτωσης συνεπέφερε ἀναγκαστικὰ τὴν κατάρρευση τῆς ἀστικῆς ἀνθρωπολογίας
τοῦ Λόγου. Ὁ Λόγος ἐκπροσωποῦσε καὶ
στήριζε τὴν ἠθική τῆς αὐτοϋπέρβασης, ἡ ὁποία παρέμεινε ἀπρόσβλητη καὶ στὸ ἀστικὸ
πλαίσιο, μολονότι τὸ ἀστικὸ συνθετικὸ - ἐναρμονιστικό ἐγχείρημα ἦρθε σὲ ἀντίθεση
μὲ τὸν χριστιανικὸ ἀσκητισμὸ καὶ τὴν αὐστηρὰ δυαρχικὴ ἀνθρωπολογία. Ἔργο τοῦ
Λόγου ἦταν ἐν μέρει νὰ χρησιμοποιεῖ τὸ ἕνα ψυχόρμητο ἐναντίον τοῦ ἄλλου, ὥσπου
νὰ ἐπέλθει ἡ ἐπιθυμητὴ ἰσορροπία, καὶ ἐν μέρει νὰ τὰ χαλιναγωγεῖ ἤ νὰ τὰ
καταπνίγει, ἂν δὲν γινόταν ἀλλιῶς. Ὅμως αὐτὸ μποροῦσε νὰ τὸ κάμει μονάχα ἐπικαλούμενος
μιὰ πάγια καὶ σαφῆ κλίμακα ἀξιῶν, πρᾶγμα πού σημαίνει e contrario ὅτι ἡ κατάρρευση τῆς
ἀνθρωπολογίας τοῦ Λόγου καὶ ὁ πλουραλισμὸς τῶν ἀξιῶν ἤ ἡ ἠθικὴ ἀνεκτικότητα ἀναγκαστικὰ
συμβαδίζουν. Βέβαια, αὐτὰ ὅλα εἶναι συμπτωματικὲς ἐνδείξεις στὸ ἐπίπεδο τῶν ἰδεῶν,
τῶν ὁποίων οἱ αἰτίες βρίσκονται βαθύτερα. Γιὰ νὰ τὸ διατυπώσουμε ἀκόμα μιὰ φορὰ
κατὰ τρόπο σχηματικό: ἡ ἠθική τῆς αὐτοϋπέρβασης ἤ τοῦ Λόγου ἀνταποκρινόταν στὸ
οἰκονομικὸ πρότυπο τῆς συσσώρευσης, ἐνῷ ὁ πλουραλισμὸς τῶν ἀξιῶν ἡ θικὴ ἀνεκτικότητα
ἀνταποκρίνονται στὸ οἰκονομικὸ πρότυπο τῆς κατανάλωσης. Ὅπως ἡ σαφήνεια καὶ ἡ παγιότητα τῶν ἀξιῶν ἐπιτάσσει καὶ καθιστᾶ δυνατὴ
τὴν αὐτοϋπέρβαση, ἔτσι ὁ πλουραλισμὸς τῶν ἀξιῶν καὶ ἡ συναφὴς αἴσθηση τῆς
σχετικότητας τους ἐνθαρρύνουν ἤ καὶ γεννοῦν τὶς ἡδονιστικὲς ἐκεῖνες στάσεις, τὶς
ὁποῖες χρειάζεται ἀπολύτως μιὰ οἰκονομία ἐξαρτημένη ἀπὸ τὴ μαζικὴ κατανάλωση.
Ὅμως ὁ πλουραλισμὸς τῶν ἀξιῶν δὲν ἐνισχύει ἁπλῶς, ἔμμεσα τουλάχιστον, τὴν
κατανάλωση ὑλικῶν ἀγαθῶν. Πέρα ἀπ’ αὐτό, οἱ ἀξίες, ὄντας πολλὲς καὶ διάφορες,
γίνονται κι οἱ ἴδιες καταναλωτικὰ ἀγαθά, τά ὁποῖα καταναλώνονται λίγο-πολὺ
γρήγορα καὶ ἀντικαθίστανται ἀπὸ ἀλλά στὴν εὔνοια τῶν καταναλωτῶν. Αὐτὸ ἐξηγεῖ γιατί
ἀκόμα καὶ ὅσοι μέσα στὴ μαζικὴ δημοκρατία καταναλώνουν μὲ περισσότερη εὐχαρίστηση
πνευματικὰ παρὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ δὲν εἶναι σὲ θέση νὰ καταλύσουν τὸν ἐσώτερο νόμο αὐτοῦ
τοῦ κοινωνικοῦ σχηματισμοῦ. Γιατί ἀνάμεσα στὴν κατανάλωση τοῦ πνευματικοῦ ἀγαθοῦ
ἤ στὴν υἱοθέτηση μίας ὁποιασδήποτε ἀξίας
καὶ στὴν πρακτικὴ συμπεριφορὰ τοῦ ἀντίστοιχου ἀτόμου κατὰ κανόνα δὲν ὑπάρχει
κοινωνικὰ δεσμευτικὴ σχέση, δηλαδὴ ἡ κοινωνία δὲν ἀπαιτεῖ ἀπὸ τὸ ἄτομο νὰ ζεῖ σὲ
αὐστηρὴ συμφωνία μὲ τὶς προσφιλεῖς του ἀξίες, παρὰ ἁπλῶς νὰ τηρεῖ ὁρισμένους
κανόνες τοῦ παιγνιδιοῦ, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὸ πόσο παίρνει στὰ σοβαρὰ τὶς ἀξίες του
στὴν ἰδιωτική του ζωή. Ἡ ἀπουσία κοινωνικῆς δεσμευτικότητας στὶς πλεῖστες
περιπτώσεις ἐπιφέρει μιὰ χαλάρωση τῆς προθυμίας γιὰ αὐστηρὴ ἐφαρμογὴ τῆς
δεσμευτικότητας στὴν ἰδιωτικὴ σφαίρα. Ὥστε
οἱ ἀξίες ἁπλῶς καταναλώνονται, μὲ τὴν ἔννοια ὅτι δὲν καθοδηγοῦν ὁπωσδήποτε τὴ
συμπεριφορὰ τοῦ ἀτόμου σὲ κάθε περίπτωση• μπορεῖ κάποιος νὰ ὁμολογεῖ πίστη στὴ
μαγεία ἤ στὰ πνεύματα, χωρὶς νὰ εἶναι ὑποχρεωμένος νὰ ζήσει διαφορετικὰ ἀπὸ ὅ,τι
ζοῦν ὅσοι ἐνστερνίζονται ἄλλες πίστεις καὶ ἀξίες. Ἐπὶ πλέον, ἐξ αἰτίας τῆς
προϊούσας κατάτμησης τῆς κοινωνίας σὲ ἄτομα, ἐκλείπει ἡ σύνδεση τῶν ἰδεῶν καὶ τῶν
ἀξιῶν μὲ μεγάλους συλλογικοὺς φορεῖς, οἱ ὁποῖοι θὰ ἐμφανίζονταν ὡς ἐκπρόσωποι
καὶ ἐκτελεστές τους καὶ θὰ ἐξαρτοῦσαν ὁλοκληρωτικὰ ἀπ’ αὐτὲς τὴν ταυτότητα καὶ
τὴ δραστηριότητά τους. Τὰ μαζικὰ ὑποκείμενα,
τά ὁποῖα προγενέστερα συνιστοῦσαν τέτοιους φορεῖς (π.χ., ἡ ἀστικὴ τάξη ἤ τὸ
προλεταριᾶτο), διαλύθηκαν στὸ μεταξὺ καὶ στὴ θέση τους προβάλλουν τώρα
μικρότερες ὁμάδες ἤ ἄτομα, πού λανσάρουν συνεχῶς καινούργια προϊόντα στὴν ἀγορὰ
τῶν ἰδεῶν καὶ τῶν ἀξιῶν.
Ὅταν στὴν κοινωνία ἐπικρατεῖ ὁ πλουραλισμὸς
τῶν ἀξιῶν, τὸ κράτος ἀναγκαστικὰ συμπεριφέρεται μὲ ἀξιολογικὴ οὐδετερότητα. Ἀκριβέστερα:
τὸ κράτος πρέπει νὰ θεωρήσει τὸν πλουραλισμὸ τῶν ἀξιῶν ὡς ἀξία καὶ νὰ τὸν ὑπερασπίσει·
ἀντίστοιχα πρέπει νὰ ὑπερασπίσει τὰ ἀνθρώπινα δικαιώματα καὶ παρόμοιες ἀξιολογικὲς
ἀντιλήψεις. Ὅμως οἱ ἀξιολογικὲς ἀντιλήψεις ἐν γένει λειτουργοῦν ἐδῶ ὡς τυπικὸ
πλαίσιο, τὸ ὁποῖο ὡς περιεχόμενο του ἔχει ὅ,τι προκύπτει ἑκάστοτε ἀπὸ τὴν ἀπόφαση
τοῦ ἀτόμου — μὲ ἀλλά λόγια: τὸ μοναδικὸ περιεχόμενο τῶν ἀξιῶν πού θέτει ὑπὸ τὴν
προστασία του τὸ κράτος τῆς μαζικῆς δημοκρατίας εἶναι ὅτι ὁ προσδιορισμὸς τοῦ
περιεχομένου τῶν ἀξιῶν ὀφείλει νὰ ἐπαφίεται στὴν κρίση τοῦ ἀτόμου ἐντὸς τῶν ὁρίων
τῆς ὑφιστάμενης νομιμότητας. Τὸ κράτος τῆς μαζικῆς δημοκρατίας δὲν μπορεῖ ἑπομένως
νὰ νομιμοποιήσει τὶς συγκεκριμένες ἀποφάσεις του ἀπὸ τὴν ἄποψη τοῦ περιεχομένου
τους, δηλαδὴ ἐπικαλούμενο ἄμεσα ὁρισμένες ἀξίες. Μιὰ τέτοια ἐπίκληση ἐμφανίζεται
βέβαια συχνὰ μέσα στὸν πολιτικὸ καὶ ἰδεολογικὸ ἀγώνα τῶν ἀνταγωνιστικῶν ἐλίτ, ὅμως
δὲν νομιμοποιεῖ αὐτὴ τὶς ἀποφάσεις τῆς ἐλὶτ ἐκείνης, ἡ ὁποία κατέχει τὴν
κυβερνητικὴ ἐξουσία, παρὰ τὶς νομιμοποιεῖ ἡ τήρηση μίας ἐκ τῶν προτέρων
καθορισμένης τυπικῆς διαδικασίας. Ἡ
νομιμοποίηση μέσῳ διαδικασίας ἀποτελεῖ τὴ μόνη πρακτικὰ ἐφαρμόσιμη λύση τοῦ
προβλήματος τῆς νομιμοποίησης μέσα σὲ μιὰ κοινωνία, ἡ ὁποία ὁμολογεῖ πίστη στὸν
πλουραλισμὸ τῶν ἀξιῶν καὶ ἑπομένως δὲν ἐπιτρέπει τὸν καθορισμὸ τοῦ περιεχομένου
τῶν ἀξιῶν ἀπὸ μέρους τοῦ κράτους. Τὸ
πρόβλημα τῆς ἀλήθειας δὲν τίθεται πιὰ ἀπὸ τὴν ἄποψη τοῦ περιεχομένου, καὶ
μάλιστα δὲν τίθεται καθόλου, ἡ ἀλήθεια γίνεται ὅλο καὶ περισσότερο σύμβαση καὶ ὁρίζεται
ὡς προϊὸν μίας συναίνεσης, σκοπὸς τῆς ὁποίας εἶναι νὰ ρυθμίσει εἰρηνικὰ τὴν
κοινωνικὴ συμβίωση. Στὴν ὑπεράσπιση τῆς τυπικῆς νομιμότητας ὑποχρεώθηκε νὰ
περιορισθεῖ καὶ τὸ ἀπολυταρχικὸ κράτος κατὰ τὴν προσπάθειά του νὰ τερματίσει τοὺς
θρησκευτικοὺς πολέμους. 'Ἀλλὰ ἐκτός τοῦ ὅτι στὴν περίπτωση αὐτὴν ἡ διαδικασία
προσδιορισμοῦ τῆς νομιμότητας ἦταν πολὺ διαφορετική, ἡ πρόταξη τοῦ τύπου ἀπέναντι
στὸ περιεχόμενο εἶχε ὡς σκοπό της νὰ περιστείλει τὶς ἐπιβλαβεῖς συνέπειες τοῦ
πλουραλισμοῦ, ἐνῷ σήμερα ἡ ἴδια πρόταξη θέλει νὰ διασφαλίσει καὶ μάλιστα νὰ
προαγάγει τὸν πλουραλισμὸ — ἕναν πλουραλισμό, ἄλλωστε, πού ἐκτείνεται σ' ὁλόκληρο
τὸ φάσμα τῶν ἰδεῶν καὶ δὲν ἀφορᾶ μόνο τὴ θρησκευτικὴ ἐλευθερία.
Ἐπικριτὲς τῆς μαζικῆς δημοκρατίας, οἱ
ὁποῖοι ἔχουν κατὰ νοῦ ἀστικὰ ἤ καὶ προαστικὰ πρότυπα καὶ μέτρα, συχνὰ ἰσχυρίζονται
ὅτι ὁ πλουραλισμὸς τῶν ἀξιῶν ἤ ἡ ἔλλειψη σαφοῦς ἰδεολογικοῦ - ἠθικοῦ
προσανατολισμοῦ θὰ ἐπιφέρει μακροπρόθεσμα τὴν κατάρρευση τῆς μαζικῆς
δημοκρατίας, ἐπειδὴ τάχα κατακερματίζει τὴν κοινωνικὴ δραστηριότητα καὶ γεννᾶ
διαρκῶς νέες συγκρούσεις. Στὸν ἰσχυρισμὸ αὐτόν μπορεῖ ν' ἀντιπαρατηρηθεῖ ὅτι ἡ μαζικὴ
δημοκρατία μπορεῖ βέβαια νὰ διαλυθεῖ γιὰ ἄλλους λόγους, ὅμως δὲν θὰ καταστραφεῖ
ἀναγκαστικὰ ἐξ αἰτίας τοῦ πλουραλισμοῦ τῶν ἀξιῶν. Γιατί τοῦτος ἐδῶ δὲν εἶναι ἀλλότριο
καὶ ἁπλῶς παρακωλυτικὸ παραπροϊὸν τῆς λειτουργίας της, τὸ ὁποῖο ὁπωσδήποτε θὰ
στραφεῖ ἐναντίον τῶν ἴδιων του τῶν γενετικῶν ὅρων γιὰ νὰ τοὺς ὑπονομεύσει, παρὰ
ἀποτελεῖ ἀναγκαῖο συνοδευτικὸ φαινόμενο καὶ μάλιστα βασικὴ ἰδεατὴ προϋπόθεση τῆς
λειτουργίας αὐτῆς. Τὸ γεγονός, ὅτι ἡ μαζικὴ δημοκρατία ἐπιτρέπει ἤ καὶ
χαιρετίζει μιὰ ποικιλία ἀξιῶν, θεωρήσεων καὶ κινήτρων στὸ ἐπίπεδο τῶν ἀτόμων, δὲν
σημαίνει eo ipso ὅτι κινεῖται ταυτόχρονα πρὸς διαφορετικὲς
κατευθύνσεις κι ὅτι θὰ διασπασθεῖ μέσα στὴν κίνηση της αὐτήν. Ἀντίθετα: ἡ ὕπαρξη
τῆς ποικιλίας καὶ τῆς ἐλευθερίας τῶν ἐπιλογῶν στὸ ἐπίπεδο τῶν ἀτόμων ὀφείλεται
στὸ ὅτι ἡ μαζικὴ δημοκρατία λειτουργεῖ κατὰ τρόπο πού ἐπιτρέπει κάτι τέτοιο.
Μολονότι ἡ ποικιλία κι ἡ ἐλευθερία κάποτε τραβοῦν μακριὰ καὶ προκαλοῦν βραχυκυκλώματα,
ὡστόσο ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρὰ στάθηκε ὅλο καὶ περισσότερο δυνατὸ νὰ ἐνοφθαλμισθοῦν
μέσα στὴν καθημερινότητά τῆς μαζικοδημοκρατικῆς ζωῆς ἀντιλήψεις καὶ συμπεριφορὲς
πού prima vista στρέφονται ἐναντίον της· ἡ δυνατότητα αὐτὴ
θὰ ὑφίσταται βέβαια μονάχα γιὰ ὅσο διάστημα θὰ κρατιοῦνται ἀνέπαφα τὰ οἰκονομικὰ
καὶ κοινωνικὰ θεμέλια τῆς μαζικῆς δημοκρατίας. Ἐπίσης δὲν εἶναι καθόλου σίγουρο
ὅτι τὴν κοινωνικὴ δραστηριότητα τῶν ἀνθρώπων θὰ τὴν παραλύσει ἕνα αἴσθημα κενοῦ
καὶ ἀπουσίας νοήματος, τὸ ὁποῖο ὅπως λέγεται, ἐξαπλώνεται ἐξ αἰτίας τοῦ πλουραλισμοῦ
τῶν ἀξιῶν. Ἡ ἔλλειψη μεταφυσικὰ θεμελιωμένου νοήματος μπορεῖ βέβαια νὰ προκαλέσει
δυσφορία — ἰδιαίτερα σὲ διανοουμένους πού θέλουν νὰ αὐτὸ παρουσιάζονται ὡς
νοηματοδότες—, ὅμως δὲν ὑπάρχουν σοβαρὲς ἐνδείξεις ὅτι αὐτή ἡ δυσφορία ἔχει ἀγκαλιάσει
κι ἐπηρεάσει πρακτικὰ πλατειὲς μάζες ἤ ὅτι εἶναι πιὸ ἀφόρητη ἀπὸ τὴ δυσφορία
πού οἱ ἄνθρωποι ἄλλων κοινωνιῶν καὶ πολιτισμῶν ἀπέδωσαν σὲ ἄλλες αἰτίες ἤ ἔνιωσαν μέσα σὲ ἄλλες συνθῆκες. Ἀπεναντίας, ἡ ἔλλειψη
μεταφυσικοῦ νοήματος μπορεῖ νὰ ἀπελευθερώσει ἤ νὰ ἐνισχύσει δυνάμεις εὐνοϊκὲς
γιὰ τὴ λειτουργία τῆς μαζικῆς δημοκρατίας, ὅπως λ.χ. οἱ ἡδονιστικὲς στάσεις καί
ἡ ἐναλλαξιμότητα τῶν προσώπων καὶ τῶν ρόλων· ἄλλωστε ἀκριβῶς ἡ πίστη στὸ ἑδραῖο
νόημα νομιμοποιοῦσε προγενέστερα, στὴν ἑκάστοτε σκόπιμη ἐξειδίκευση καὶ ἑρμηνεία
της, ἑδραῖες ἱεραρχικὲς σχέσεις. Τέλος, ἡ ἔλλειψη αὐτὴ μπορεῖ νὰ ἀντισταθμισθεῖ
μὲ προσπάθειες γιὰ καθαρὰ ἐγκόσμιες λύσεις προβλημάτων, προσπάθειες πού πολλοὶ ἄνθρωποι
τὶς ἀντιλαμβάνονται ὡς μεστὲς νοήματος καὶ ἀξίας.
Ἐν πάση περιπτώσει, ἡ ἔλλειψη
μεταφυσικοῦ νοήματος δὲν στάθηκε ἐμπόδιο σὲ ἐκδηλώσεις δακρύβρεκτου ἀνθρωπισμοῦ
μέσα στὴ μαζικὴ δημοκρατία. Ὁ πλουραλισμὸς τῶν ἀξιῶν συνιστᾶ μίαν ἰδιαίτερη
περίπτωση τῆς γενικῆς κατάστασης πραγμάτων, στὴν ὁποία πολλὰ ἐναλλάξιμα καὶ
συνεπῶς κατ' ἀρχὴν ἰσότιμα στοιχεῖα συνυπάρχουν καὶ μποροῦν νὰ συνδυασθοῦν
μεταξύ τους μὲ διαφορετικοὺς τρόπους. Πράγματι, ἡ νοοτροπία καὶ ὁ τρόπος ζωῆς
στὴ μαζικὴ δημοκρατία ἐμφανίζουν τὰ ἴδια βασικὰ δομικὰ γνωρίσματα πού
χαρακτηρίζουν καὶ τὸ ἀναλυτικὸ - συνδυαστικὸ σχῆμα σκέψης. Ἡ ἑνότητα τῆς ἐπίπεδης ἐπιφάνειας, πάνω στὴν ὁποία βρίσκονται τὰ στοιχεῖα
τοῦτα, προκύπτει ἀπὸ τὸν παραμερισμὸ τῶν ἀστικῶν ὁρίων καὶ διαχωρισμῶν ἀνάμεσα
σὲ δημόσιο καὶ ἰδιωτικό, ἠθικὸ καὶ ἀνήθικο, εὐπρεπὲς καὶ ἀπρεπές, ἀπαγορευμένο
καὶ ἐπιτρεπόμενο, Λόγο καὶ ψυχόρμητα, ἄνθρωπο καὶ ζῶο, ἀρσενικὸ καὶ θηλυκό,
τέχνη καὶ καθημερινότητα, ἱερὸ καὶ θύραθεν, αἰώνιο καὶ ἔγχρονο. Ἡ ρευστοποίηση,
διάλυση ἤ κατάτμηση τῶν ἄλλοτε ἑδραίων καὶ αὐτοτελῶν, ἂν καὶ στὸ πλαίσιο τῆς ἀστικῆς
σύνθεσης ὀργανικὰ συνδεόμενων μεγεθῶν γέννησε ἄπειρες δυνατότητες συνδυασμῶν,
καὶ ἡ ἀξιοποίηση τους ἔγινε ὁ αὐτονόητος τρόπος σκέψης καὶ ζωῆς στὴ μαζικὴ
δημοκρατία. Τώρα τὰ πάντα μποροῦν καὶ ἐπιτρέπεται νὰ συνδυασθοῦν μὲ τὰ πάντα,
στὴ μόδα, στὴν παιδεία, στὴν πνευματικὴ παραγωγὴ ἤ στὰ ὅρια τῆς προσωπικῆς ζωῆς.
Ἡ προέλευση καὶ τὸ παρελθὸν τῶν στοιχείων πού πρόκειται νὰ συνδυασθοῦν
παρουσιάζονται ἀδιάφορα, ἐνδιαφέρει μονάχα ἡ μορφή, μὲ τὴν ὁποία ἀναδύονται
μέσα στὸν ὁρίζοντα τοῦ παρόντος, καὶ ἡ ἐντύπωση, τὴν ὁποία προκαλοῦν μέσα στὸν ὑπὸ
συγκρότηση συνδυασμό. Δεδομένης τῆς
δυνατότητας συνδυασμοῦ τῶν πάντων μὲ τὰ πάντα ξεθωριάζουν οἱ χαρακτηριστικοὶ
ποιοτικοὶ προσδιορισμοί, πού σὲ πρώτη γραμμὴ εἶναι γενετικῆς ὑφῆς. Ἡ γένεση
μὲ τὴν αὐστηρὰ ἱστορικὴ ἔννοια μετρᾶ ἐξ ἴσου λίγο ὅσο καὶ ἡ οἰκογενειακὴ
προέλευση τῶν ἀτόμων, ὅταν διανέμονται οἱ διαθέσιμοι ρόλοι μὲ βάση τὴν ἀρχὴ τῆς
ἀπόδοσης. Ὁ χρόνος ἐξοβελίζεται ἔτσι κατὰ μέγιστο μέρος, καὶ καθοριστικὴ εἶναι ἡ
χωρικὴ παράσταση τῆς ἐπίπεδης ἐπιφάνειας, πάνω στὴν ὁποία λαμβάνουν χώρα οἱ συνδυασμοί.
Ἡ ἀποκοπή τῆς μαζικοδημοκρατικῆς νοοτροπίας ἀπὸ τὴ διάσταση τοῦ χρόνου κι ἀπὸ τὴν
ἱστορία δὲν ἀντικατοπτρίζει λοιπὸν ἁπλῶς τὴ βαθειὰ τομή, ἡ ὁποία χωρίζει τὴ
μαζικὴ δημοκρατία ὡς ἱστορικὸ novum ἀπὸ τὴν
προγενέστερη ἱστορία. Προέκυψε ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν τρόπο λειτουργίας τῆς μαζικῆς
δημοκρατίας, ὅπως ἤδη ἐξηγήσαμε περιγράφοντας τὰ δομικά της γνωρίσματα.
Παρακάτω (βλ. IV, 6) θὰ δοῦμε πώς ἡ ἴδια αὐτὴ κατάσταση πραγμάτων ἐκφράσθηκε στὴν
ἐπικράτηση στρουκτουραλιστικῶν καὶ λειτουργιστικῶν ἀντιλήψεων μέσα στὸν χῶρο τῆς
ἐπιστήμης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου