Ἄρης Ἀλεξάνδρου
Μέ τίς λέξεις σου νά εἶσαι πολύ προσεκτικός, ὅπως εἶσαι ἀκριβῶς μ' ἕναν βαριά τραυματισμένο πού κουβαλᾶς στόν ὦμο.
Ἐκεῖ πού προχωρᾶς μέσα στή νύχτα μπορεῖ νά τύχει νά γλιστρήσεις στούς κρατῆρες τῶν ὀβίδων μπορεῖ νά τύχει νά μπλεχτεῖς στά συρματοπλέγματα.
Νά ψαχουλεύεις στό σκοτάδι μέ τά γυμνά σου πόδια
κι ὅσο μπορεῖς μή σκύβεις γιά νά μή σούρνονται τά χέρια του στό χῶμα.
Βάδιζε πάντα σταθερά σάν νά πιστεύεις πώς θά φτάσεις πρίν σταματήσει ἡ καρδιά του.
Νά ἐκμεταλλεύεσαι κάθε λάμψη ἀπ' τίς ριπές τῶν πολυβόλων γιά νά κρατᾶς σωστόν τόν προσανατολισμό σου πάντοτε παράλληλα στίς γραμμές τῶν δύο μετώπων.
Ξεπνοϊσμένος ἔτσι νά βαδίζεις σάν νά πιστεύεις πώς θά φτάσεις ἐκεῖ στήν ἄκρη τοῦ νεροῦ ἐκεῖ στήν πρωϊνή τήν πράσινη σκιά ἑνός μεγάλου δέντρου.
Πρός τό παρόν, νά 'σαι πολύ προσεκτικός ὅπως εἶσαι ἀκριβῶς μ' ἕναν μελλοθάνατο πού κουβαλᾶς στόν ὦμο.
Τάκης Σινόπουλος
Κοιτάχτε! μπῆκε στή φωτιά! εἶπε ἕνας ἀπ' τό πλῆθος.
Γυρίσαμε τά μάτια γρήγορα.
Ἦταν στ' ἀλήθεια αὐτός πού ἀπόστρεψε τό πρόσωπο, ὅταν τοῦ μιλήσαμε.
Καί τώρα καίγεται. Μά δέ φωνάζει βοήθεια.
Διστάζω. Λέω νά πάω ἐκεῖ. Νά τόν ἀγγίξω μέ τό χέρι μου.
Εἶμαι ἀπό τή φύση μου φτιαγμένoς νά παραξενεύομαι.
Ποιός εἶναι τοῦτος πού ἀναλίσκεται περήφανος;
Τό σῶμα του τό ἀνθρώπινο δέν τόν πονᾶ;
Ἡ χώρα ἐδῶ εἶναι σκοτεινή. Καί δύσκολη. Φοβᾶμαι.
Ξένη φωτιά μήν τήν ἀνακατεύεις, μοῦ εἶπαν.
Ὅμως ἐκεῖνος καίγονταν μονάχος. Καταμόναχος.
Κι ὅσο ἀφανίζονταν τόσο ἄστραφτε τό πρόσωπο.
Γινόταν ἥλιος.
Στήν ἐποχή μας ὅπως καί σέ περασμένες ἐποχές ἄλλοι εἶναι μέσα στή φωτιά
κι ἄλλοι χειροκροτοῦνε.
Ὁ ποιητής μοιράζεται στά δύο.
Μέ τίς λέξεις σου νά εἶσαι πολύ προσεκτικός, ὅπως εἶσαι ἀκριβῶς μ' ἕναν βαριά τραυματισμένο πού κουβαλᾶς στόν ὦμο.
Ἐκεῖ πού προχωρᾶς μέσα στή νύχτα μπορεῖ νά τύχει νά γλιστρήσεις στούς κρατῆρες τῶν ὀβίδων μπορεῖ νά τύχει νά μπλεχτεῖς στά συρματοπλέγματα.
Νά ψαχουλεύεις στό σκοτάδι μέ τά γυμνά σου πόδια
κι ὅσο μπορεῖς μή σκύβεις γιά νά μή σούρνονται τά χέρια του στό χῶμα.
Βάδιζε πάντα σταθερά σάν νά πιστεύεις πώς θά φτάσεις πρίν σταματήσει ἡ καρδιά του.
Νά ἐκμεταλλεύεσαι κάθε λάμψη ἀπ' τίς ριπές τῶν πολυβόλων γιά νά κρατᾶς σωστόν τόν προσανατολισμό σου πάντοτε παράλληλα στίς γραμμές τῶν δύο μετώπων.
Ξεπνοϊσμένος ἔτσι νά βαδίζεις σάν νά πιστεύεις πώς θά φτάσεις ἐκεῖ στήν ἄκρη τοῦ νεροῦ ἐκεῖ στήν πρωϊνή τήν πράσινη σκιά ἑνός μεγάλου δέντρου.
Πρός τό παρόν, νά 'σαι πολύ προσεκτικός ὅπως εἶσαι ἀκριβῶς μ' ἕναν μελλοθάνατο πού κουβαλᾶς στόν ὦμο.
Τάκης Σινόπουλος
Κοιτάχτε! μπῆκε στή φωτιά! εἶπε ἕνας ἀπ' τό πλῆθος.
Γυρίσαμε τά μάτια γρήγορα.
Ἦταν στ' ἀλήθεια αὐτός πού ἀπόστρεψε τό πρόσωπο, ὅταν τοῦ μιλήσαμε.
Καί τώρα καίγεται. Μά δέ φωνάζει βοήθεια.
Διστάζω. Λέω νά πάω ἐκεῖ. Νά τόν ἀγγίξω μέ τό χέρι μου.
Εἶμαι ἀπό τή φύση μου φτιαγμένoς νά παραξενεύομαι.
Ποιός εἶναι τοῦτος πού ἀναλίσκεται περήφανος;
Τό σῶμα του τό ἀνθρώπινο δέν τόν πονᾶ;
Ἡ χώρα ἐδῶ εἶναι σκοτεινή. Καί δύσκολη. Φοβᾶμαι.
Ξένη φωτιά μήν τήν ἀνακατεύεις, μοῦ εἶπαν.
Ὅμως ἐκεῖνος καίγονταν μονάχος. Καταμόναχος.
Κι ὅσο ἀφανίζονταν τόσο ἄστραφτε τό πρόσωπο.
Γινόταν ἥλιος.
Στήν ἐποχή μας ὅπως καί σέ περασμένες ἐποχές ἄλλοι εἶναι μέσα στή φωτιά
κι ἄλλοι χειροκροτοῦνε.
Ὁ ποιητής μοιράζεται στά δύο.
Θα πάντα εκεί.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑμετακίνητη. Εγώ το αποφάσισα,
που δεν σκέφτομαι,
που δεν έχω εξήγηση γι' αυτό όπου έφτασα.
Δεν θα με καταλάβετε. Θα έχουν
τελειώσει οι λέξεις αλλ' ακόμα
δεν θα με καταλάβετε. Δεν θέλω
να κλάψετε για μένα, να κλαίτε
από μένα, να λέτε ότι σας συγκίνησα, να μην το λέτε,
ακούστε μόνον ολόκληρη, μέχρι το τέλος μου. Έλεγα
αν δεν μιλήσω δεν θα φτάσω, αν δεν σας συγκινήσω
δεν θα γίνω, αν δεν με νιώσετε εσείς δεν θα σωθώ.
Όχι. Όχι. Κοιτάξτε με τώρα. Εγώ το αποφάσισα.
Είπα Εδώ θα σταθώ
εδώ για πάντα.
Δεν θα φύγω. Έφτασα.
Στραφείτε όλοι προς εμένα Θα μιλήσω.
Ένιωθα σαν
πεθαμένη ποίηση. Κι ένιωθα
σαν την ποίηση που μαχαιρώνει
αυτόν που δεν μπορεί
να την γεννήσει και μόνη αναγκάστηκα
να γεννηθώ. Στρέψτε όλοι τα μάτια.
Ορασθείτε με. Γίνετε
οι οραστές μου. Ήμουν
η ποίηση που δεν μπορεί να γεννηθεί. Και ωτασθείτε με.
Γίνετε οι ωταστές μου. Και αναγκάστηκα
να γεννηθώ για να μη μείνει από μένα πίσω
τίποτα, και αναγκάστηκα να γεννηθώ
για να μη γίνει από μένα πίσω
τίποτα, και αναγκάστηκα για να βρεθώ εκεί όπου η γέννηση
αυτή θα μ' άφηνε να φτάσω, εκεί όπου
σε ένα μόνον τίποτα αφήνεται να φτάσει όταν αυτό
πια αναγκάζεται
να γεννηθεί. Και δώστε μου τις λέξεις που μου κρύβετε,
ποτέ ποτέ δεν μίλησα,
κρατάτε τις τραχύτερες κρυμμένες,
δεν μίλησα ποτέ δεν μίλησα, εκείνες που χρειάζομαι,
εκείνες με τα δόντια, με τους γάντζους,
τις πιο δύστροπες πιο δύστροφες
που μπήγονται και βγαίνουν με τους πόνους,
τις δύστοκες
δυσάγγιχτες. Μ' αφήσατε τον κόσμο
χωρίς λέξεις. Φαντάστηκα όλες τις λέξεις που δεν είχα,
είμαι οι λέξεις που φαντάστηκα. Τώρα που έφτασα,
σταθείτε μακριά, λύκοι
της μέρας λύκοι
της νύχτας, δεν θα με φτάσετε
εδώ που έφτασα, θα σας τυφλώσω
με το ύψος μου, και θα σας κάψω
μ' όλη την ποίηση που αναγκάστηκα
άγραφη μόνη μου να γεννήσω.
Η αγάπη δεν υπάρχει.
Δημήτρης Δημητριάδης, Κατάλογοι. 5 - Η Θεά του Τέλους
Καλησπέρα
ΑπάντησηΔιαγραφήΜόλις γύρισα ἀπό μιά ἐκδήλωση Κυπρίων φοιτητῶν, λόγῳ φοιτητικῶν ἐκλογῶν πού γίνονται τήν Κυριακή. Μίλησαν ὁ γιός τοῦ Τάσσου Παπαδόπουλου καί ἀντιπρόεδρος τοῦ ΔΗΚΟ Νῖκος Παπαδόπουλος, καί ὁ Δημήτρης Κωνσταντακόπουλος. Γιά ὅποιον ἐνδιαφέρεται, προσωπική μου ἐκτίμηση, τά νέα δέν εἷναι καλά ἀπό τό μέτωπο τῶν διαπραγματεύσεων. Θά κάνω σχετική ἀνάρτηση, καθόσον θεωρῶ τό Κυπριακό κρισιμώτατο θέμα γιά τήν Κύπρο καί γιά τήν Ἑλλάδα
Πωπωπω, τί διεστραμμένος ( μέ τήν καλή ἔννοια) εἷναι αὐτός ὁ Δημητριάδης, πρέπει νά τόν γνωρίσω
ΑπάντησηΔιαγραφήχεχεχε
ἐγώ θά καληνυχτίσω, παίρνοντας ἀφορμή ἀπό τόν τελευταῖο του στῖχο, μέ τό παρακάτω
Στρατιώτη ἄν θές τήν μάχη νά κερδίσεις μιάκοπελλίτσα κοίτα ν'ἀγαπήσεις
Ὅποιος στήν μάχη πάει γιά νά πεθάνει,
στρατιώτη μου τόν πόλεμο τόν χάνει
Νεολιθικὴ νυχτωδία στὴν Κρονστάνδη (απόσπασμα)
ΑπάντησηΔιαγραφή.............
- Ἡ ἐξουσία εἶναι τῆς Ἱστορίας ἡ εὐκοιλιότητα.
- Στὸ χωριό μου τὴ λένε γλεντοκώλα.
.............
- Φθέγγομαι τρόμο. Καὶ ἐπιτέλους τί νομίζεις πῶς εἶναι
τὰ ἰδανικά; Εἶναι ὅπως ἀλευρώνουμε τὰ ψάρια πρὶν
ἀπὸ τὸ τηγάνισμα.
...........
Ἀσθενοφόρο γρήγορα γιὰ τὸν βασιλέα Λήρ!
Εὐωδιάζουμε ἀπὸ τρέλα.
Δὲν πιάνουν τὰ φρένα,
χανόμαστε στὴ διαιρετότητα τοῦ Ζήνωνα.
................
Ἡ Ἄννα (ποὺ πλησιάζει): Τί νέα ἔχουμε ἂπ τὴν πραγματικότητα;
......
Νικολάι: Φοβᾶμαι, σύντροφε. Καὶ ἡ ἐπίθεση ἐπίκειται.
Ὁ Λένιν ἔχει ἐμπλακεῖ στὴ μοῖρα.
- Πανάκριβα ραφτικά.
.............
- Μὲ σφίγγει μία ἀλήθεια, τῆς παραδίνομαι. Μὲ σφίγγει μία
ἄλλη, κι αὐτηνῆς τῆς παραδίνομαι. Διατρέχοντας τοῦ μυαλοῦ
τὴν ὠμότητα. Λέω αἷμα τοῦ ψύλλου κι ἀμέσως
ὀσφραίνομαι ρούμι.
- Παραδέρνεις. Ἀλλὰ ἐμένα τὰ μάτια μου διεκδικοῦσαν ἑνότητα
ὀπτικῆς, ἐκκένωση τραγῳδίας. Οὐδέποτε ὑπέφερα τὶς
ἀντιφάσεις. Ἀμφὶ καὶ ρέπω, ὄχι!
- Χρεμετίζεις φαντασία.
[Τὴν ἡμέρα ἐκείνη γεννήθηκα μόνος μου, δὲν εἶχα βιολογικὸ
προηγούμενο. Σούρθηκα στὴν τρώγλη τῆς ἁπλῆς ἀριθμητικῆς.
Ἐκεῖ διαλάμποντας ἐνωτίστηκα κόκαλα.]
Ὑπερφίαλο φῶς ἰσχνότητα τοῦ ἔρωτα!
Τί νᾶν τὰ λέμε. Αὐτοψυχίατρος εἶναι ὁ ποιητὴς
μὲ καθαρὸ οἰνόπνευμα.
Κυρίως θὰ λεγᾳ θεοσταγὴς καὶ προ-ἰοῦσα σφῆκα.
Θὰ γαλαζώσει πάλι.
- Μὰ εἶναι κι ὁ ἄλλος ἔρωτας, ὁ γενετήσιος.
- Τί νὰ σοῦ κάνει αὐτός. Ἂν θέλεις, βάζει λίγα παγάκια στὴ
μελαγχολία μου.
.....................
[Βραδυάζει στὸ κείμενο.
Ἡ κατακρήμνιση τοῦ ἀπογεύματος: ὡριμότητα.]
- Ἂν ἕλιωνε ὁ πάγος, ἂν τοὺς προλάβαινε ἡ Ἄνοιξη ...
........δὲν ἔχει ὅρια ἡ εὐφράδεια τῆς Σταύρωσης
οὔτε τὸ πορτοκαλὶ ποὺ μὲ τύφλωνε
φωσφορίζοντας
μὰ ἐγὼ τὴ γλῶσσα τὴν ἀποκλήρωσα
δὲ μαζεύω ψυχοχάρτια χαζεύω τὴν ἀγριότητα
οἱ καιόμενες πορφυρὲς δεκαετίες
ἀπὸ ὑδρόγεια νόηση
καὶ ἀναπηδᾷ στὴ χύτρα τοῦ πεπρωμένου
ὁ χόχλακας.
Φεγγάρι μου βγαλμένο μάτι ρεμβάζω σου
τ᾿ ἀσπράδι.
.....................
- Ἄννα, τί συμβαίνει;
- Ἄρχισε ἡ ἐπίθεση.
- Ἄννα, ἔχε γειά, θὰ πεθάνουμε.
- Νικολάι, σ᾿ ἀγαποῦσα ὁλόκληρη.
- Μίαν ἄλλη φορά, θὰ ξαναγίνει, Ἄννα
.................................
διεδίδοτο δὲ ἐκάστῳ καθότι ἂν τὶς χρείαν εἶχεν -
KRONSTADT (Νίκος Καρούζος)
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚάτι πιό ἁπλό δέν σοῦ βρίσκεται; χεχεχεχε
ΑπάντησηΔιαγραφήσοβαρά τώρα,ὅσο διαβάζω τόν Δημητριάδη εἷναι πολύ δυνατός, μά πολύ διεστραμμένος, τί μοῦ θύμισε τώρα, κάτι πού εἷχα διαβάσει
" Ὅμως τό πνεῦμα δέν τρέφεται μέ μυθιστορήματα. Μπορεῖ νά σοῦ προσφέρουν κάποια εὐχαρίστηση, ἀλλά τήν πληρώνεις ἀκριβά. Εἷναι ἱκανά νά καταστρέψουν καί τόν καλύτερο χαρακτήρα. Σέ μαθαίνουν νά συμπάσχεις μέ κάθε καρυδιᾶς καρύδι. Κι ἀπ' τό πολύ πάρε δῶσε, ἀρχίζει νά σοῦ ἀρέσει. Διαλύεσαι μέσα στούς ἥρωες πού προτιμᾶς. Καταλαβαίνεις ὅλες τίς ἀπόψεις. Παραδίνεσαι πρόθυμα σέ ξένους σκοπούς, καί παύεις νά βλέπεις τόν δικό σου γιά πολύ καιρό. Τά μυθιστορήματα εἷναι μαχαίρια."
ΕΛΙΑ ΚΑΝΕΤΤΙ
Ο Δημητριάδης έχει τη φοβερή ικανότητα των μεγάλων συγγραφέων να περιγράφει καταστάσεις αλλά -ακόμα πιο δύσκολο- και περίπλοκα συναισθήματα με μεγάλη ακρίβεια αμεσότητα και απλότητα. Τι θα μπορούσε για παράδειγμα να πεί πιό απλά και πιό εύστοχα πως οι λέξεις έχουν χάσει το νοημά τους απευθυνόμενος στους παράνομους λαθρολεξιχρήστες (πολιτικούς τύπου Μπλαίρ και Ομπάμα, αγράμματους δάσκαλους, δημοσιογράφους κλπ) από το 'Μ' αφήσατε τον κόσμο χωρίς λέξεις'. Ο Άρης Αλεξάνδρου το παρουσιάζει σαν νουθεσία λέγοντας 'Μέ τίς λέξεις σου νά εἶσαι πολύ προσεκτικός, ὅπως εἶσαι ἀκριβῶς μ' ἕναν βαριά τραυματισμένο πού κουβαλᾶς στόν ὦμο'.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο άλλο συγκλονιστικό -κατά την άποψή μου πάντα- είναι η σύγκριση της ποίησης του Σινόπουλου με αυτή του Δημητριάδη. Ας βάλλουμε για παράδειγμα δίπλα-δίπλα το 'Ποιός εἶναι τοῦτος πού ἀναλίσκεται περήφανος; Τό σῶμα του τό ἀνθρώπινο δέν τόν πονᾶ;' με το 'Δεν θέλω να κλάψετε για μένα, να κλαίτε από μένα, να λέτε ότι σας συγκίνησα, να μην το λέτε, ακούστε μόνον ολόκληρη, μέχρι το τέλος μου'.
Αρκετά όμως άρχισα να νοιώθω σαν γέρων δημοδιδάσκαλος (καμμία τέτοια πρόθεση παρεπιπτόντως).
Ἄψογος!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΑὐτό πού θά πῶ δέν εἷναι ἔνσταση γιά τόν Δημητριάδη, ἁπλά ἐπεκτείνω τόν προβληματισμό,βέβαια θά χαθεῖ λίγο ἡ ποιητική διάσταση...
Θέλω νά πῶ, οἱ λέξεις δέν ἔχουν νόημα ἀπό μόνες τους, οἱ ἄνθρωποι -εἴτε σάν ἄτομα, σάν ὁμάδες, σάν ἐξουσία )προσθέτουν λέξεις, ἀλλάζουν, τροποποιοῦν, αὐτό τό νόημα. Ἠθελημένα ἤ ἀθέλητα, ἄμεσα( μοῦ ἧρθε τώρα στό μυαλό ἡ λέξη flexicurity ) ἤ σέ βάθος χρόνου. Αὐτό μπορεῖ καί νά εἷναι κἀτι ἀναπόφευκτο, τό ένδιαφέρον εἷναι ὅσο μποροῦμε νά ἔχουμε ἀντίληψη αὐτῶν τῶν διαδικασιῶν, πρᾶγμα ὄχι εὔκολο ἀφοῦ συμμετέχουμε.Καθοριστικός ἐδῶ εἷναι ὁ ρόλος τῶν αἰσθήσεων -νομίζω ὅλοι οἱ προαναφερθέντες τό θίγουν, ὁ καθένας μέ τόν τρόπο του.
Παρεμπιπτόντως καί ὄχι παρεπιπτόντως χεχεχε
Καταλαβαίνω το πνεῦμα, ἀλλά ἡ μορφή τοῦ γέροντα δημοδιδάσκαλου δέν μέ άποκαρδιώνει ὅσο ἡ μορφή ἑνός τηλεοπτικού παρουσιαστῆ ἤ ἀλλου μοντέρνου ἀστἐρα...
Νά συμπληρώσω κάτι πού ξέχασα
ΑπάντησηΔιαγραφήΜαζί γίνεται καί τό άντίστροφο, καί οἱ λέξεις, ἡ γλῶσσα ἀλλάζουν τούς ἀνθρώπους.
Σαφώς πολύ σημαντικό θέμα αυτό που θίγεις. Ο συγγραφέας ζεί αυτή την αγωνία της καθιέρωσης μιας γλώσσας που χρησιμοποεί λέξεις με καθολικό νόημα, τη συνεχή πάλη με τις λέξεις για να υποτάξει τον άναρχο θόρυβό τους. Να τι λέει ο ογκόλιθος της Ελληνικής σκέψης Νίκος Καρούζος:
ΑπάντησηΔιαγραφή'Θέλω να βγω από τις λέξεις
βαρέθηκα
δεν πάει πια μεσ’ απ’ τις λέξεις η υπόθεση και να φύγου απ’ τη γλώσσα
να φύγου'
αλλά σε άλλο σημείο της εργασίας του ευγνωμονεί τη γλώσσα: 'δεν είμαι τίποτ’ άλλο από γλώσσα'
και λίγες μέρες πριν πεθάνει ευγνωμονεί την Ελληνική γλώσσα:
'άμα πεθάνω θα ‘χω φύγει
απ’ τη γλώσσα
και θα ‘μαι τρυφερή σιγή, αφού εκεί ελληνικά δεν έχει πια δεν έχει απαρέμφατα
εκεί η νόηση λαδόχαρτο που η γραφή δεν πιάνει'.
Ας τον ακούσουμε να συνοψίζει:
ΚΟΝΤΑ ΣΤΟΝ ΚΑΘΕ ΗΛΙΟ
Εμείς τα μυθόβια όντα οι ποιητές
που βλέπουμε τις ράχες
που βλέπουμε τις κορφές και λέμε βουνοκύματα
δεν θα καταλαγιάσουμε.
Από αγάπη στο αδέκαστο κενό
από αλλοφροσύνη για ένα ξέφωτο
θα περιπολούμε.
Τη χαραυγή τις πιο πολλές φορές κοιμόμαστε.
Κι όταν καμιά φορά μάς τύχει
κατηφορίζοντας απ’ τις πολυκατοικίες
να πάμε κάπως μακριά να περπατήσουμε πέρα
και να κοιτάξουμε κανένα ηλιοβασίλεμα
το αποτέλεσμα τζίφος.
Έχουμε πρόχειρο το σκοτάδι
και έχουμε πρόχειρο το φως – ανάλογα.
Πιστεύουμε σ’ εκατομμύρια γητειές
αφιερωνόμαστε στους ίσκιους.
Έχουμε τη μανία να καρποφορήσουμε
κυριεύοντας τις λέξεις.
Τι κουφή ρουλέτα.
Και θέλουμε να ξεφουσκώσουμε τον ουρανό
σα να ‘τανε παιχνίδι.
Τι είναι ρίγος;
Άντε να το πεις με λέξεις…
Ωστόσο πρέπει να προσγειωθεί κανείς
στη μεγαλόπρεπη κοινοτοπία του αέρα
να γίνει σαν την επανάληψη του χόρτου
κάτι σαν τα αστάθμητα και έξω κριτικής
δρασκελίσματα του πρώτου τυχόντος γάτου.
Είμαστε ακόμη στην προϊστορία του χιούμορ.
Είμαστε όμως τυχερά απελπισμένοι.
Έχουμε γαλάζιο αντικλείδι.
Έχουμε ξανά την Αττική.
Εκείνος που γράφει ποιήματα
είναι ακριβώς εκείνος
που περνά άφοβος από νεκροταφείο νύχτα.
Παρεμπιπτόντως και παραφράζοντας λίγο τους στίχους του Καρούζου το ρίγος έχει το ίδιο αποτέλεσμα και ανορθόγραφο.
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟὐεδεμία ἀντίρρησις ὡς πρός τήν παρατήρηση περί ρίγους καί ὀρθογραφίας!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΦυσικά τό ρῖγος δέν εἷναι τό μόνο ζητούμενο καί ἀφοῦ ἡ γλῶσσα μας εἷναι σάν κάτι ἀπό τό αἷμα μας, τό νοιαζόμαστε κάπως παραπάνω ὅσοι ἀπό ἐμᾶς ξέρουμε ὀρθογραφία. Προφανῶς καί δέν ἔχω τέτοιες ἀπαιτήσεις ἀπό ἀνθρώπους πού λόγῳ συνθηκῶν δέν ἔμαθαν. ( Νά μήν τό παίξω καί λίγο γέρων δημοδιδάσκαλος; χεχεχε)
Νά κάνω μιά παρένθεση, ...
Νά ἐγώ τώρα ἔχω ἕνα ρῖγος ἀπό τήν ὥρα που πληροφορήθηκα τήν ἐπιτυχῆ πυραυλική δοκιμή της Βορείου Κορέας. Ρῖγος εὐχαρίστησης. Διευκρινίζω γιά νά μήν παρεξηγηθῶ. Ἐ ρέ γλέντια!!! Ἡ διεθνής κοινότητα ἐξέφρασε τήν ἀνησυχία της. Χεχεχεχε...
Σε διάφορα έντυπα βλέπω ότι η προσπάθεια απέτυχε. Υπάρχει κάτι νεώτερο;
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://news.bbc.co.uk/2/hi/asia-pacific/7984254.stm
Καί γιατί νά μήν πιστέψω τήν Πιόνγκ Γιάνγκ; Περισσότερο ἀξιόπιστα εἷναι τά BBC, CNN; Νά τόλεγε κάνας Εὐαγγελᾶτος νά πῶ μάλιστα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν υποδεικνύω τι πρέπει να πιστέψει κανείς ούτε λέω πως τα BBC και CNN, είναι καλύτερη πηγή ενημέρωσης από τον Εὐαγγελᾶτο. Όλοι κάνουν με θαυμαστή αποτελεσματικότητα τη δουλειά τους. Ανέφερες όμως πως η διεθνής κοινότητα ἐξέφρασε τήν ἀνησυχία της και η διεθνής κοινότητα μάλλον δεν ενημερώνεται από τον Ευαγγελάτο αλλά πολύ φοβάμαι ούτε και από την Πιόνγκ Γιάνγκ.
ΑπάντησηΔιαγραφή