Κυριακή 28 Ιουλίου 2024

Νεράϊδες τοῦ γλυκοῦ νεροῦ

Οἱ Ναϊάδες ἦταν οἱ νύμφες ποταμῶν, χειμάρρων, λιμνῶν, ἐλῶν, πηγῶν καί πηγαδιῶν. Ἦταν θεές δευτερευούσης σημασίας πού παρακολουθοῦσαν τίς συνελεύσεις τῶν θεῶν τοῦ Ὀλύμπου.
Οἱ Ναϊάδες ταξινομοῦνταν ἀνά τομέα:
(1) Αἱ Πηγαῖαι ἦσαν οἱ νύμφες τῶν πηγῶν
(2) Αἱ Κρηναῖαι ἦσαν οἱ Ναϊάδες τῶν κρηνῶν.
(3) Οι Ποταμίδες προήδρευαν στούς ποταμούς καί στά ρέματα
(4) Οἱ Λιμνάδες καί οἱ Λιμνάτιδες κατοικοῦσαν στίς λίμνες
(5) Οἱ Ἡλιονόμοι ἦταν νύμφες ἐλῶν καί ὑγροτόπων
Οἱ Ναϊάδες, μέ τήν σύμπραξη τῆς θεᾶς Ἀρτέμιδος, ἦταν παιδαγωγοί τῶν νέων καί προστάτες τῶν κοριτσιῶν, ἐπιβλέποντας τήν ἀσφαλή ἀνατροφή καί τήν μετάβασή τους ἀπό παιδιά σέ ἐνήλικες. Ὁ Ἀπόλλων καί οἱ Ποτάμιοι Θεοί ἦταν οἱ ἀμησθί φύλακες τῶν ἀγοριῶν.
Πολλές Ναϊάδες στήν μυθολογία ἦταν σύζυγοι βασιλιάδων καί κατεῖχαν ἐξέχουσα θέση στίς βασιλικές γενεαλογίες. Ἄλλες, ὅπως οἱ ὄμορφες κόρες τοῦ ποταμοῦ Ἀσωποῦ, ἀγαπήθηκαν ἀπό τούς θεούς. Συχνά ἔδιναν τά ὀνόματά τους σέ κωμοπόλεις, πόλεις, καί νησιά, καί ὡς ἐκ τούτου θεωροῦνταν οἱ θεές-προστάτιδες παροχῆς νεροῦ σέ ἕναν οἰκισμό, ὅπως μιά πηγή, μιά βρύση ἤ ἕνα πηγάδι.
Ἀπό τούς διάφορους τύπους Ναϊάδων, αἱ Πηγαῖαι καί αἱ Κρηναῖαι ἦσαν αὐτές πού ἐξατομικεύονταν καί λατρεύονταν συχνότερα. Ἐκεῖναι τῶν ὁποίων τά νερά πιστευόταν ὅτι κατεῖχαν κάποια εἰδική ἰδιότητα μπορεῖ νά ἔχουν ἀκόμη ἱερά καί λατρεῖες. Παράδειγμα αὐτῶν οἱ Νύμφες τοῦ ὄρους Ἐλικῶν καί τῶν Δελφῶν, τῶν ὁποίων τά ὕδατα θεωροῦνταν πηγές ποιητικῆς καί προφητικῆς ἐμπνεύσεως.

Ἡ κατατονία εἶναι μιά κατάσταση πού χαρακτηρίζει ἕνα ἄτομο πού φαίνεται νά εἶναι ξύπνιο ἀλλά δέν ἀνταποκρίνεται σέ ἐξωτερικά ἐρεθίσματα. Στόν σύγχρονο κόσμο ἡ κατατονία ἔχει προσλάβει διαφορετικές διαστάσεις. Τό κατατονικό ἄτομο εἶναι τό προϊόν τῆς δημιουργίας κάποιου τέκτονος, στό ὁποῖο ἔχουν προσδοθεῖ πολλά μόνιμα χαρακτηριστικά πού βασίζονται στόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο γίνεται ἀντιληπτή ἡ τρέχουσα πραγματικότητα. Ὑπάρχει ἐπίσης ἡ δυνατότητα προσθαφαίρεσης άναρίθμητων τροποποιήσεων πού ἐπιτρέπουν συνεχεῖς μικροαλλαγές τῆς ἀρχικῆς εἰκόνας ὧστε ὁ κατατονικός μέσω μικροσκοπικῶν τροποποιήσεων στήν νεύρωση τῶν ἰστῶν του, νά δύναται νά μεταβάλλει ἐπιλεκτικά τή σφαῖρα τῶν ἰδεῶν πού σχετίζονται μέ τήν κατατονική του κατάσταση. Μπορεῖ γιά παράδειγμα νά ἐνεργοποιήσει ἕνα ἄψυχο χαμόγελο, ἕνα χλιαρό χειροκρότημα, ἤ ἕνα εἰκονικό δάκρυ. Ἡ ἐξαιρετική οἰκονομία αὐτῆς τῆς διαδικασίας δημιουργεῖ εὐχαρίστηση καί αὐτό εἶναι πού ἔχει σημασία γιά ἕνα ἄτομο σέ κατατονική κατάσταση.

Μιά καθιερωμένη κοινωνία ἐπιβάλλει σέ ὅλα τά μέλη της τό ἴδιο μέσο ἀντίληψης. Ἡ διαδικασία περιλαμβάνει μιά τεχνητή και βραχύβια διάλυση τοῦ ἐγώ ἐπιτυγχάνοντας τήν σταδιακή ἀποξένωση τοῦ ἀτόμου ἀπό τόν ἴδιο του τόν ἐαυτό καί ὑποδαυλίζει τήν κατατονία σάν φυσιολογικό τρόπο συμπεριφορᾶς. Ὁ κατατονικός, δένοντας τά χέρια του πίσω ἀπό τό κατάρτι ὅπως ὁ Ὀδυσσέας, δεσμεύει τή φύση του ὧστε νά μήν ὑποκύψει στό τραγούδι τῶν σειρήνων ἐλέγχοντας τίς ἀνάγκες του. Ἔτσι οἱ σύγχρονοι κατατονικοί -ὑποτιθέμενοι αὐτόνομοι κάτοχοι τοῦ ἐαυτοῦ τους- καθίστανται μαριονέτες ἑνός συστήματος πού ἀντικαθιστᾶ τίς οὐσιαστικές ἀνθρώπινες σχέσεις μέ φετίχ ἐπιτυχίας. Συναισθηματικές διαθέσεις ὅπως ἡ δυσαρέσκεια, ἡ μελαγχολία, ἡ ἀποστασιοποίηση, ἡ κατάθλιψη γίνονται ἀντικείμενο ἐκμετάλευσης ἀπό πολιτικούς δημαγωγούς, διαφημιστές, καί τήν βιομηχανία ψυχαγωγίας, γιά νά προάγουν συγκεκριμένες πολιτικές ἤ ἀχαλίνωτο καταναλωτισμό. Ὁ τελικός σκοπός τῆς προβολῆς τῆς κατατονίας ὥς φυσιολογικῆς συμεριφορᾶς δέν εἶναι ἡ καταπίεση καί ὁ ἀποκλεισμός τῆς ἀλήθειας, ἀλλά μᾶλλον ἡ συγκρότηση τοῦ ἀτόμου ὥς παθολογικοῦ ὑποκειμένου, στό ὁποῖο στήν καλύτερη περίπτωση μποροῦν νά παρασχεθοῦν μεμονωμένες και προσωρινές “θεραπεῖες” ὅπως διακοσμητικά συμπεριφορᾶς, ἤ νά ἀποτελέσουν ἀντικείμενο φαντασμαγορικῶν δημοσιογραφικῶν ἀναλύσεων κλπ.

Ὁ αὐθορμητισμός λέγουν πολλοί ἀφελεῖς εἶναι ἡ οὐσία τῆς ψυχῆς. Ἡ ψυχή, ὑποστηρίζουν, ἀσχολούμενη κυρίως μέ τά δεινά τῆς ὕπαρξης, ἐκφράζει καινοτομία. Δέν εἶναι μιά διαρκής ὀντότητα πού κατοικεῖ στό ἀνθρώπινο μυαλό ἤ τό σῶμα. Εἶναι μιά πτυχή τῆς ὕπαρξής μας πού μᾶς δίνει τή δυνατότητα νά προχωρήσουμε πέρα ἀπό τήν ἁπλή ἐνατένιση τῶν γεγονότων, ἤ τίς κρίσεις περί ἀληθείας καί ψεύδους. Ἡ ἀντίληψη τῆς πραγματικότητας δέν μπορεῖ νά εἶναι ποτέ ἡ ἴδια γιά ὅλους καθώς εἶναι προϊόν νέων ἐμπειριῶν, γνώσεων, καί σκέψεων καί καθίσταται δυνατή μέσω τῶν λειτουργιῶν μιᾶς περιστασιακῆς ψυχῆς πού ἐπιτρέπει τόν αὐθορμητισμό.

Κατά συνέπεια ἡ συνειδητοποίηση τῆς ἀνάγκης ὕπαρξης αἰσθητηρίων πού ἐπιτρέπουν τήν ἀκριβή ἀντίληψη τῆς πραγματικότητας εἶναι ἴσως ὁ πυρήνας στόν ὁποῖο θά πρέπει νά ἐστιάσει τήν προσοχή της ἡ ἀντίσταση στήν πολιτική κρεατομηχανή.

Κυριακή 14 Ιουλίου 2024

Ἀνύψωσις

Ἕνα “Παγκόσμιο Τραπεζικό Κράτος” καθορίζει τό μέλλον καί ἐλέγχει αὐστηρά τόν παγκόσμιο ἀνθρώπινο πληθυσμό. Οἱ μέθοδοι διακυβέρνησης περιλαμβάνουν τήν εὐγονική, τόν κοινωνικό προγραμματισμό, καί τήν μαζική κατανάλωση – ἀγαθῶν, ὑπηρεσιῶν, καί γνώσεων οἱ ὁποῖες ἔχουν παραχθεῖ ἀπό προσεκτικά ἐλεγχόμενα ἰδρύματα μετατροπῆς τῆς ἱστορίας καί τῆς τρέχουσας πραγματικότητας. Ἡ ἀπαγόρευση ἀντιρρήσεων καί ἡ συναίνεση τῶν μέσων ἐνημέρωσης καί ἑνός μεγάλου μέρους τοῦ πληθυσμοῦ γιά τίς χρησιμοποιούμενες μεθόδους ὁδηγεῖ στήν ἀδυναμία νά μπορεῖ κανείς νά συλλάβει τίς ποιοτικές ἐμπειρίες πού εἶναι ἀπαραίτητες γιά τήν δημιουργία τοῦ ἐννοιολογικοῦ πλαισίου μέσω τοῦ ὁποίου μπορεῖ νά κανανοήσει τόν ἑαυτό του καί τόν κόσμο. 

Τό “Παγκόσμιο Τραπεζικό Κράτος” παρέχει τήν πλατφόρμα πάνω στήν ὁποία ὁ καθένας μας ὀργανώνει τούς φόβους καί τίς ἀνησυχίες τῆς σύγχρονης ζωῆς: τεχνολογική εξατομίκευση (αὐτό πού συνδέει τά πάντα μέ τά πάντα δέν εἶναι πλέον ἡ ψυχή ἀλλά ἕνα ψηφιακό δίκτυο), ἀκρίβεια (στό ραδιόφωνο λέγουν πώς ἀέρας, νερό, θέατρα, κινηματογράφοι, αἴθουσες συναυλιῶν, καταστήματα τροφίμων καί ἔνδυσης εἶναι ἀνοιχτά καί διαθέσιμα, ἀλλά ἡ πρόσβαση ἀδύνατη), ἀπώλεια συναισθηματικῆς σύνδεσης (τό ἄνοιγμα πονάει, τό κλείσιμο προστατεύει), παθολογική κόπωση (ὅλοι δυνητικά εἶναι ἄρρωστοι καί προσδιορίζουν τά ἴδια  συμπτώματα), ρομαντική ἀπελπισία (ποιά εἶναι τά νεκρά εἴδη; ἡ ποίηση, ἡ μουσική, ἡ ζωγραφική), καί ἐπίμονη φαντασιοπληξία (τό νά λέει κανείς ὡραῖα ψέματα στόν ἑαυτό του εἶναι ὁ μόνος τρόπος πού μπορεῖ νά χρησιμοποιήσει γιά νά σχεδιάσει μιά ἐλπίδα στό κεφάλι του). Ἡ μειοψηφία πού ποθεῖ νά ἔχει τήν ἐπιλογή νά σκέφτεται, νά συμπεριφέρεται καί ἀκόμη καί νά βιώνει συναισθήματα ὅπως προσωπικά ἐπιθυμεῖ εἶναι ἕνα πρόβλημα. Ἡ διαχείρηση αὐτῶν τῶν φαινομένων ἐφαρμόζεται μέ ἐπιδόματα ψυχεδελικῶν σκευασμάτων. Μισό γραμμάριο γιά μισές διακοπές, ἕνα γραμμάριο γιά ἕνα Σαββατοκύριακο, δύο γραμμάρια γιά ἕνα μακρυνό ταξίδι στήν πανέμορφη Δύση, τρία γραμμάρια γιά μιά σκοτεινή αἰωνιότητα στό φεγγάρι.

Μακάρι νά μπορέσουμε ὅλοι νά βροῦμε τόν Καροῦζο μας.

Ἡ ἔναστρη φωτεινότητα

Ὁ ἄνθρωπος ποὺ εἰσόρμησε πιὰ στὴν ἀπώτερη θλίψη
μὲ δίχως ἔστω ἕνα τριαντάφυλλο
μ᾿ ἐκεῖνα τ᾿ ἀκατέργαστα στὴν ὤχρα μεινεσμένα μάτια
στὸ μισοσκέπαστο ἐρημόκκλησο σέρνοντας
τή μεγάλη ἀνάπηρη σιωπὴ στὸ καροτσάκι τῆς ὁμιλίας
ἀνέκαθεν ἤξερε τὴν ἄσωστη κατάσταση-: πὼς εἴμαστε
καθημαγμένοι ἐρασιτέχνες τοῦ Πραγματικοῦ
μ᾿ ἕνα μυστήριο ποὺ βεβηλώνει τὴ διάνοια διχάζοντας
πρίν ἡ δορὰ τῆς θάλασσας σηκώσει τό ἀνάστημα τοῦ Ἅδη.

Πολύκρουνη ἡ θύελλα σπάζει τὰ ματογυάλια της κι ὁ μέγας
τρόμος ἀδράχνει τὰ μελλούμενα
σχηματίζοντας ἀποστήματα στὴ μνήμη.
Κατάχαμα τῆς ἀσίγαστης σιγῆς ἕνα κινούμενο
κειμήλιο-σκουλῆκι.

Ἡ ζωὴ ποὺ μικραίνει: ἡ μεγάλη ἀλήθεια.
Στὸν ὁποὺ πιάνει τὸ τσαπὶ γίνεται τσάπισμα
στὸν ὁποὺ πίνει τὸ νερὸ γίνεται πιόμα.
Ἔρχεται ἔαρ ἀειπάρθενο προφέροντας ἀρώματα
κρατεῖ μία κατάμαυρη λεπτότατη κλωστὴ
στὰ ὕπαιθρα τῆς νύχτας
τὸ σημεῖο τοῦ γκιώνη ποὺ εἶν᾿ ἄγνωστο πέρα...

Κυριακή 5 Μαΐου 2024

Στήν κοσμάρα μου


Μιά παρεούλα σύγχρονων πολιτικῶν, γόνων ἐπιφανῶν οἰκογενειῶν, ἐγκαθίσταται σέ ἕνα ἀστραφτερό παλάτι. Τό καθένα μέλος τῆς παρεούλας εἶναι τοποθετημένο στόν δικό του ξεχωριστό τελευταῖας τεχνολογίας κινητό θάλαμο ὀξυγόνου καί μετακινεῖται ἀπό δωμάτιο σέ δωμάτιο τοῦ παλατιοῦ γλιστρώντας πάνω στό ὑλικό πού παράγουν βλενοπαράγωγοι κατεργαραίοι πού προτιμοῦν τήν ἀναξιοπρεπή ζωή στό ἐσωτερικό τοῦ παλατιοῦ ἀπό τήν ἀξιοπρέπεια τοῦ νά ζοῦν στά σκαλοπάτια τῆς εἰσόδου του. Ὁ κάθε ἕνας κινητός θάλαμος εἶναι ἐφοδιασμένος μέ ἕνα ἀσύρματο βιντεοτηλέφωνο πού δίνει τή δυνατότητα σέ κάθε μέλος τῆς παρεούλας τῶν πολιτικῶν νά βρίσκεται σέ διαρκή ἐπαφή μέ τά ταριχευμένα πτώματα τῶν προγόνων του. Οἱ σχέσεις μεταξύ τῶν μελῶν τῆς παρεούλας βασίζεται στό ὑγιές σύστημα τοῦ ἀμοιβαίου ἐκβιασμοῦ, σύμφωνα μέ τό ὁποῖο ὁ κάθε συμμετέχων σέ αὐτή τήν πολιτική ὁμάδα γνωρίζει τό βρώμικο ἡρωϊκό παρελθόν τῶν ἄλλων καί ἐκεῖνοι γνωρίζουν τό δικό τους. Ἕνας ἔντιμος ἀσήμαντος πολιτικός εἶναι ἄχρηστος σέ αὐτά τά ὑγιῆ συστήματα. Ὅπου ὑπάρχει βρωμιά πολλά χέρια βυθίζονται μέσα της καί στήν περίπτωση πού κάτι πάει στραβά ὅλα διορθώνονται μέ μιά μεγαλόσχημη τηλεοπτική ἐμφάνιση καί τήν ἐκφορά ἑνός ἀποπληκτικοῦ μονολόγου κάποιου μέλους τῆς παρεούλας ὧστε τελικῶς ὅλοι ἥσυχα νά ἐπανέρχονται στά “καθήκοντά” τους.

Προκειμένου νά βρεθεῖ χῶρα γιά τήν ἐγκατάσταση τοῦ παλατιοῦ ἡ παρεούλα ἀναθέτει τήν ἐξεύρεση κατάλληλης περιοχῆς σέ κρατικούς ὑπαλλήλους διαφόρων χωρῶν, οἱ ὁποῖοι χρησιμοποιοῦν μή ἐπανδρωμένα ἀεροχήματα γιά νά ἀνιχνεύσουν ἐξαθλιωμένους τόπους στούς ὁποίους κατοικοῦν ἄνθρωποι μέ ὑποβαθμισμένη γλῶσσα, παρωχημένο θρήσκευμα, ξεχασμένο ἱστορικό παρελθόν, ἀλλά μέ παθητική διάθεση εὔκαμπτου συμβιβασμοῦ στίς σύγχρονες τάσεις στήν τεχνολογία, στίς ἀναπροσαρμοσμένες γνώσεις, στήν ἔνδυση, κλπ. Εἶναι σαφές πώς ἡ χρήσις διαφόρων τύπων κρεατομηχανῆς ἔχει προσφάτως κάνει θαύματα ὅσον ἀφορᾶ τήν ὁμογενοποίηση τῶν ἐγκεφάλων τῆς πλειονότητος τοῦ πληθυσμοῦ τοῦ πλανήτη ἀπαλλάσοντάς τον ἀπό τά ἐνοχλητικά ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά τῆς γλώσσης, τοῦ θρησκεύματος, τοῦ διαιτολογίου, τῶν καθημερινῶν συνηθειῶν, τῆς ἀλληλεπιδράσεως μεταξύ τῶν κατοίκων τῆς ἴδιας γειτονιᾶς.

Τό δεύτερο στάδιο τῆς ἐγκατάστασης περιλαμβάνει τήν ἀνάθεση σημαντικῶν καθηκόντων στόν κρατικό μηχανισμό τῆς χῶρας “στόχου”, σέ ὑποδεκανεῖς, τῶν ὁποίων ὁ ρόλος ἀναβαθμίζεται λόγω τῆς σημαντικῆς προσφορᾶς τους σέ ἀλλεπάλληλες θηριωδίες ἐναντίον ἀσήμαντων πτωχῶν ὑπηκόων. Ὁ ρόλος τῶν ὑποδεκανέων στίς ἀλλεπάλληλες θηριωδίες δέν εἶχεν ὥς ἀποτέλεσμα τόν ἐξευτελισμό καί τήν ντροπή, πού ἀποτελοῦν μειονέκτημα γιά τήν κατάληψη σημαντικῆς κρατικῆς θέσεως ὅπως ἐπιμένουν οἱ ἀμετανόητοι, ἀσήμαντοι, πτωχοί ὑπήκοοι, ἀλλά λόγω ἀκριβῶς αὐτῶν τῶν χαρακτηριστικῶν τοῦ ἐνδόξου παρελθόντος των οἱ ὑποδεκανεῖς ἐπιβραβεύονται ἀναβαθμιζόμενοι. Σαφῶς αὐτές οἱ ἀποφάσεις ἔχουν πολλαπλά ὀφέλη. Ἀφενός ὁ ἐκφοβισμός πού προκαλοῦν οἱ θηριωδίες συμβάλλει τά μέγιστα στήν ἀποδοχή τῶν νέων δεδομένων ἀπό τούς ὑπηκόους καί ἀφετέρου στίς ἀντιρρήσεις μπορεῖ νά δώσει κανείς ὀνόματα (ἰδιορρυθμία, γραφικότης, φαντασιώσεις, ψέματα, συνωμοσίες, λαϊκισμός κλπ.) ὑπογραμμίζοντας ἔτσι τήν παντοδυναμία τῆς ἡγετικῆς παρεούλας.

Καλλιτεχνικά ὅμως αὐτή ἡ θεατρική παράσταση ἐμφανίζει ρωγμές. Ἔρχεται ἄς ποῦμε ἡ Ἀνάσταση καί ἀκολουθεῖ ἡ ὀρθόδοξη Λαμπρή. Τό πρόβλημα μέ τήν ὀρθοδοξία εἶναι πώς δέν ἐπιδιώκει τήν ἐπιβολή ἐξωτερικῶν χαρισμάτων, οὔτε τήν ὑποβολή ὁποιασδήποτε ἐξωτερικῆς αἰσθηματικότητος. Ὁ ὀρθόδοξος εἶναι πιστός ἐνώπιον τοῦ ἐαυτοῦ του καί αὐτή ἡ διαστροφή δημιουργεῖ μεγάλες δυσκολίες. Οἱ θρησκεῖες ἐξαρτοῦν τήν ἐπιβολή τους ἀπό τήν ἔνταση ἐξωτερικῶν συγκινήσεων. Ἡ ὀρθοδοξία ἐν ἀντιθέσει προϋποθέτει διέγερση συγκινήσεων μόνον ἐκ τῶν ἔσω. Ἡ διαδικασία αὐτῆς τῆς ἐσωτερικῆς διέγερσης συγκινήσεων ἀπαιτεῖ χαρακτῆρα καί προσωπικότητα καί δίνει ἔναυσμα στίς περιπέτειες τῆς ἐλεύθερης σκέψης καί αἴσθησης. Αύτή ἡ ἐλευθερία συμπλέει μόνον μέ ὅ,τι εἶναι οὐσιαστικό καί ἀληθές. Ἡ ἐξαπάτηση ὑπό αὐτές τίς συνθῆκες καθίσταται δύσκολη καθώς οἱ γελοιότητες, οἱ ἀνατροπές καί οἱ παλινωδίες δέν μποροῦν νά ἀντικασταθοῦν μέ ἐκφοβισμούς, ἤ μέ τελετουργίες καί θεάματα. Εἶναι λοιπόν σαφής ἡ ἀναγκαιότης τῆς ἀπο-ὀρθοδοξοποιήσεως τῆς περιοχῆς στήν ὁποῖα σχεδιάζεται ἡ ἐγκατάστασις τοῦ παλατιοῦ τῆς παρεούλας καί πρός τήν κατεύθυνση αὐτή καταβάλλονται ἀδιάκοπες προσπάθειες.

Πέμπτη 2 Μαΐου 2024

Τήν Ἑλληνικήν εὐγενῆ καί ἐλευθέραν ψυχήν καλλωπίζοντες, διατηρεῖτε...


Ἡ Μάνα τοῦ Χριστοῦ


Πώς οἱ δρόμοι ἐβωδᾶνε μέ βάγια στρωμένοι,
ἡλιοπάτητοι δρόμοι καί γῦρο μπαξέδες!
Ἡ χαρά τῆς γιορτῆς ὅλο πιότερο ἀξαίνει
καί μακριάθε βογγάει καί μακριάθε ἀνεβαίνει.

Τή χαρά σου, Λαοθάλασσα, κύμα τό κύμα,
τῶν ἀλλῶνε τά μίση καιρό τήνε θρέφαν
κι ἄν ἡ μάβρη σου κάκητα δίψαε τό κρίμα,
νά πού βρῆκε τό θύμα της, ἄκακο θύμα!

Ἄ! πώς εἶχα σά μάνα κ’ ἐγώ λαχταρήσει
(εἶταν ὄνειρο κ’ ἔμεινεν, ἄχνα καί πάει)
σάν καί τ’ ἄλλα σου ἀδέρφια νά σ’ εἶχα γεννήσει
κι ἀπό δόξες ἀλάργα κι ἀλάργ' ἀπό μίση!

Ἕνα κόκκινο σπίτι σ’ ἀβλή μέ πηγάδι...
καί μιά δράνα γιομάτη τσαμπιά κεχριμπάρι...
νοικοκύρης καλός νά γυρνᾶς κάθε βράδι,
τό χρυσό, σιγαλό καί γλυκό σάν τό λάδι.

Κι’ ἄμ’ ἀνοίγεις τήν πόρτα μέ πριόνια στό χέρι,
μέ τά ροῦχα γεμάτα ψιλό ροκανίδι,
(ἄσπρα γένια, ἄσπρα χέρια) ἡ συμβία περιστέρι
ν΄ἀνασαίνει βαθιά τ’ ὅλο κέδρον ἀγέρι.

Κ’ ἀφοῦ λίγο σταθεῖς καί τό σπίτι γεμίσει
τόν καλό σου τόν ἤσκιο, Πατέρα κι Ἀφέντη,
ἡ ἀκριβή σου νά βγάνει νερό νά σοῦ χύσει,
ὁ ἀνυπόμονος δεῖπνος μέ γέλια ν’ ἀρχίσει.

Κι ὁ κατόχρονος θάνατος θά φτανε μέλι
καί πολλή φύτρα θά φηνες τέκνα κι ἀγγόνια
καθενοῦ καί κοπάδι, χωράφι κι ἀμπέλι,
τ’ ἀργαστήρι ἐκεινοῦ, πού τήν τέχνη σου θέλει.

Κατεβάζω στά μάτια τή μάβρην ὀμπόλια,
γιά νά πάψει κι ὁ νοῦς μέ τά μάτια νά βλέπει...
Ξεφαντώνουν τ’ ἀηδόνια στά γῦρο περβόλια,
λεϊμονιᾶς σέ κυκλώνει λεπτή μοσκοβόλια.

Φέβγεις πάνου στήν ἄνοιξη, γιέ μου καλέ μου,
Ἄνοιξή μου γλυκιά, γυρισμό πού δεν ἔχεις.
Ἡ ὁμορφιά σου βασίλεψε κίτρινη, γιέ μου,
δέ μιλᾶς, δέν κοιτᾶς, πώς μαδιέμαι, γλυκέ μου!

Καθώς κλαίει, σάν τῆς πέρνουν τό τέκνο, ἡ δαμάλα,
ξεφωνίζω καί νόημα δέν ἔχουν τά λόγια.
Στύλωσέ μου τά δυό σου τά μάτια μεγάλα:
τρέχουν αἷμα τ’ ἀστήθια, πού βύζαξες γάλα.

Πώς ἀδύναμη στάθηκε τόσο ἡ καρδιά σου
στά λαμπρά Γεροσόλυμα Καίσαρας νά μπεῖς!
Ἄν τά πλήθη ἀλαλάζανε ξώφρενα (ἀλιά σου!)
δέν ἠξέραν ἀκόμα οὔτε ποιό τ’ ὄνομά σου!

Κεῖ στό πλάγι δαγκάναν οἱ ὀχτροί σου τά χείλη...
Δολερά ξεσηκώσανε τ’ ἄγνωμα πλήθη
κι ὅσο ὁ γήλιος νά πέσει καί νά ρθει τό δείλι,
τό σταβρό σου καρφώσαν οἱ ὀχτροί σου κ’ οἱ φίλοι.

Μά γιατί νά σταθεῖς νά σέ πιάσουν! Κι ἀκόμα,
σά ρωτήσανε: «Ποιός ὁ Χριστός;» τί πες «Νά με»!
Ἄχ! δέν ξέρει, τί λέει τό πικρό μου τό στόμα!
Τριάντα χρόνια παιδί μου δέ σ’ ἔμαθ’ ἀκόμα!

Κώστας Βάρναλης