Ο ΔΟΥΚΑΣ ΧΟΥΑΝ ΚΑΙ Ο ΑΜΑΞΟΠΟΙΟΣ
Ὁ Δούκας Χουάν ἀπὸ τὸ Κί, ὁ πρῶτος στὴ δυναστεία του, καθόταν κάτω ἀπὸ τὸν θόλο του καὶ διάβαζε τὴν φιλοσοφία του.
Καὶ ὁ Πιέν, ὁ ἁμαξοποιός, ἦταν ἔξω στὴν αὐλή, φτιάχνοντας μία ρόδα.
Ὁ Πιὲν ἀκούμπησε στὴν ἄκρη τὸ σφυρὶ καὶ τὸ καλέμι του,
ἀνέβηκε τὰ σκαλοπάτια καὶ εἶπε στὸ Δούκα Χουάν: Μπορῶ νὰ σὲ ρωτήσω, Κύριε, τί εἶναι αὐτὸ πού διαβάζεις;
Ἀπάντησε ὁ Δούκας: Οἱ εἰδικοί, οἱ αὐθεντίες.
Ρώτησε ὁ Πιέν: Ζωντανοὶ ἢ νεκροί;
Ἀπάντησε ὁ Δούκας: Νεκροὶ ἐδῶ καὶ πολὺ καιρό.
Τότε, εἶπε ὁ ἁμαξοποιός, διαβάζεις μόνο τὴ βρωμιὰ πού ἄφησαν πίσω.
Ἀπάντησε ὁ Δούκας: Τί ξέρεις ἐσὺ γι’ αὐτό; Ἐσὺ εἶσαι μόνο ἕνας ἁμαξοποιός.
Καλύτερα νὰ μοῦ δώσεις μία καλὴ ἐξήγηση, ἀλλιῶς θὰ πρέπει νὰ πεθάνεις.
Εἶπε ὁ Ἁμαξοποιός: Ἔλα νὰ δοῦμε τὸ θέμα ἀπὸ τὴ δική μου ἄποψη. Ὅταν φτιάχνω ρόδες, ἂν εἶμαι χαλαρὸς αὐτὲς διαλύονται καὶ ἂν εἶμαι πολὺ σκληρός, δὲν ταιριάζουν. Ἀλλὰ ἂν δὲν εἶμαι οὔτε πολὺ χαλαρὸς οὔτε πολὺ βίαιος, βγαίνουν σωστὰ ὅπως τὶς θέλω. Δὲν μπορεῖς νὰ τὸ ἐκφράσεις μὲ λόγια. Πρέπει ἁπλῶς νὰ ξέρεις πῶς εἶναι. Δὲν μπορῶ νὰ πῶ οὔτε στὸ γιό μου πῶς γίνεται, καὶ ὁ γιός μου δὲν μπορεῖ νὰ τὸ μάθει ἀπὸ μένα. Ἔτσι εἶμαι ἐδῶ, ἐβδομηντάρισα καὶ ἀκόμα φτιάχνω ρόδες!
Οἱ ἄνθρωποι τοῦ παρελθόντος πῆραν μαζί τους στὸν τάφο ὅλα αὐτὰ πού ἤξεραν πραγματικά. Κι’ ἔτσι, Κύριε, ὅτι διαβάζεις ἐκεῖ εἶναι μόνο ἡ βρωμιὰ πού ἄφησαν πίσω τους.
ΤΣΟΥΑΝΓΚ ΤΣΟΥ